Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΛΟΥΚΑ / Ἡ μεγάλη ψαριά

  Ἡ μεγάλη ψαριά

(Ἅγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)


Δοτήρας κάθε αγαθού είναι ο Κύριος. Κι όλα τα δώρα του Θεού είναι τέλεια. Έχουν τέτοια τελειότητα, που κάνουν τους ανθρώπους να θαυμάζουν. Το θαύμα δεν είναι τίποτ’ άλλο, παρά ένα δώρο του Θεού, αξιοθαύμαστο. Οι άνθρωποι θαυμάζουν τα δώρα του Θεού, λόγω της τελειότητάς τους.

«Όπως μη καυχήσηται πάσα σαρξ ενώπιον του Θεού» (Α’ Κορ. α’ 29). Η σάρκα είναι όπως το χορτάρι, που περιμένει να ολοκληρωθούν οι μέρες του κι έπειτα να ξεραθεί, να γίνει στάχτη. Είθε ο παντοδύναμος Κύριος να μας φυλάξει όλους από τη σκέψη πως είναι δυνατό να κάνουμε κάτι καλό χωρίς τη βοήθεια και την ευλογία Του.
Είθε η σημερινή περικοπή του ευαγγελίου να λειτουργήσει σαν μια προειδοποίηση πως τέτοιες μάταιες σκέψεις δεν πρέπει ποτέ να γεννηθούν μέσα μας. Το σημερινό ευαγγέλιο μας διδάσκει πως οι προσπάθειες των ανθρώπων είναι μάταιες, αν ο Θεός δεν βοηθήσει. Οι απόστολοι του Χριστού ψάρευαν, μα δεν έπιαναν τίποτα. Όταν ο Χριστός όμως τους είπε να ξαναρίξουν τα δίχτυα στη θάλασσα, έπιαναν τόσα ψάρια, ώστε τα δίχτυα δεν άντεχαν το βάρος τους και σκίζονταν. Ας παρακολουθήσουμε τη διήγηση:«Εγένετο δε εν τω τον όχλον επικείσθαι αυτώ του ακούειν τον λόγον του Θεού και αυτός ην εστώς παρά την λίμνην Γεννησαρέτ. και είδε δύο πλοία εστώτα παρά την λίμνην οι δε αλιείς αποβάντες απ’ αυτών απέπλυναν τα δίκτυα, εμβάς δε εις εν των πλοίων, ο ην του Σίμωνος, ηρώτησεν αυτόν από της γης επαναγαγείν ολίγον· και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους» (Λουκ. ε’ 1-3). Αυτό ήταν ένα από τα περιστατικά που γίνονταν όταν συνάζονταν μεγάλα πλήθη για ν’ ακούσουν το λόγο του Θεού από τα χείλη του Χριστού. Για να τον βλέπουν και να τον ακούν όλοι, δε θα μπορούσε να διαλέξει καλλίτερο τόπο από μια βάρκα. Στην παραλία υπήρχαν δύο πλοιάρια κι οι ψαράδες ασχολούνταν με το πλύσιμο των διχτυών. Τα πλοιάρια αυτά ήταν κλασσικά μικρά ψαροκάικα, σαν κι αυτά που χρησιμοποιούνται και σήμερα στη λίμνη Γεννησαρέτ. Το πλοιάριο όπου μπήκε ο Κύριος ανήκε στο Σίμωνα, τον μετέπειτα απόστολο Πέτρο. Ο Κύριος ζήτησε από το Σίμωνα ν’ απομακρύνει λίγο το πλοιάριο από την αμμουδιά κι έπειτα κάθισε εκεί κι άρχισε να διδάσκει τα πλήθη.Η ευαγγελική αυτή περικοπή είναι γεμάτη από διδαχές για μας, για τη γενιά μας, όπως και τα δίχτυα των ψαράδων ήταν γεμάτα από τα ευλογημένα ψάρια. Ας μπορούσαν οι σύγχρονοι άνθρωποι να πάρουν από το σημερινό ευαγγέλιο τουλάχιστο το μάθημα της υπακοής στο Θεό! Όλες οι άλλες διδαχές τότε θα ήταν ακόλουθές της κι όλα τα καλά που επιθυμεί η καρδιά του ανθρώπου θ’ αλιεύονταν στα χρυσά δίχτυα της ευαγγελικής υπακοής.Έχουμε μπροστά μας δύο παραδείγματα υπακοής: την υπακοή των ψαριών και την υπακοή των αποστόλων. Ποιά από τις δύο είναι πιο σπουδαία; Αυτό είναι αυταπόδεικτο. Τα ψάρια υπακούνε στην εντολή του Κυρίου και θυσιάζουν τη ζωή τους στα πόδια Του. Ο Κύριος τα δημιούργησε για την εξυπηρέτηση των αναγκών του ανθρώπου.Προσέξτε όμως πώς τα ψάρια λειτουργούν και για την πνευματική του ανάγκη. Σ’ εκείνους που έχουν απομακρυνθεί από το Θεό, στους επαναστατημένους κι ανυπάκουους ανθρώπους, λειτουργούν ως παράδειγμα υπακοής στο Δημιουργό τους. Τα ψάρια αυτά δε θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερο γνωστά αν είχαν αφεθεί να ζήσουν και να κολυμπούν στη Λίμνη της Γεννησαρέτ. Εξαγόρασαν τη ζωή τους με τη μεγάλη τιμή να υπηρετήσουν το σχέδιο του Κυρίου, του Λυτρωτή, σαν παράδειγμα και επίπληξη στον ανυπάκουο άνθρωπο. Τ’ ανεξιχνίαστο έλεος του Κυρίου είναι φανερό εδώ: ο Κύριος χρησιμοποιεί όλα τα πλάσματά Του για να επαναφέρει τον άνθρωπο στο δρόμο που έχασε, να τον αφυπνίσει, να τον διεγείρει και να τον υψώσει πάλι στην προτέρα του αξία και δόξα.«Ως δε επαύσατο λαλών, είπε προς τον Σί­μωνα· επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν» (Λουκ. ε’ 4). Την ώρα που έμπαινε στο πλοιάριο ο Κύριος στόχευε σε πολλούς στόχους. Πρώτο, του ήταν πιο εύκολο να διδάσκει τους ανθρώπους από το πλοιάριο, να τους βοηθήσει και να θρέψει τις ψυχές τους με τη γλυκιά διδαχή Του. Δεύτερο, ήξερε πως οι ψαράδες ήταν στενοχωρημένοι κι απογοητευμένοι επειδή όλη τη νύχτα είχαν κοπιάσει και δεν έπιασαν ούτε ένα ψάρι. Έτσι ήθελε να τους παρηγορήσει με μια καλή ψαριά, να ικανοποιήσει τις σωματικές κι άλλες ανάγκες τους, γιατί ο Θεός φροντίζει και για το σώμα μας, όπως και για την ψυχή μας, είναι «ο διδούς τροφήν πάση σαρκί» (Ψαλμ. ρλε’ 25). Τρίτο, ο Κύριος ήθελε να ικανοποιήσει τις ψυχές των εκλεκτών Του, ενισχύοντας την πίστη τους σ’ Εκείνον, στην παντοδυναμία Του και στην απεριόριστη ευσπλαχνία Του. Τελευταίο, μα σπουδαιότερο, ο Κύριος ήθελε να κάνει ξεκάθαρο στους μαθητές Του, και μέσω αυτών σ’ όλους εμάς, πως μαζί μ’ Εκείνον και μέσω Εκείνου, όλα είναι δυνατά· πως όλοι οι κόποι των ανθρώπων χωρίς τη βοήθειά Του είναι τόσο μάταιοι, όσο άδεια ήταν και τα δίχτυα των ψαράδων που κόπιασαν όλη νύχτα και δεν έπιασαν ούτε ένα ψάρι. Ο Κύριος πέτυχε το πρώτο στόχο Του και τώρα προχωρούσε στο δεύτερο. Είπε λοιπόν στο Σίμωνα να πάει στα βαθιά και να ξαναρίξει τα δίχτυα.Συνιστούμε ανεπιφύλακτα στους επισκέπτες της ιστοσελίδος μας το εξαιρετικό βιβλίο με τις ομιλίες του Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς:Αν οι άνθρωποι ζούσαν με την αγνότητα και την αναμαρτησία του παραδείσου, δε θα περίμεναν από το Θεό ν’ αναστήσει νεκρούς, να πολλαπλασιάσει τους άρτους ή να γεμίσει τα δίχτυα με ψάρια, για να πουν ύστερα: «Κοιτάξτε το θαύμα!» Θα το έλεγαν αυτό για κάθε πλάσμα του Θεού, κάθε στιγμή και με κάθε ανάσα της ζωής τους. Καθώς όμως οι άνθρωποι συνήθισαν στην αμαρτία, κάθε θαύμα από τ’ αναρίθμητα που κάνει ο Θεός στον κόσμο, έχει γίνει για τους ανθρώπους συνηθισμένο θέμα. Για να μη μείνουν τα θέματα αυτά όμως τελείως απαρατήρητα, για να μην υποβιβαστούν εντελώς, ο Θεός με την ευσπλαχνία Του προς τον άρρωστο άνθρωπο του δίνει ένα ακόμα θαύμα από τ’ αμέτρητα που του έχει δωρίσει, για να τον ξυπνήσει από τη σκοτεινή και ψυχοφθόρα συνή­θεια να μη βλέπει κάτι υπερφυσικό στα θαύματα.

