Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2021

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

 




ΚΥΡΙΑΚΗ ΚΓ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ

Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα   2:4-10

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει, διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην αὐτοῦ ἣν ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ὄντας ἡμᾶς νεκροὺς τοῖς παραπτώμασιν συνεζωοποίησεν τῷ Χριστῷ· χάριτί ἐστε σεσῳσμένοι· καὶ συνήγειρεν καὶ συνεκάθισεν ἐν τοῖς ἐπουρανίοις ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ἵνα ἐνδείξηται ἐν τοῖς αἰῶσι τοῖς ἐπερχομένοις τὸν ὑπερβάλλονυα πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ ἐν χρηστότητι ἐφ᾽ ἡμᾶς ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ. Τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσῳσμένοι διὰ τῆς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον· οὐκ ἐξ ἔργων, ἵνα μή τις καυχήσηται. Αὐτοῦ γάρ ἐσμεν ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς οἷς προητοίμασεν ὁ Θεὸς ἵνα ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν.

 ΕΡΜΗΝΕΙΑ (κ. Παναγιώτη Τρεμπέλα)

4 Ὁ Θεός ὅμως πού εἶναι πλούσιος σέ ἔλεος, ἐξαιτίας τῆς πολλῆς του ἀγάπης μέ τήν ὁποία μᾶς ἀγάπησε,

5 κι ἐνῶ ἀκόμη ἤμασταν πνευματικά νεκροί ἐξαιτίας τῶν παραβάσεών μας, μᾶς ζωοποίησε πνευματικά μαζί μέ τόν Χριστό. Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἔχετε σωθεῖ, κι ὄχι μέ δικά σας κατορθώματα.

6 Καί μᾶς ἀνέστησε μαζί μέ τόν Χριστό καί μᾶς ἔβαλε νά καθίσουμε μαζί του στά ἐπουράνια. Καί ἡ ἀνάσταση καί ἀνύψωσή μας αὐτή ἔγινε μέ τήν ἕνωσή μας μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό.

7 Μᾶς εὐεργέτησε λοιπόν τόσο πολύ ὁ Θεός, γιά νά δείξει στούς ἀτελεύτητους αἰῶνες τῆς μελλοντικῆς ζωῆς τόν ἀσύλληπτο πλοῦτο τῆς χάριτός του μέ τήν ἀγαθότητα πού ἐπέδειξε σέ μᾶς μέσῳ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

8 Καί εἶναι ὄντως ἀσύλληπτος ὁ πλοῦτος τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Διότι μέ τή χάρη του ἔχετε σωθεῖ μέσῳ τῆς πίστεως. Καί ἡ σωτηρία σας αὐτή διά τῆς πίστεως δέν προῆλθε ἀπό σᾶς· δῶρο Θεοῦ εἶναι αὐτό.

9 Δέν σωθήκατε μέ τά δικά σας ἔργα, γιά νά μήν ἔχει κανείς τό δικαίωμα νά καυχηθεῖ.

10 Διότι καί ὡς ἄνθρωποι, ἀλλά προπάντων ὡς ἀναγεννημένοι Χριστιανοί, δικό του δημιούργημα εἴμαστε, πού δημιουργηθήκαμε γιά νά μένουμε ἑνωμένοι μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό καί νά κάνουμε καλά ἔργα, γιά τά ὁποῖα μᾶς προετοίμασε ὁ Θεός ὥστε νά πορευθοῦμε καί νά ζήσουμε τήν ὑπόλοιπη ζωή μας μ’ αὐτά.

(Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ - ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ “Ο ΣΩΤΗΡ”»)


 ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ

Τῷ καιρῷ εκείνω, ἄρχων τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ λέγων· διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω; Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός. Τὰς ἐντολὰς οἶδας· μὴ μοιχεύσῃς, μὴ φονεύσῃς, μὴ κλέψῃς, μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου. Ὁ δὲ εἶπε· ταῦτα πάντα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου.

Ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· ἔτι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. Ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα περίλυπος ἐγένετο· ἦν γὰρ πλούσιος σφόδρα. Ἰδὼν δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς περίλυπον γενόμενον εἶπε· πῶς δυσκόλως οἱ τὰ χρήματα ἔχοντες εἰσελεύσονται εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! Εὐκοπώτερον γάρ ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν.
Εἶπον δὲ οἱ ἀκούσαντες· καὶ τίς δύναται σωθῆναι; Ὁ δὲ εἶπε· τὰ ἀδύνατα παρὰ ἀνθρώποις δυνατὰ παρὰ τῷ Θεῷ ἐστιν.