Με κάθε θαύμα Του ο Θεός θέλει να θυμίσει στους ανθρώπους πρώτο, πως παρακολουθεί τον κόσμο, τον κυβερνά με την παντοδύναμη θέλησή Του και τη σοφία Του· δεύτερο, πως οι άνθρωποι δεν μπορούν χωρίς Εκείνον να κάνουν τίποτα. Καμιά προσπάθεια δεν μπορεί να ευοδοθεί χωρίς τη βοήθεια του Θεού. Καμιά συγκομιδή που έγινε χωρίς την ευλογία του Θεού δε φέρνει αποτέλεσμα. Κάθε ανθρώπινη σοφία που στρέφεται ενάντια στο Νόμο του Θεού, είναι αδύνατη να κάνει καλό από μόνη της ή να προσφέρει έστω κι ένα κόκκο σινάπεως. Ακόμα κι αν φαίνεται πως κάνει καλό για κάποιο διάστημα, δεν είναι η ανθρώπινη σοφία που το πραγματοποιεί, αλλά το έλεος του Θεού που, έστω για μια φορά, δεν εγκαταλείπει ακόμα και τον σκληρότερο από τους εχθρούς Του.

Ο Θεός αγαπά τους ανθρώπους, δεν εκδικείται. Υπομένει τους ανθρώπους, περιμένει τη μετάνοιά τους. Θέλει «πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Α’ Τιμ. β’ 4).

Υποταγμένος από συνήθεια σ’ αυτόν τον κόσμο, ο άνθρωπος πιστεύει μερικές φορές πως μπορεί να κάνει σπουδαία πράγματα χωρίς τη βοήθεια του Θεού, ακόμα κι αντίθετα στον ίδιο και στο Νόμο Του. Νομίζει ο υποταγμένος άνθρωπος πως μπορεί να γίνει καλός ή πλούσιος ή σοφός ή διάσημος μόνο με τις δικές του προσπάθειες. Αυτή η υποταγή του όμως πολύ σύντομα είτε τον οδηγεί στην απόγνωση, δίνοντάς του έτσι τη σοφία για να επιστρέψει με επίγνωση στο Θεό, είτε τον απομακρύνει, κυριευμένο από την αφόρητη αγωνία του κόσμου, ωσότου χάσει εντελώς την ανθρώπινη αξία του ή παραδοθεί κυριολεκτικά σα σκιά στα χέρια των αόρατων πονηρών δυνάμεων.

Εκείνος, αντίθετα, που πιστεύει πως ο κόσμος αυτός είναι ένα από τα θαύματα του Θεού, όπως κι ο ίδιος, ερευνά πάντα τους τρόπους της θείας πρόνοιας, παρατηρώντας με δέος την άπειρη σειρά των θαυμάτων. Τέτοιος άνθρωπος μπορεί να μιλήσει όπως ο απόστολος Παύλος: «Εγώ εφύτευσα, Απολλώ επότισεν, αλλ’ ο Θεός ηύξανεν· ώστε ούτε ο φυτεύων εστί τι ούτε ο ποτίζων, αλλ’ ο αυξάνων Θεός» (Α’ Κορ. γ’ 6-7). Κάποια ανάλογη σκέψη εκφράζεται με μια παροιμία που υπάρχει σε πολλούς λαούς: «Ο άνθρωπος προτείνει, μα ο Θεός ρυθμίζει».

Ο άνθρωπος προτείνει σχέδια, ο Θεός τ’ αποδέχεται ή τ’ απορρίπτει. Ο άνθρωπος κάνει σκέψεις, λέει λόγια και πράττει έργα· ο Θεός είτε τα υιοθετεί είτε όχι. Τί υιοθετεί ο Θεός; Αυτά που είναι δικά Του, που προέρχονται από Εκείνον. Ό,τι δεν είναι δικό Του, δεν προέρχεται από Εκείνον, το απορρίπτει. «Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες» (Ψαλμ. ρκστ’ 1). Όταν οι «οικοδομούντες» οικοδομούν στο όνομα του Θεού, θα φτιάξουν παλάτι, ακόμα κι αν τα χέρια τους είναι αδύνατα και τα υλικά τους φτωχά. Αν όμως οι οικοδομούντες χτίζουν στο δικό τους όνομα, αδιαφορώντας για το Θεό, το έργο των χεριών τους θα πέσει, όπως έγινε με τον πύργο της Βαβέλ.

Ο Πύργος της Βαβέλ δεν είναι το μοναδικό κτίσμα στην ιστορία που κατέπεσε. Υπήρχαν και πάρα πολλοί άλλοι πύργοι, που οικοδομήθηκαν από εγκόσμιους κυβερνήτες, στην επιθυμία τους να μαζέψουν όλα τα έθνη κάτω από μια οροφή – τη δική τους – και κάτω από ένα χέρι – το δικό τους. Πολλοί πύργοι πλούτου, δόξας και μεγαλείου που οικοδόμησαν ιδιώτες, με την επιθυμία να κυβερνήσουν τα πλάσματα του Θεού, το λαό του Θεού, να γίνουν δηλαδή μικροί θεοί, σκορπίστηκαν κι έγιναν καπνός. Οι πύργοι που έχτισαν όμως οι απόστολοι κι οι άγιοι, καθώς κι άλλοι θεάρεστοι άνθρωποι, δεν σκορπίστηκαν. Πολλές βασιλείες που δημιούργησε η ματαιότητα των ανθρώπων, έπεσαν και διαλύθηκαν σαν σκιά. Η αποστολική Εκκλησία όμως ζει ως σήμερα και θα στέκεται όρθια πάνω στους τάφους πολλών από τις σημερινές βασιλείες. Τα παλάτια του Ρωμαίου Καίσαρα, που πολέμησε την Εκκλησία, έγιναν στάχτη. Τα χριστιανικά σπήλαια κι οι κατακόμβες όμως παραμένουν μέχρι σήμερα. Εκατοντάδες βασιλιάδες κι αυτοκράτορες κυριάρχησαν στη Συρία, στην Παλαιστίνη και την Αίγυπτο. Τα μόνα που έχουν απομείνει από τα μαρμάρινα παλάτια τους είναι μερικές μαρμαρένιες πλάκες σε μουσεία. Τα μοναστήρια και τα ησυχαστήρια όμως που έχτισαν την ίδια εποχή άνθρωποι της προσευχής και ερημίτες μέσα σε χαράδρες και σε αμμουδερές ερήμους, στέκονται όρθια μέχρι σήμερα κι αναδίδουν την ευωδία των προσευχών και του θυμιάματος που ανεβαίνει στο Θεό εδώ και δεκαέξι ή δεκαεπτά αιώνες. Δεν υπάρχει δύναμη ικανή να κατεδαφίσει το έργο του Θεού. Τα ειδωλολατρικά παλάτια κι οι πόλεις καταστρέφονται, τα παραπήγματα του Θεού όμως παραμένουν όρθια. Αυτό που κρατά το δάχτυλο του Θεού στέκεται πιο σταθερά από εκείνο που κρατά ο Άτλας στους ώμους του.

***

«Και αποκριθείς ο Σίμων είπεν αυτώ· επιστάτα, δι’ όλης της νυκτός κοπιάσαντες ουδέν ελάβομεν· επί δε τω ρήματί σου χαλάσω το δίκτυον. και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ· διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών. και κατένευσαν τοις μετόχοις τοις εν τω ετέρω πλοίω του ελθόντας συλλαβέσθαι αυτοίς· και ήλθον και έπλησαν αμφότερα τα πλοία, ώστε βυθίζεσθαι αυτά» (Λουκ. ε 5-7). Ο Σίμων δεν ήξερε ακόμα ποιός ήταν ο Χριστός. Τον ονόμασε «επιστάτη», δηλαδή «κύριο», του έδειξε σεβασμό δηλαδή, όπως έκαναν και πολλοί άλλοι. Βρισκόταν μακριά όμως από του να πιστέψει το Χριστό ως Υιό του Θεού και Κύριο. Στην αρχή παραπονέθηκε πως είχαν κοπιάσει όλη νύχτα και δεν έπιασαν ούτε ένα ψάρι, επειδή σεβόταν το Χριστό όμως ως καλό και σοφό δάσκαλο, ήθελε να τον υπακούσει και να ξαναρίξει τα δίχτυα.

Ο Θεός δεν ανταμείβει ποτέ τους κόπους των ανθρώπων τόσο πολύ, όσο ανταμείβει μια υπάκουη καρδιά. Η ολοπρόθυμη υπακοή του Πέτρου αποδείχτηκε πολύ μεγάλη, από το γεγονός ότι έθεσε αμέσως σε εφαρμογή τα λόγια του Χριστού, μ’ όλο που πρέπει να ήταν κατάκοπος και άυπνος, μούσκεμα και απογοητευμένος, μετά από μια νύχτα άκαρπης προσπάθειας. Γι’ αυτό και η υπακοή του ανταμείφθηκε αμέσως από το έλεος του Χριστού και την υπακοή των ψαριών, αφού Εκείνος που δημιούργησε τα ψάρια, τους έδωσε εντολή με το πνεύμα Του να συγκεντρωθούν και να γεμίσουν τα δίχτυα. Τα ψάρια δεν έχουν φωνή. Ο Κύριος όμως τους έδωσε εντολή με τη δική Του φωνή να πάνε στα δίχτυα, όπως με τη φωνή Του έδωσε εντολή στους ανέμους να σταματήσουν και στην ταραγμένη θάλασσα να γαληνέψει.

Τα ψάρια δεν άκουσαν τη φωνή του Κυρίου για να συναχτούν μέσα στα δίχτυα. Τά ‘φερε εκεί η δύναμή Του. Με το να μαζευτούν στα δίχτυα τόσο πολλά ψάρια, ο Κύριος αντάμειψε πλούσια την ολονύκτια προσπάθεια των ψαράδων, εξανέμισε τις ανησυχίες τους και κάλυψε τις σωματικές ανάγκες τους. Έτσι την ίδια μέρα πέτυχε και το δεύτερο στόχο Του.

Σαν είδε τόσο μεγάλο πλήθος από ψάρια, που δεν είχε δει ποτέ ως τότε στη ζωή του ο Σίμων κι ένας άλλος που ήταν μαζί του στη βάρκα, έκανε σινιάλο στους συναδέλφους του να πλησιάσουν με τη δική τους βάρκα. Και δε γέμισε μόνο η βάρκα του Σίμωνα με ψάρια, μα κι η βάρκα του Ιακώβου και του Ιωάννη. Και γέμισαν τόσο πολύ, ώστε από το βάρος των ψαριών κινδύνευαν να βουλιάξουν. Κι ίσως να είχαν βουλιάξει, αν δεν ήταν κοντά τους ο Κύριος.

«Ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασιν Ιησού λέγων· έξελθε απ’ εμού, ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι, Κύριε. θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επί τη άγρα των ιχθύων η συνέλαβον. ομοίως δε και Ιάκωβον και Ιωάννην, υιούς Ζεβεδαίου, οι ήσαν κοινωνοί τω Σίμωνι» (Λουκ. ε’ 8-10). Γεμάτος δέος από το αναπάντεχο θέαμα, ο Πέτρος έπεσε γονατιστός στα πόδια του Χριστού. Ούτε για μια στιγμή δεν αμφέβαλε πως τέτοια καλή ψαριά οφειλόταν στην παρουσία του Χριστού στο πλοιάριο κι όχι στις δικές του προσπάθειες. Το περιστατικό αυτό συγκλόνισε τον Σίμωνα ως τα τρίσβαθα της ψυχής του, γι’ αυτό και στη συνέχεια δεν ονόμασε πια τον Ιησού «επιστάτη», αλλά «Κύριο». Κάθε άνθρωπος μπορεί να γίνει «επιστάτης», «αφεντικό», μα μόνο ένας Κύριος υπάρχει. Όταν άκουγε το σοφό δάσκαλο να διδάσκει τα πλήθη από το πλοίο που βρισκόταν κοντά στην ακτή, ο Σίμων τον ονόμασε «Επιστάτη» ή «Διδάσκαλο». Τώρα όμως που είδε το θαυμαστό αυτό έργο Του, τον ομολόγησε «Κύριο».

Προσέξτε πόσο πιο δυνατά μιλάνε τα έργα από τα λόγια! Αν πούμε ακόμα και τα γλυκύτερα λόγια, οι άνθρωποι θα μας αποκαλέσουν διδάσκαλους των ανθρώπων. Αν όμως τα λόγια μας τα υποστηρίζουμε με τα έργα μας, τότε θα μας ονομάσουν ανθρώπους του Θεού. Ίσως την ώρα που άκουγε ο Σίμων τα λόγια του Χριστού, να σκεφτόταν μέσα του πόσο όμορφα και σοφά διδάσκει. Ο καρδιογνώστης που τα έβλεπε όλ’ αυτά, κάλεσε μετά το Σίμωνα στα βάθη, για να του αποδείξει πως πραγματοποιεί όσα λέει.

Ας δώσουμε προσοχή στον τρόπο που μίλησε ο Σίμων στον Κύριο. Αντί να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του και το θαυμασμό του για ένα τόσο μεγάλο θαύμα, εκείνος είπε: Έξελθε απ’ εμού. Το ίδιο δε ζήτησαν οι κάτοικοι των Γαδάρων από το Χριστό όταν θεράπευσε το δαιμονισμένο; Το ίδιο ζήτησαν κι εκείνοι, μα δεν είχαν το ίδιο κίνητρο με τον Πέτρο. Οι Γαδαρηνοί απομάκρυναν το Χριστό από τον τόπο τους από πλεονεξία, επειδή οι δαίμονες που έβγαλε ο Χριστός από το δαιμονισμένο οδήγησαν τους χοίρους στον πνιγμό. Ο Πέτρος όμως συνέχισε: ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι. Ο λόγος που ζήτησε ο Πέτρος από τον Κύριο να φύγει από κοντά του, ήταν η αίσθηση της αμαρτωλότητας και της αναξιότητάς του.

Η αίσθηση αυτή της αμαρτωλότητας ενώπιον του Θεού είναι μια πολύτιμη πέτρα για την ψυχή. Ο Κύριος την εκτιμά περισσότερο απ’ όλους τους τυπικούς ύμνους δοξολογίας κι ευχαριστίας. Όταν ο άνθρωπος ψάλλει πολλούς τέτοιους ύμνους στο Θεό χωρίς την αίσθηση της αμαρτωλότητάς του, δεν ωφελείται καθόλου. Η αίσθηση της αμαρτω­λότητας οδηγεί στη μετάνοια, η μετάνοια οδηγεί στο Χριστό κι ο Χριστός πραγματοποιεί την αναγέννηση. Η αίσθηση της αμαρτωλότητας είναι το ξεκίνημα στο δρόμο της σωτηρίας του ανθρώπου.

Ο άνθρωπος που έχει περιπλανηθεί πολύ σε παραπλανητικούς δρόμους, δεν έχει τίποτα καλ­λίτερο να κάνει από το να βρει το σωστό δρόμο. Κι όταν τον βρει, το μόνο που του απομένει είναι να τον ακολουθήσει, χωρίς να κοιτάξει προς τα δεξιά ή τ’ αριστερά του. Τί ωφέλησε τον Φαρι­σαίο η προσευχή που έκανε στην εκκλησία, όταν προσπαθώντας να εγκωμιάσει το Θεό, εγκωμίαζε τον εαυτό του; Δε δικαιώθηκε ενώπιον του Θεού, όπως έκανε ο τελώνης που χτυπούσε το στήθος του κι έκραζε: «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ!» (Λουκ. ιη’ 13).

Αυτό ήταν το ξεκίνημα της μύησης του Πέ­τρου στην πίστη του Χριστού. Η ολοκλήρωση έγινε αργότερα, όταν πολλοί από τους ακόλουθους του Χριστού άρχισαν ν’ απομακρύνονται από το Χριστό, ενώ ο Πέτρος του είπε: «Κύριε, προς τίνα απελευσόμεθα; ρήματα ζωής αιωνίου έχεις» (Ιωάν. στ’ 68). Τώρα όμως, στο ξεκίνημα, κατάπληκτος από τη δύναμη του Χριστού, του λέει: Άπελθε απ’ εμού.

Ο Πέτρος δεν ήταν ο μοναδικός που καταλή­φθηκε από δέος. Ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης, οι γιοί του Ζεβεδαίου, καθώς κι όλοι οι άλλοι που ήταν μαζί τους, βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση. Όλοι τους ξεκίνησαν με φόβο για τον Κύριο, και τέλειωσαν με αγάπη για Εκείνον. Όπως διαβάζουμε στις Παροιμίες, «αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου» (Παρ. α’ 7).

Στο φόβο που ένιωθε ο Πέτρος, καθώς γονάτιζε μπροστά Του, ο εύσπλαχνος και πάνσοφος Κύριος απάντησε: «μη φοβού· από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών» (Λουκ. ε’ 10). Ο κόσμος αυτός είναι μια θάλασσα γεμάτη πάθη, η Εκκλησία Μου είναι πλοίο και το Ευαγγέλιό μου δίχτυ, όπου θ’ αλιεύσεις ανθρώπους. Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα. Μαζί μου όμως θα έχετε τόσο καλές ψαριές, που θα γεμίσουν τα δίχτυα σας. Φτάνει να είστε υπάκουοι σε Μένα, όπως κάνατε και σήμερα. Και τότε δε θα σας φοβίζει κανένα βάθος και ποτέ δε θα γυρίσετε με άδεια χέρια από το ψάρεμα.