Ἀπόδοση στη νεοελληνική:

Τον καιρό εκείνο, κάποιος ἄρχων προσῆλθε στον Ἰησοῦ και τὸν ἐρώτησε, «Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί νὰ κάνω διὰ νὰ κληρονομήσω ζωήν αἰώνιον;» Ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε, «Γιατὶ μὲ ὀνομάζεις ἀγαθόν; Κανεὶς δὲν εἶναι ἀγαθὸς παρὰ μόνος ὁ Θεός. Τὰς ξέρεις τὰς ἐντολάς, Νὰ μὴ μοιχεύσῃς, νὰ μὴ φονεύσῃς, νὰ μὴ κλέψῃς, νὰ μὴ ψευδομαρτυρήσῃς, νὰ τιμᾷς τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου». Ἐκεῖνος δὲ εἶπε, «ὅλα αὐτὰ τὰ ἐφύλαξα ἀπὸ τὴν νεανικήν μου ἡλικίαν».
Ὅταν ἄκουσε αὐτὸ ὁ Ἰησοῦς εἶπε, «Ἕνα ἀκόμη σοῦ λείπει· πώλησε ὅλα ὅσα ἔχεις καὶ μοίρασέ τα εἰς τοὺς πτωχοὺς καὶ θὰ ἔχῃς θησαυρὸν εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ ἔλα, ἀκολούθησέ με».  Ἀλλ’ αὐτὸς ὅταν τὸ ἄκουσε, ἐλυπήθηκε πολύ, διότι ἤτανε πολὺ πλούσιος. Ὅταν ὁ Ἰησοῦς τὸν εἶδε τόσον λυπημένον, εἶπε, «Πόσον δύσκολον εἶναι δι’ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τὰ χρήματα νὰ μποῦν εἰς τῆν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ! Εἶναι εὐκολώτερον νὰ περάσῃ μιὰ καμήλα ἀπὸ τὴν τρύπα μιᾶς βελόνας παρὰ νὰ μπῇ ἕνας πλούσιος εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ».
Ἐκεῖνοι ποὺ τὸ ἄκουσαν εἶπαν, Τότε ποιός μπορεῖ νὰ σωθῇ;». Αὐτὸς δὲ εἶπε, «Εκεῖνα ποὺ εἶναι ἀδύνατα εἰς τοὺς ἀνθρώπους εἶναι δυνατὰ εἰς τὸν Θεόν».

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2021

Εισόδια της Θεοτόκου

Τι εορτάζουμε στα Εισόδια της Θεοτόκου

20 Νοεμβρίου https://www.pemptousia.gr/

Το γεγονός της εισόδου της Κόρης της Ναζαρέτ στο ναό δεν μνημονεύεται στην Καινή Διαθήκη. Βέβαια, δεν είναι η μοναδική περίπτωση, γιατί ούτε και το γενέθλιον της Θεοτόκου Μαρίας αναφέρεται αλλ’ ούτε και η Κοίμησή της. Έτσι, δεν αποτελεί θεολογικό ή λειτουργικό ατόπημα της Εκκλησίας η καθιέρωση εορτών και η σύνταξη ακολουθιών σχετικών με τα πιο πάνω γεγονότα. Άλλωστε, στις σελίδες της Καινής Διαθήκης ένα μέρος της Θείας Αποκάλυψης περιέχεται, το οποίο στις πλείστες των περιπτώσεων περιστασιακά καταγράφηκε. Το μεγαλύτερο, όμως, μέρος των θείων αληθειών παραδόθηκε «διά ζώσης» στην Εκκλησία. Έτσι, η Εκκλησία είναι ο ανάδοχος σύνολης της θείας αποκάλυψης, γι’ αυτό και αυτή η Εκκλησία αποτελεί την Κιβωτό, η οποία «ανέκαθεν αχράντως πεφυλαγμένον» διακρατεί το μυστήριο της παρακαταθήκης του Θεού προς τους ανθρώπους. Επομένως, όσα η Εκκλησία διδάσκει και εντέλλεται, αυτά αποτελούν θεοπρεπείς πράξεις.

Η εορτή, λοιπόν, των Εισοδίων της Θεοτόκου αποτελεί πράξη της Εκκλησίας, η οποία, όχι μόνο δεν αντίκειται στο έργο της Νέας Οικονομίας, αλλά αντίθετα συνάδει και συλλειτουργεί με αυτό.