«Και καταγαγόντες τα πλοία επί την γην, αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ» (Λουκ. ε’ 11). Εγκατέλειψαν τα πλοιάρια. Ας τα πάρουν άλλοι κι ας τα κάνουν ό,τι θέλουν. Ο Πέτρος άφησε και το σπίτι του και τη γυναίκα του. Ο Ιάκωβος κι ο Ιωάννης άφησαν το σπίτι και τον πατέρα τους. Κι όλοι τους τον ακολούθησαν. Για ποιό λόγο να στενοχωρηθούν; Δεν είχαν αγωνιστεί όλη νύχτα άσκοπα; Εκείνος που μπορεί να κάνει τα πάντα, θα μπορούσε να θρέψει κι αυτούς και τις οικογένειές τους. Εκείνος που στολίζει τα κρίνα του αγρού και τα κάνει πιο θαυμαστά ακόμα κι από το βασιλιά Σολομώντα, ο ίδιος θα φροντίσει και για το δικό τους ντύσιμο. Η τροφή και το ντύσιμο είναι το ελάχιστο που έχουν να φροντίσουν. Εδώ ο Κύριος τους καλεί στο μέγιστο: στη βασιλεία του Θεού. Όταν μπορεί να τους δώσει το μέγιστο, είναι δυνατό να μην μπορέσει να τους δώσει το ελάχιστο; Ο ίδιος ο απόστολος Πέτρος έγραψε αργότερα: «πάσαν την μέριμναν υμών επιρρίψαντες επ’ αυτόν, ότι αυτώ μέλλει περί υμών» (Α Πέτρ. ε’ 7). Τέλος, αν τον υπακούν ακόμα και τα κωφάλαλα ψάρια στο νερό, πως δε θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό οι άνθρωποι αυτοί, τα λογικά όντα;

Ολόκληρο το περιστατικό αυτό έχει κι ένα βαθύτερο νόημα. Το πλοίο σημαίνει το σώμα. Τα σχισμένα δίχτυα σημαίνουν το παλιό πνεύμα του ανθρώπου. Τα βάθη της θάλασσας σημαίνουν το βάθος της ψυχής του ανθρώπου. Όταν ο Κύριος κατοικεί σ’ έναν υπάκουο άνθρωπο, τότε ο άνθρωπος αυτός απομακρύνεται από την ακτή του υλικού κόσμου και πηγαίνει από τις αισθητικές σκιές στα πνευματικά βάθη. Στα βάθη αυτά ο Κύριος του αποκαλύπτει τ’ αμέτρητα πλούτη των δωρεών Του, για τις οποίες αγωνιζόταν μάταια σ’ ολόκληρη τη ζωή του. Οι δωρεές αυτές είναι τόσο μεγάλες, ώστε το παλιό πνεύμα δεν μπορεί να τις αντέξει και σχίζεται. Γι’ αυτό είπε ο Κύριος πως δε βάζουν καινούργιο κρασί σε παλιά ασκιά.

Όταν ο υπάκουος άνθρωπος βλέπει τ’ αρίφνητα πλούτη των δωρεών Του, γεμίζει δέος και κατάπληξη τόσο για την παντοδυναμία του Θεού, όσο και για τις δικές του αμαρτίες. Θα ήθελε σ’ αυτήν την περίπτωση να κρυφτεί από το Θεό, να φύγει ο Θεός από κοντά του κι ο ίδιος να γυρίσει στο παλιό του πνεύμα και στην παλιά του ζωή. Μόλις όμως η λαμπρότητα του Θεού κι η ευσπλαχνία Του αποκαλυφθούν στον άνθρωπο, τότε του φανερώνεται ακαριαία η αμαρτωλότητα κι η αναξιότητά του, η αποξένωσή του απ’ Αυτόν.

Ο Θεός δε θα εγκαταλείψει τον άνθρωπο που έχει οδηγήσει στα βάθη. Δε θα λάβει σοβαρά την κραυγή του έξελθε απ’ εμού. Ξέρει ότι η κραυγή αυτή βγαίνει από έναν άρρωστο άνθρωπο, γι’ αυτό και του δίνει θάρρος και τον παρηγορεί με τα λόγια, «μη φοβού».

Όταν ο Θεός χορηγεί σ’ έναν υπάκουο άνθρωπο τα θεϊκά κι ανεκλάλητα χαρίσματά Του, δε θέλει τα χαρίσματα αυτά να σταματήσουν σ’ εκείνον, όπως το τάλαντο που έκρυψε ο πονηρός δούλος στη γη. Ο Θεός ζητάει από τον υπάκουο άνθρωπο να μοιραστεί τα χαρίσματά του με άλλους. Γι’ αυτό ο Πέτρος κάλεσε τους ανθρώπους του άλλου πλοιαρίου να κάνουν χώρο για να βάλουν κι εκεί ψάρια. Μοίρασαν τη σοδειά τους με τους αδελφούς Ιάκωβο και Ιωάννη, καθώς και με τους συντρόφους τους. Ο Ιάκωβος, ο Ιωάννης κι οι σύντροφοί τους κουράστηκαν κι αυτοί για να σύρουν τα δίχτυα, ν’ αδειάσουν τα ψάρια και να κωπηλατήσουν ως την ακτή. Κάθε υπάκουος άνθρωπος που λαβαίνει το δώρο του από κάποιον άλλον, πρέπει να ξέρει πως το δώρο αυτό προέρχεται από το Θεό, όχι από άνθρωπο. Έτσι πρέπει αμέσως, χωρίς χρονοτριβή, ν’ αρχίσει να εργάζεται για τη διατήρηση, τον πολλαπλασιασμό και τη μετάδοση του δώρου.

Τί σημαίνει τώρα το γεγονός των υπάκουων ψαράδων που τράβηξαν τα πλοιάριά τους στην ακτή, τα εγκατέλειψαν, όπως κι οτιδήποτε άλλο κατείχαν κι ακολούθησαν το Χριστό; Πως ο άνθρωπος που είναι προικισμένος από το Θεό, όταν προχωρεί στα βαθιά, εγκαταλείπει το σώμα με τα πάθη του, καθώς και κάθε εφάμαρτο δεσμό με το οποίο ήταν δεμένος ως τότε, εγκαταλείπει δηλαδή τα πάντα. Εγκαταλείπει όχι μόνο το σώμα και τους δεσμούς του, αλλ’ ακόμα και το παλιό πνεύμα του με όλες τις ιδέες του. Και τότε ακολουθεί Εκείνον που ντύνει όσους καλεί με το νέο ένδυμα της σωτηρίας, που καλεί πάντα τους υπάκουους πιστούς στα πνευματικά βάθη.

Ο Κύριος είπε πως ο Πέτρος θα γίνει αλιέας ανθρώπων. Από του νυν ανθρώπους έση ζωγρών. Αυτό σημαίνει πως οι απόστολοι, οι επίσκοποι, οι λοιποί κληρικοί, καθώς και όλοι οι χριστιανοί, που ο Θεός τους προίκισε με τα χαρίσματά Του, πρέπει να εργαστούν με αγάπη για να ψαρέψουν – δηλαδή να σώσουν – όσους περισσότερους ανθρώπους μπορούν, με τη βοήθεια των χαρισμάτων τους. Ο καθένας θ’ αγωνιστεί ανάλογα με το χάρισμά του: Εκείνος που έλαβε πολλά χαρίσματα θά ‘χει πλουσιότερη σοδειά, όποιος έλαβε λιγότερα θά ‘ναι λιγότερο υπεύθυνος, όπως φαίνεται κι από την παραβολή των ταλάντων. Ο δούλος που έλαβε πέντε τάλαντα έφερε δέκα, ο άλλος που έλαβε δύο τάλαντα, έφερε τέσσερα. Κανένας όμως δεν πρέπει να υπερηφανευτεί για τα χαρίσματα του Θεού σα νά ‘ταν δικά του, να τα κρύβει από τους ανθρώπους και να τα θάβει στον τάφο του σώ­ματός του. Τέτοιος άνθρωπος θα κατακριθεί από μόνος του στη γέεννα του πυρός, εκεί που είναι ο βρυγμός κι ο τρυγμός των οδόντων.

***

Το παράδειγμα της υπακοής των αποστόλων είναι επίσης συγκινητικό. Οι απλοί άνθρωποι συνήθως έχουν πιο στενούς δεσμούς με τα σπίτια και τις οικογένειές τους από τους κοσμικούς ανθρώπους. Οι κοσμικοί έχουν πολλούς και ποικίλους δεσμούς με τον κόσμο. Κι αν ακόμα χαλαρώσει ένας δεσμός τους, έχουν πολλούς άλλους. Κι όμως, οι απλοί ψαράδες τα εγκατέλειψαν όλα, έσπασαν τους λίγους αλλά πολύ δυνατούς δεσμούς τους με τον κόσμο, με τα σπίτια και τις οικογένειές τους και ακολούθησαν τον Κύριο στα μεγάλα και πλούσια πνευματικά βάθη χωρίς να πάρουν τίποτα μαζί τους, παρά μόνο τον εαυτό τους. Ο χρόνος έδειξε πως ο Κύριος τους αντάμειψε πλούσια για την υπακοή τους. Αναδείχτηκαν στύλοι της Εκκλησίας του Θεού στη γη και μεγάλοι άγιοι στην ουράνια βασιλεία Του. Ας βιαστούμε λοιπόν κι εμείς ν’ ακολουθήσουμε το παράδειγμα της υπακοής τους. Η νύχτα της επίγειας διαδρομής μας τελειώνει. Όλοι οι κόποι της νύχτας είναι έτσι κι αλλιώς μάταιοι, τα δίχτυα μας είναι άδεια, οι καρδιές μας γεμάτες κακία, οι ψυχές κι ο νους μας λιμοκτονούν, αφού έχουν στερηθεί τη βοήθεια του Θεού.

Ο πράος Κύριος στέκεται δίπλα στο πλοίο του καθενός μας και μας καλεί. Εκείνος, ο παντογνώστης Δημιουργός, ζητάει από τον καθένα μας να τον αφήσουμε να μπει στο πλοίο και να ταξιδέψουμε μαζί Του μακριά από τις σκιές και τις φουρτούνες της ζωής, στα μεγάλα βάθη της πνευματικής θάλασσας. Εκεί θα γεμίσουμε το πλοίο μας με όλα τα αγαθά που επιθυμούμε. Ας τον υπακούσουμε τώρα, την ώρα που μας καλεί, γιατί όταν χαράξει η μέρα δε θα τον δούμε πια ως αιτούντα, αλλ’ ως Κριτή. Ας μην απορρίψουμε το αίτημά Του να μπει στην καρδιά και στην ψυχή μας, όπως δεν το απέρριψε ο Πέτρος. Δε μας το ζητάει για δική Του χάρη, αλλά για δική μας. Να ξέρεις πως δεν είναι εύκολο στον Πάναγνο να μπει κάτω από ακάθαρτη στέγη. Να ξέρεις πως αυτό που κάνει είναι θυσία, που την κάνει όμως από αγάπη για μας. Δε μας ζητάει να μπει μέσα για να πάρει, άλλα για να δώσει. Το μόνο που θέλει, είναι να δεχτούμε τη βοήθεια και τη θυσία Του. Αδελφοί μου, ας αφουγκραστούμε τη φωνή που μας καλεί, προτού φτάσει στ’ αυτιά μας η φωνή του Κριτή.

Δόξα και αίνος στον Κύριο και Σωτήρα μας Ιησού Χριστό, μαζί με τον Πατέρα και το Αγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα, τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Απόσπασμα από το βιβλίο «ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ Β’ – ΟΜΙΛΙΕΣ Ε’ Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς», Επιμέλεια – Μετάφραση: Πέτρος Μπότσης, Αθήνα 2013)

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ

10626477 693658397396736 3031976907982447556 n


 

       Μια από τις μεγαλύτερες πράξεις, αν όχι  η μεγαλύτερη, στην ιστορία του χριστιανισμού ήταν η αποδέσμευση του από την τυπολατρεία του ιουδαϊκού νόμου. Αυτός ο άθλος πραγματοποιήθηκε χάρη στη φρόνηση και στον αγώνα του Αποστόλου Παύλου. Το πρόβλημα για την πρώτη Εκκλησία ήταν μεγάλο, αφού οι περισσότεροι από τους πιστούς της ανήκαν προηγουμένως στον ιουδαϊσμό και εξακολουθούσαν να τηρούν και μετά το βάπτισμά τους τις παλιές θρησκευτικές τους συνήθειες. Ο Απόστολος Παύλος ύψωσε το ανάστημα και τη φωνή του και έδωσε λύση  ριζοσπαστική. Γράφοντας στους Γαλάτες υποστηρίζει με τόλμη προφητική και δύναμη απαράμιλλη ότι, οι χριστιανοί δεν είναι υποχρεωμένοι να τηρούν τις τυπικές διατάξεις της εβραϊκής θρησκείας, αφού μετά την σταυρική θυσία του Χριστού οι λειτουργικές πράξεις, οι εξωτερικοί εξαγνισμοί και οι θυσίες της ιουδαϊκής λατρείας και αυτή η περιτομή, δεν έχουν πια κανένα νόημα. Με λύπη μάλιστα κάκιζε εκείνους που ενώ ο  Χριστός τους  κάλεσε στην ελευθερία της χάριτος ξαναγυρίζουν στη σκλαβιά του νόμου και παρατηρεί : «ἂν ἐκεῖνα  ποὺ γκρέμισα τώρα τὰ ξαναχτίσω, τότε παρουσιάζω τὸν ἑαυτό μου παραβάτη».

            Αυτή η Αποστολική παρατήρηση δεν αναφέρεται μόνο στις παλινδρομήσεις των «Ἰουδαιζόντων». Εφαρμόζεται σε κάθε  οπισθοδρόμηση που απομακρύνει τον άνθρωπο από  την από λυτρωτική αλήθεια του Χριστού και τον οδήγησε σε  πεποιθήσεις και πράξεις και καταστάσεις που τον υποδουλώνουν και υποβαθμίζουν την ποιότητα της ζωής του. Έχει επομένως ξεχωριστή σημασία για μας που ζούμε σε μια εποχή ιδεολογικών  μεταπτώσεων και ηθικών παλινδρομήσεων. Σε μια εποχή που τη χαρακτηρίζει η αμφισβήτηση της χριστιανικής αλήθειας και η άρνηση της Ευαγγελικής Πίστεως. Το περίεργο είναι ότι οι αρνητές και οι αμφισβητίες του καιρού μας εμφανίζονται ως Προοδευτικοί και χειραφετημένοι, ενώ στην πραγματικότητα αντλούν τα θεωρητικά τους επιχειρήματα  εναντίον της χριστιανικής Πίστεως από ξεπερασμένα φιλοσοφικοκοινωνικά συστήματα και ιδεολογίες, που αρχίζουν από τις ουτοπικές ονειροπολήσεις του Ιουλιανού του παραβάτη και φτάνουν ως τις θεωρίες του Εγέλου και της παράκρουσης του Νίτσε. Θα πρέπει να ξέρουν μερικοί ψευτοδιανοούμενοι, που για να παραστήσουν τους σπουδαίους και να εντυπωσιάσουν τους αφελείς παπαγαλίζουν υλιστικά συνθήματα και προπαγανδίζουν αθεϊστικές θεωρίες, ότι και ο υλισμός του Μαρξ και ο πανσεξουαλισμός  του Φρόιντ και ο μηδενισμός τους Σαρτρ, δεν είναι σε τελευταία ανάλυση παρά αναστήματα  και επαναλήψεις προχριστιανικών  θεωριών που έχουν εδώ και πολλά χρόνια κριθεί και απορριφθεί από την αληθινή επιστημονική γνώση. Οι αθειστικές  αυτές θεωρίες οδήγησαν το σύγχρονο άνθρωπο και τον πολιτισμό του στη χρεοκοπία. Ο σημερινός πολιτισμός μπορεί να έφτασε  σε καταπληκτικά επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα, μπορεί να σημείωσε θαυμαστή πρόοδο στο πεδίο της ύλης, όμως στο πεδίο του πνεύματος εμφανίζει τέτοια  οπισθοδρόμηση, που κατάντησε τα πάθη και τα εγκλήματα των πολιτισμένων να είναι χειρότερα και μεγαλύτερα από εκείνα των βαρβάρων και των απολίτιστων. Παρά τις όμορφες ανθρωπιστικές διακηρύξεις μας ακολουθούμε το νόμο της ζούγκλας που επιβάλλει το δίκιο του ισχυρότερου. Η βία και η τρομοκρατία κυριαρχούν στις μεγαλουπόλεις μας η ανθρώπινη ζωή δεν έχει σήμερα περισσότερη αξία από εκείνη που είχε στα χρόνια της παρακμής της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας .Στο όνομα της ελευθερίας αρνηθήκαμε το Θεό και  υποδουλώθηκαμε στην ύλη. Ζητήσαμε να απαλλαγούμε από τη θεϊκή αυθεντία και δημιουργήσαμε μια καινούργια ειδωλολατρία θεοποιώντας την ανθρώπινη γνώση. Έτσι χάσαμε την ανθρωπιά μας και καταντήσαμε μηχανές που παράγουν και καταναλώνουν ακατάπαυστα, όχι μόνο προϊόντα αλλά και ιδέες. Έχει δίκιο  ξένος χριστιανός  στοχαστής όταν  γράφει : «ἐκεῖ  ποὺ δὲν ὑπάρχει Θεός, δὲν ὑπάρχει πλέον οὔτε ἄνθρωπος». Και διερωτάται κανείς: αν όλα αυτά είναι πρόοδος τότε τι είναι παρακμή;

          Η  Ηθική οπισθοδρόμηση που χαρακτηρίζει το σύγχρονο πνευματικό πολιτισμό αποτυπώνει την σφραγίδα της και στην προσωπική ζωή των σημερινών ανθρώπων. Όχι μόνο των εκ πεποιθήσεως  υλιστών και άθεων αλλά και εκείνων που θεωρητικά πιστεύουν στο Θεό και αναγνωρίζουν την αξία και τη μοναδικότητα της χριστιανικής αλήθειας. Η ασυνέπεια ανάμεσα στην πίστη και στο έργο των χριστιανών και οι  τόσο συχνές στον πνευματικό αγώνα τους ηθικές μεταπτώσεις και παλινδρομήσεις είναι φαινόμενο πιο θλιβερό από την άρνηση της Ευαγγελικής Πίστεως. Αποστολή των χριστιανών είναι να βαδίζουν με βήματα σταθερά  τον ανήφορο που φέρνει στην ηθική τελειότητα. Σκοπός του αγώνα τους είναι ο «καινὸς ἄνθρωπος»(Εφεσ. Β΄15) και  « η Καινή κτίσις »(Β Κοριν.ε΄17).