Έτσι, το βαθύτερο νόημα της εισόδου της τριετούς Παιδίσκης του Ιωακείμ και της Άννας στο ναό, δεν αποτελούσε την εκπλήρωση ενός τάματος της λύσης του ονειδισμού της ατεκνίας, αλλά εγκαινίαζε το μεγάλο κεφάλαιο της σωτηρίας των ανθρώπων. Η ατεκνία των γεννητόρων της Παναγίας ήταν μέσα στο σχέδιο του Θεού, ώστε η Μαρία να άποτελέσει τον καρπό της δωρεάς των γονιών της προς το Θεό. Αλλά και η είσοδός της στο ναό, παρά τους αμφίβολους λογισμούς πού μπορεί να προκαλεί στους πολλούς, οι οποίοι σκέπτονται γήινα και «αλλοτριόφρονα», αποτελεί το «προοίμιο της μελλούσης επισκιάζειν αυτή θείας χάριτος», όπως δηλώνει ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γερμανός. Και προσθέτει: «Τις έγνω τοιούτον πώποτε; Τις είδεν η τις ήκουσεν των νυν ή των πάλαι, θήλυ προσαγόμενον εις τα των αγίων ενδότερα άγια;».

Ασφαλώς, κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, η τριετίζουσα Κόρη προσέρχεται, για να αφιερωθεί στο ναό, για να αποβεί «ο καινότατος και καθαρώτατος και αμόλυντος τόμος, ου χειρί γραφησόμενος, αλλά πνεύματι χρυσοθησόμενος». Και τούτο έπρεπε, κατά τη θεία τάξη, να προηγηθεί, γιατί ένα πράγμα είναι δυνατό να σταθεί ως ακατόρθωτο γεγονός στον παντοδύναμο Θεό, το «συνελθείν αυτώ (τω Θεώ) τω ακαθάρτω», λέγει ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς. Επομένως, αν ο Θεός, όχι από αδυναμία, αλλά εξαιτίας της φύσης του αδυνατεί να επικοινωνήσει με το ακάθαρτο, πόσο μάλλον αμόλυντη και καθαρότατη έπρεπε να είναι η Παρθένος Μαρία, προκειμένου ο Υιός και Λόγος του Θεού να δανειστεί τα άσπιλα αίματά της και να αναπλάσει «διά Πνεύματος Αγίου αυτός δι’ εαυτόν» την ανθρώπινή του φύση;

Δίκαια, λοιπόν, η γιορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου αποκαλείται «θειοτάτη πανήγυρις» αλλά και ευλόγα η Υπεραγία Θεοτόκος ανυμνείται ως «θεοκαλλώπιστον ηγιασμένον» δώρο του Κυρίου.

Όσον αφορά στο πότε καθιερώνεται από την Εκκλησία η εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου δεν ύπάρχει σαφής είδηση. Δεν αποκλείεται, όμως, η εορτή αυτή να συνδέεται με την ίδρυση από τον Ιουστινιανό ναού στο λόφο Μορία, νότια του ναού του Σολομώντος, σε ρυθμό βασιλικής, αφιερωμένου στην «Αγία Μαρία». Ο ναός αυτός εγκαινιάστηκε το 543 μ.Χ. Έτσι, η λειτουργία του φαίνεται ότι συνδέθηκε σύντομα με το γεγονός των Εισοδίων της Θεοτόκου, γι’ αυτό και στη συνέχεια καθιερώνεται η εν λόγω εορτή. Δυστυχώς, ο ναός αυτός από τον 7ο αιώνα με την κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος.

Το ότι η πράξη της εισόδου της Παναγίας στο ναό διασώθηκε σε κάποιο από τα απόκρυφα κείμενα, το οποίο ονομάζεται «Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου» και το οποίο, βέβαια, δεν έχει καμιά σχέση με τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, αυτό δεν σημαίνει ότι η Εκκλησία ενστερνίστηκε και τις ιδέες ενός αποκρύφου κειμένου. Απλά, το απόκρυφο αυτό κείμενο διέσωσε την πληροφορία της εισόδου της Παναγίας στο ναό, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι το εν λόγω κείμενο εισηγείται και την εορτή της. Αυτό πού έχει πάντως σημασία είναι ότι η εορτή των Εισοδίων στηρίζεται σε ένα πραγματικό γεγονός, και αυτή η εορτή αρχίζει να καθιερώνεται μέσα στη ζωή της Εκκλησίας μας από τον 6ο αιώνα μ.Χ. Αναφορές βρίσκουμε στον άγιο Σωφρόνιο Ιεροσολύμων, στον άγιο Ανδρέα Κρήτης, και Πατέρες της Εκκλησίας εκφωνούν τον 8ο αιώνα πανηγυρικούς λόγους κατά την εορτή των Εισοδίων.