           Ολόκληρη η ζωή τους πρέπει να είναι μια συνεχής αλλαγή και μεταμόρφωση προς το καλύτερο. Όμως εμείς συχνά  αθετούμε την κλίση μας και προδίδουμε την αποστολή μας. Άλλοτε παρασυρόμαστε από τις αδυναμίες της σάρκας και από τις επιταγές του ενστίκτου. Γονατίζουμε τότε στη λάσπη, προδίδουμε το συζυγικό όρκο μας, θυσιάζουμε στο βωμό της ηδονής όχι μόνο το μόχθο μας αλλά και την αξιοπρέπεια μας. Άλλοτε αφήνουμε τη φωνή του συμφέροντος να κατευθύνει τις πράξεις μας. Χάνουμε τότε την ανθρωπιά μας και φτάνουμε να πιούμε ακόμα και το αίμα των συνανθρώπων μας. Άλλοτε πάλι δείχνοντας ολιγόπιστοι και έλλειψη εμπιστοσύνης στην πρόνοια του Θεού ξαναγυρίζουμε σε ειδωλολατρικές συνήθειες, προλήψεις και δεισιδαιμονίες, που κατήργησε ο ερχομός του Χριστού. Εμπιστευόμαστε τυφλά τότε τους μάγους, τις χαρτορίχτρες, το ωροσκόπιο. Είναι αλήθεια πως πολλές φορές πονούμε  για το κατάντημά μας και μετανιώνουμε για τις πράξεις μας. Παίρνουμε γενναίες αποφάσεις  να διορθωθούμε και αρχίζουμε την προσπάθεια. Όμως δεν έχουμε ούτε την αγωνιστικότητα ούτε την πίστη που χρειάζεται για να το επιτύχουμε. Γρήγορα βρισκόμαστε πάλι εκεί από όπου ξεκινήσαμε και γινόμαστε παραβάτες του ηθικού νόμου. Έτσι αντί να  πηγαίνουμε μπροστά, ξαναγυρίζουμε στην ίδια φρικτή σκλαβιά από την οποία εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια μας ελεύθερος ο Χριστός.

            Αδελφοί μου,

οι ορειβάτες στην ανάβαση τους προς τις κορυφές κοιτάζουν πάντα μπροστά και όλο ψηλά. Αν κοιτάξουν  προς τα κάτω και προς τα πίσω θα πάθουν ίλιγγο. Θα πέσουν και θα συντριβούν στα  βάραθρα. Το ίδιο πρέπει να κάνουν και όσοι θέλουν να ανέβουν στις πνευματικές κορυφές. Στις κορυφές της αλήθειας, της ελευθερίας, της Αρετής, της ηθικής τελειότητας. Κοιτάζουν «πάντα μπροστὰ καὶ ὅλο ψηλὰ καὶ ὅλο ψηλότερα», όπως λέει ο ποιητής. Δεν σταματούν ποτέ την προσπάθεια για τα ωραία και τα μεγάλα. Ο αγώνας για την τελειότητα είναι ατελείωτος , γιατί όσο ο άνθρωπος την πλησιάζει τόσο εκείνη ανεβαίνει ψηλότερα από το ανάστημα του. Η αληθινοί μαθητές του Χριστού δεν γυρίζουν ποτέ προς τα πίσω. Δεν ξαναχτίζουν ότι σαθρό και άσχημο γκρέμισε με τη σάρκωσή του, τη σταυρική θυσία και την Ανάσταση ο Θεάνθρωπος. Εφαρμόζουν την τακτική ενός αγωνιστή που έφτασε στην πιο ψηλή κορυφή της αγιότητας «τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος τοῖς δὲ  ἔμπροσθεν ἐπεκτεινόμενος»( Φιλιπ.γ΄14). Με το δυναμισμό τους και την ανακαινιστική  χάρη της Πίστεως τους μεταμορφώνουν και ανακαινίζουν τον κόσμο. Οργώνουν και σπέρνουν μέσα τους και γύρω τους το θεϊκό σπόρο χωρίς οπισθοδρομήσεις.

Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2020

Τὸ ἐν Χώναις τῆς Φρυγίας θαῦμα τοῦ Ἀρχιστρατήγου Μιχαὴλ

 

Λόγος εἰς τὸ ἐν Χώναις τῆς Φρυγίας θαῦμα τοῦ
Ἀρχιστρατήγου Μιχαὴλ

Ἀρχιμανδρίτης Φώτιος Ἰωακεὶμ

«Ὁ Ταξιάρχης τῶν ἄνω Δυνάμεων,
Μιχαὴλ ὁ πρωτοστάτης τῶν θείων ταγμάτων,
σήμερον ἡμᾶς πρὸς πανήγυριν συνεκάλεσεν»

Πανήγυρη φαιδρὰ καὶ ἡμέρα πανσεβάσμια ἡ παροῦσα, ἀγαπητοί μου ἐν Κυρίῳ ἀδελφοί. Σήμερα ἡ ἁγία τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησία τιμᾶ καὶ γεραίρει δοξολογικὰ τὸ μέγιστο ἐν Χώναις θαῦμα τοῦ παμμεγίστου Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ καὶ δοξάζει τὸν Θεό, τὸν θαυμαστὸ καὶ μέσῳ τῶν ἀγγέλων καὶ μέσῳ τῶν ἁγίων Του.

Γι᾽ αὐτὸ καὶ συναθροιστήκαμε κι ἐμεῖς ἀπόψε στὸν περικαλλῆ τοῦτο ναὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ τοῦ εὐλογημένου παλαίφατου χωριοῦ σας τῆς Πλατανιστάσας, γιὰ νὰ τιμήσουμε τὸν πρῶτο, τὸν πρωτοστάτη τῶν ἀσωμάτων ἀγγέλων Μιχαήλ, τὸν ἑστιάτορα καὶ προέξαρχο τῆς λαμπρῆς αὐτῆς ὁμήγυρης μαζὶ καὶ πανήγυρης.

Ὁ Θεός μας εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἡ ἀγάπη«Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν», κατὰ τὴν ὑψήγορη τοῦ μαθητῆ τῆς ἀγάπης ρήση (Α´ Ἰω. 4, 8). Καί, ἀπὸ αὐτή του τὴν ἀγάπη κινούμενος, θέλησε νὰ δημιουργήσει ὑπάρξεις λογικές, ποὺ νὰ μετέχουν στὴ Χάρη Του. Ταυτόχρονα, ὁ Θεὸς εἶναι Φῶς, «τὸ Φῶς τὸ ἀληθινὸν» καὶ προαιώνιο: «ὁ Θεὸς φῶς ἐστι καὶ σκοτία ἐν αὐτῷ οὐκ ἔστιν οὐδεμία» (Α´ Ἰω. 1, 5). Πρὶν λοιπὸν δημιουργήσει τὸν ὑλικὸ καὶ ὁρατὸ κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο, δημιούργησε τὸν ἄυλο καὶ ἀόρατο κόσμο, τὶς ἀναρίθμητες δηλαδὴ ἀγγελικὲς Δυνάμεις, ὄντα λογικὰ καὶ ἀσώματα, γιὰ νὰ κοινωνοῦν, νὰ μετέχουν στὴν ἄκτιστη Χάρη Του. Ἡ πρὶν ἀπὸ τὴν ὑλικὴ δημιουργία πλάση τους μαρτυρεῖται ξεκάθαρα στὸ βιβλίο τοῦ Ἰὼβ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη: «ὅτε ἐγενήθησαν ἄστρα, ᾔνεσάν με φωνῇ μεγάλῃ πάντες ἄγγελοί μου» (Ἰὼβ 38, 7). Καί, ὡς φῶς ποὺ εἶναι ὁ Θεός, τοὺς ἔπλασε «φῶτα δεύτερα», ποὺ δέχονται δηλαδὴ τὸ φῶς τῆς Χάριτος καὶ θείας γνώσεως ἀπὸ τὸν  ἴδιο, ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τοῦ φωτός, καὶ τὸ μεταδίδουν μὲ τὴ σειρά τους, «ὡς ἔσοπτρα τοῦ φωτός», δηλ. σὰν καθρέπτες, οἱ ἀνώτεροι πρὸς τοὺς κατώτερους καὶ ὅλοι πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Τὴ φύση τῶν ἀγγέλων καὶ τὸν ἀριθμό τους μόνο ὁ Κύριος γνωρίζει. Τὸ μεγάλο τους πάντως πλῆθος ὑποδηλώνει ἐμφαντικὰ σὲ μία του θεϊκὴ ὅραση-ἀποκάλυψη ὁ προφήτης Δανιήλ: «χίλιαι χιλιάδες ἐλειτούργουν αὐτῷ καὶ μύριαι μυριάδες παρειστήκεισαν αὐτῷ» (Δαν. 7, 10). Σύμφωνα δὲ μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν ἱερὰ Παράδοσή μας, καὶ μάλιστα τὰ θεολογικώτατα συγγράμματα τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, ὁ ἀγγελικὸς κόσμος κατατάσσεται σὲ ἐννέα τάγματα, ποὺ ὑποδιαιροῦνται σὲ τρεῖς τριαδικὲς ἑνότητες, πρὸς τιμὴ καὶ κατὰ τὸν τύπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Οἱ χορεῖες αὐτὲς τῶν ἐννέα ἀγγελικῶν ταγμάτων εἶναι τὰ Σεραφείμ, τὰ Χερουβείμ, οἱ Θρόνοι, οἱ Κυριότητες, οἱ Δυνάμεις, οἱ Ἐξουσίες, οἱ Ἀρχές, οἱ Ἀρχάγγελοι καὶ Ἄγγελοι, μὲ προεξάρχοντες τὴν ὁμάδα τῶν ἀρχηγῶν καὶ ἀρχιστρατήγων τους Μιχαήλ, Γαβριήλ, Ραφαὴλ κ.ἄ. Νὰ διευκρινήσουμε ἐδῶ δύο πράγματα. Πρῶτο, πὼς τὸ ὄνομα, ὁ χαρακτηρισμὸς τῶν Μιχαήλ, Γαβριήλ, κ.ἄ. ἀγγέλων ὡς Ἀρχαγγέλων δὲν ἀναφέρεται στὸ ὁμώνυμο προτελευταῖο ἱεραρχικὰ ἀγγελικὸ τάγμα, ἀλλὰ δηλώνει τὸ ἀξίωμά τους ὡς ἀρχηγῶν, προϊσταμένων ὅλων τῶν ἄλλων ἀγγελικῶν δυνάμεων. Παρόμοια, καὶ τὸ ὄνομα ἄγγελοι, δηλώνει καὶ  τὸ τελευταῖο ἱεραρχικὰ ἀγγελικὸ τάγμα, ἀλλὰ ἀποδίδεται καὶ σὲ ὅλες γενικὰ τὶς ἀγγελικὲς Δυνάμεις. Καὶ βέβαια ὁ Τριαδικός μας Θεός δημιούργησε ἐλεύθερους τοὺς ἀγγέλους, καὶ σεβάστηκε τὴν ἐλευθερία τους. Δὲν τοὺς ἔκανε δηλαδὴ ἐξαρχῆς ἄτρεπτους πρὸς τὸ κακό, ἀλλὰ αὐτεξούσιους, ὥστε, χρησιμοποιώντας τὴν ἐλεύθερή τους βούληση, νὰ ἀνυψώνονται πρὸς τὸν Θεὸ καὶ νὰ αὐξάνουν σὲ ἁγιότητα μὲ τὴ θεωρία τῶν θείων τοῦ Θεοῦ μυστηρίων.

Σὲ κάποια ὅμως στιγμή, ποὺ δὲν γνωρίζουμε ἀκριβῶς -καὶ πάντως πρὶν τὴ δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου-, ὁ Ἑωσφόρος, τὸ πλησιέστερο πρὸς τὸν Θεὸ ἀγγελικὸ πνεῦμα, κάνοντας κατάχρηση τῆς ἐλευθερίας του αὐτῆς καὶ λησμονώντας πὼς εἶναι κτίσμα, κυριεύθηκε ἀπὸ ὑπερηφάνεια καὶ θέλησε νὰ ὁμοιωθεῖ μὲ τὸν Ὕψιστο. Ἦταν ὁ πρῶτος, ποὺ ἐπέλεξε τὸ κακὸ καὶ ἀπέρριψε τὸ καλό, ὁ πρῶτος ἀποστάτης ἀπὸ τὴν ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Ἡ καταδίκη τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴ δίκαια κρίση Του, ὑπῆρξε ἄμεση: Μόλις δηλαδὴ συλλογίστηκε καὶ θέλησε νὰ πράξει αὐτά, ἀμέσως –ἀλίμονο!– καταβαραθρώθηκε στὴν κόλαση. Ἐξέπεσε τοῦ ἀξιώματός του καὶ ἀπὸ φῶς ἔγινε σκότος. Καὶ στὴν πτώση του, τὴν ἀποστασία του, παρέσυρε πλῆθος ἀγγέλων. Ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἐκπεσόντες ἄγγελοι κατέστησαν τὸ τάγμα τῶν διαβόλων. Τὴ θλιβερὴ ἐκείνη ὥρα τῆς ἀνταρσίας ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τῆς πτώσεως, ὁ ἀρχιστράτηγος τῶν ἀγγέλων Μιχαήλ, ποὺ ἦταν στερεωμένος ἀκράδαντα μὲ τὴν ταπεινοφροσύνη στὴν ἀγάπη καὶ λατρεία τοῦ Δημιουργοῦ, βρέθηκε  ἀνάμεσα στοὺς ἀγγέλους, ποὺ ἔμειναν πιστοί, καὶ βροντοφώναξε: «Πρόσχωμεν! Στῶμεν καλῶς! Στῶμεν μετὰ φόβου!» Μὲ τὴ θαρραλέα καὶ ἁγία αὐτὴ ἐπέμβαση τοῦ Μιχαήλ, σταμάτησε ἡ πτώση ἄλλων ἀγγέλων, καὶ οἱ χορεῖες ὅσων δὲν ἔπεσαν συναθροίσθηκαν, συνάχθηκαν σὲ ἑνότητα, ὁμόνοια καὶ ἐπαγρύπνηση στὴ δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Σὲ ἀνάμνηση αὐτῆς τῆς Σύναξης τῶν ἀγγελικῶν Δυνάμεων, μὲ τὴ σωτήρια αὐτὴ παρέμβαση τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, οἱ ἅγιοι Πατέρες μας, ἀκολουθώντας τὴν ἀρχαία τούτη παράδοση, θέσπισαν τὴν ἑορτή, ποὺ κάθε χρόνο στὶς 8 Νοεμβρίου τιμᾶ μὲ ὕμνους καὶ ᾠδὲς  πνευματικὲς ἡ Ἐκκλησία μας.

Κατὰ τὴ σημερινὴ ὅμως ἡμέρα, τιμοῦμε ἰδιαίτερα τὸν ἀρχάγγελο Μιχαήλ, ποὺ τὸ ὄνομά του σημαίνει δύναμις Θεοῦ ἢ ποιός εἶναι σὰν τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ὁ ἀρχάγγελος τῆς δικαιοσύνης τοῦ  Θεοῦ, καὶ ποὺ κατεξοχὴν δρᾶ  καὶ ἐμφανίζεται τὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὅποιος τὴ μελετήσει ἐπισταμένως, θὰ διαπιστώσει τὶς πολλαπλὲς θαυμαστὲς ἐκεῖ ἐμφανίσεις καὶ παρεμβάσεις του. Ὅμως, μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ στὴ γῆ, οἱ ἐμφανίσεις καὶ θαυμαστὲς ἐπεμβάσεις τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, δηλαδὴ οἱ ἀποδείξεις τῆς ἀγάπης καὶ πρόνοιάς του πρὸς τοὺς χριστιανούς, ἔγιναν ἀκόμη μεγαλύτερες. Κι αὐτὸ ἀποδεικνύει περίτρανα τὸ μεγάλο θαῦμα, τὴν ἀνάμνηση τοῦ ὁποίου σήμερα ἑορτάζουμε, καὶ ποὺ ἔχει τὴν ἑξῆς προϊστορία.

Διερχόμενος ὁ ἀπόστολος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Κολασσῶν τῆς Φρυγίας στὴ Μικρὰ Ἀσία γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο, προφήτευσε ὅτι ὁ ἀρχάγγελος Μιχαὴλ θὰ ἐπεσκίαζε μὲ τὴ χάρη του ἕνα μέρος ἐκεῖ, ποὺ ὀνομαζόταν Χαιρέτοπα (σήμερα Kaya-dipi). Δὲν πέρασε πολὺς χρόνος καὶ πράγματι, μὲ τὴν ἐπισκίαση τοῦ ἀρχιστρατήγου Μιχαήλ, ἀνέβλυσε στὸν τόπο ἐκεῖνο πηγὴ νεροῦ -θαυματουργὸ ἁγίασμα-, ποὺ θεράπευε κάθε ἀσθένεια. Κάποτε, τὸ ἁγίασμα τοῦτο θεράπευσε τὴν κωφάλαλη θυγατέρα ἑνὸς ἄρχοντα, ὁ ὁποῖος, σὲ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν ἀρχάγγελο, ἀνήγειρε στὸν τόπο ἐκεῖνο περικαλλῆ ναὸ πρὸς τιμή του. Ἐνενήντα χρόνια μετά, κάποιος εὐλαβὴς νέος ἀπὸ τὴν πλησιόχωρη Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας μὲ τὸ ὄνομα Ἄρχιππος πῆγε στὸν ναὸ τοῦτο τοῦ ἀρχαγγέλου καὶ ἀφιερώθηκε σ᾽ αὐτόν, ὑπηρετώντας ὡς νεωκόρος. Τόση ἦταν ἡ ἀγάπη καὶ ὁ ζῆλος του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τόσο ὑψηλὴ ἀσκητικὴ ζωὴ διερχόταν, ὥστε ἔλαβε σύντομα τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Ἀλλὰ ὁ χαιρέκακος διάβολος, βλέποντας τὶς ἀτέλειωτες θαυματουργίες τοῦ ἁγιάσματος καὶ τὰ ἀσκητικὰ κατορθώματα τοῦ Ἀρχίππου, φθόνησε καὶ ἐξέγειρε ἐναντίον του τὸν φθόνο τῶν περιοίκων εἰδωλολατρῶν, ποὺ πολλὲς φορὲς τὸν ὕβρισαν καὶ τὸν κτύπησαν βάναυσα. Ἀκόμη, δοκίμασαν νὰ κατευθύνουν πρὸς τὸ ἁγίασμα τὰ νερὰ τοῦ ποταμοῦ Χρύσου, ποὺ ἔρρεε ἐκεῖ κοντά, ὥστε αὐτὸ νὰ ἀποβάλει τὴν ἰαματική του χάρη, ἀλλὰ ὁ ἀρχάγγελος μὲ τὴν ἀόρατη ἐπέμβασή του ἀναχαίτησε τὴ ροὴ τοῦ ποταμοῦ καὶ ματαίωσε τὰ ἀντίθεα σχέδιά τους.

Γιὰ ἔλθουμε καὶ στὸ θαῦμα, τοῦ ὁποίου σήμερα τελοῦμε τὴν ἀνάμνηση, κάποια ἄλλη φορά, οἱ εἰδωλολάτρες ἔσκαψαν βαθειὰ τάφρο, τὴν περιέφραξαν καὶ μετέφεραν ἐκεῖ μὲ αὐλάκια τὰ νερὰ τῶν παραρρεόντων ποταμῶν Λυκοκάστρου καὶ Κούφου. Ἀφοῦ μαζεύτηκε λοιπὸν στὸ φράγμα ἐκεῖνο, ποὺ βρισκόταν λίγο πιὸ πάνω ἀπὸ τὸν ναὸ καὶ τὸ ἁγίασμα τοῦ ἀρχαγγέλου, μεγάλη ποσότητα νεροῦ, ἀποφάσισαν κατὰ τὰ μεσάνυκτα νὰ τὸ ἀνοίξουν, ὥστε ἡ ὁρμὴ τῶν συγκεντρωμένων ὑδάτων νὰ καταποντίσει ἔξαφνα τὸν ναὸ καὶ τὸν Ἄρχιππο καὶ νὰ ἐξαφανίσει καὶ τὸ ἁγίασμα. Ὁ εὐλογημένος δοῦλος τοῦ Θεοῦ  Ἄρχιππος ἀντιλήφθηκε τὸ φοβερὸ αὐτὸ σχέδιο τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ μὲ δάκρυα θερμὰ καὶ πίστη παρακαλοῦσε τὸν ἀρχάγγελο νὰ ἐπέμβει. Καί, ποιός νὰ διηγηθεῖ τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί; Ὁ παμμέγιστος Μιχαὴλ εἰσάκουσε τὴ δέησή του, ἐμφανίστηκε στὸν Ἄρχιππο καὶ τὸν καθησύχασε νὰ μὴ φοβᾶται τίποτα! Ἔπειτα, τὸν κάλεσε ἔξω, νὰ τοῦ δείξει ὀφθαλμοφανῶς τὴ σωστική του ἐπέμβαση. Οἱ εἰδωλολάτρες εἶχαν ἤδη πρὶν λίγο ἀνοίξει τὸ φράγμα καὶ τὰ νερὰ πλησίαζαν μὲ φοβερὴ ὁρμὴ σὲ μία μεγάλη πέτρα πιὸ πάνω ἀπὸ τὸν ναό. Τότε ὁ Μιχαὴλ στάθηκε κοντὰ στὴν πέτρα ἐκείνη σὰν στῦλος πυρός καὶ χάραξε ἐπάνω της μὲ τὴ ράβδο του ποὺ κρατοῦσε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Βροντὴ φοβερὴ ἀκούσθηκε τότε, ἡ πέτρα σχίσθηκε καὶ ὁ Ταξιάρχης πρόσταξε τὰ νερὰ νὰ χωνευθοῦν μέσα στὸ ρῆγμα τῆς πέτρας. Καί, πράγματι, ἔτσι ἔγινε, καὶ σώθηκαν θαυμαστὰ ὁ ναός, ὁ Ἄρχιππος καὶ τὸ ἁγίασμα. Ἀπὸ τότε τὰ νερὰ ἐκεῖνα χώνονται, χωνεύονται στὸ σημεῖο ἐκεῖνο. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ τόπος μετονομάσθηκε «Χῶνες», πρὸς δόξαν Θεοῦ καὶ τιμὴν τοῦ θερμοῦ προστάτου μας ἀρχαγγέλου Μιχαήλ.

Καὶ ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ποὺ συναθροισθήκαμε σήμερα νὰ τιμήσουμε τὸν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ, ἂς τὸν τιμήσουμε μὲ ὕμνους καὶ προσευχὲς καὶ τὶς προσφορές μας σὲ ἄρτους, λάδι, κρασί, κερὶ καὶ θυμιάματα· προπάντων ὅμως μὲ τὰ θεάρεστα ἔργα μας. Νὰ ἀγωνιζόμαστε ἡ ζωή μας νὰ καταστεῖ ὅσο γίνεται ἀγγελική, δηλαδὴ πνευματική, οὐράνια, ὄχι βυθισμένη στὰ τοῦ κόσμου τούτου, τὰ ψυχοφθόρα καὶ πρόσκαιρα. Νὰ ἔχουμε ἀκόμη θάρρος καὶ ἐλπίδα στὴ ζωή μας, ἀφοῦ ἔχουμε «τοσοῦτον περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων» καὶ ἁγίων καὶ ἀγγέλων. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνο Δημιουργός. Εἶναι καὶ προνοητὴς καὶ ἔχει τὴ μέριμνά μας. Οἱ ποικίλες δοκιμασίες, ποὺ πέρασαμε καὶ περνοῦμε, ὡς ἔθνος καὶ ὡς κοινωνία, δὲν εἶναι τυχαῖες. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς παιδαγωγικῆς ἐπέμβασης, τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴ μετάνοια, τὴ σωτηρία μας. Οἱ ὅποιες τοῦτες κρίσεις εἶναι ἀπόρροια τῆς πνευματικῆς μας κρίσης, τῆς ἀποστασίας μας, τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ ἅγιο θέλημά Του. Φθάνει νὰ ἔχουμε αὐτιὰ νὰ ἀκούουμε καὶ μάτια νὰ βλέπουμε, ὅπως λέγει καὶ ὁ Χριστός μας στὸ Εὐαγγέλιο. Κι ἂν ἐμεῖς ζοῦμε μὲ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση, μὲ ἐνσυνείδητη μυστηριακὴ ζωή, μὲ ἀγάπη καὶ συμπαράσταση μεταξύ μας, μὲ ἐλεήμονα διάθεση, οἱ προσευχές μας καὶ οἱ ἱκεσίες ὅλων τῶν ἁγίων καὶ τῶν ἀγγέλων γιὰ μᾶς, καὶ τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ποὺ σήμερα τιμοῦμε, θὰ γίνουν ἰδιαίτερα εὐπρόσδεκτες ἀπὸ τὸν Κύριο. Καὶ θὰ μᾶς φυλάξει ἀπὸ τὰ παρόντα καὶ τὰ ἐπερχόμενα δεινά. Θὰ ἀποδιώξει τὸν ἀπὸ βορρὰ ἀνηλεὴ τύραννο. Θὰ μᾶς ἀξιώσει, ὡς ἐλεήμων, νὰ ἐπιστρέψουμε καὶ στὶς σκλαβωμένες μας πατρίδες. Μά, προπάντων, θὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ εἰσέλθουμε στὴν ἀληθινή, τὴν αἰώνια, τὴ μόνιμη πατρίδα μας, τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ὅπου ἡ  ἀκατάλυτη χορεία τῶν ἀγγέλων καὶ ἁγίων, ὅπου τὸ ἀνέσπερο Φῶς τοῦ Προσώπου Του, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει  ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος στοὺς  αἰῶνες. Ἀμήν!