Γι’ αύτό και σ’ ένα θαυμάσιο εγκωμιαστικό λόγο, εξαιτίας της εισόδου της Παναγίας στο ναό, ο Πατριάρχης Γερμανός ικετεύει: «Αλλ’, ω μοι Δέσποινα, μόνη το εμόν εκ Θεού ψυχαγώγημα, του εν εμοί καύσωνος η θεία δρόσος, της ξηρανθείσης μου καρδίας η θεόρρυτος ρανίς, της ζοφεράς μου ψυχής η τηλαυγεστάτη λαμπάς, της εμής πορείας η ποδηγία, της ασθενείας μου η δύναμις, της γυμνώσεως η αμφίεσις, της πτωχείας ο πλούτος, το των ανιάτων τραυμάτων το ίαμα, η των δακρύων αναίρεσις, των στεναγμών η κατάπαυσις, των συμφορών η μεταποίησις, των οδυνών ο κουφισμός, των δεσμών η λύσις, της

Τετάρτη 10 Νοεμβρίου 2021

 Ο Έλληνας απόστολος Φίλιππος


Γράφει ο Ηλίας Αθ. Καραθάνος

Πρόκειται για έναν από τους δώδεκα Αποστόλους με άφθαστο ζήλο για τα ιερά γράμματα στους καταλόγους της Καινής Διαθήκης (Ματθ ι΄294, Μάρκ γ΄16-19, Λουκ στ΄14-16), που κατέχει σε όλους την τέταρτη θέση, μετά τους αδερφούς Πέτρο κι Ανδρέα, καθώς και τους αδερφούς επίσης Ιάκωβο κι Ιωάννη.

Όπως κι οι δύο πρώτοι στη σειρά της παραπάνω αναγραφής, έτσι κι ο Φίλιππος καταγόταν από την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας (Ιωάν α, 45), η οποία είχε κατοίκους, Ελληνόφωνους κι Έλληνες της διασποράς. Ο Ανδρέας κι ο Φίλιππος ήταν οι μόνοι από τους δώδεκα που Ιουδαίοι εξ Εθνικών, Ελλήνων στην καταγωγή, οι οποίοι είχαν ελληνικά ονόματα και μάλιστα ο Φίλιππος απ’ το Ελληνικό ιστορικό μεγαλείο.

Άλλωστε, σ’ αυτούς απευθύνθηκαν οι Έλληνες, όταν θέλησαν να γνωρίσουν τον Χριστό, όπως αναφέρεται και παρακάτω, γεγονός το οποίο φανερώνει την οικειότητά τους προς τους συντοπίτες τους, που χρησιμοποίησαν ως μεσολαβητές προς τον Ιουδαϊκό λαό που εκτιμούσαν.

Καθώς φαίνεται, από μικρός ο Φίλιππος είχε σφοδρή κι άφθαστη έφεση για τα ιερά γράμματα. Από τα Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, που τα μελετούσε ακατάπαυστα, γνώριζε για τον ερχομό του Μεσσία, τον Οποίο κατάφερε έτσι να αναγνωρίσει χωρίς δυσκολία, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

Έτσι, όταν Εκείνος μετά την βάπτισή Του στον Ιορδάνη ποταμό από τον Τίμιο Ιωάννη του Πρόδρομο, τον βρήκε στην παραλία της Γαλιλαίας και τον κάλεσε. Ο Φίλιππος, αμέσως, χωρίς χρονοτριβή καθόλου, Τον ακολούθησε ολοπρόθυμα.

Μάλιστα βιάστηκε να βρει και τον φίλο του Ναθαναήλ και να του πεί: «Αυτόν που προανάγγειλαν ο Μωυσής στον Νόμο, και οι προφήτης, Τον συναντήσαμε. Είναι ο Ιησούς, ο υιός του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ». Ο Ναθαναήλ τον άκουσε με δυσπιστία, λέγοντας: «Μα μπορεί από τη Ναζαρέτ να βγει κάτι καλό», ρώτησε τον φίλο του κι ο Φίλιππος τότε του είπε: «Έλα και δες μόνος σου!».

Κατ’ αυτόν τον τρόπο τον οδήγησε κοντά στον Κύριο (Ιωάν α΄ 44-51). Από τότε ο Φίλιππος, ακολουθούσε τον Κύριο παντού, όπως κι οι άλλοι μαθητές, άκουγε τις διδαχές Του κι έβλεπε τα θαύματά Του. Αλλά κι ο ίδιος πήρε από τον Χριστό την εξουσία να διώχνει τα δαιμόνια και να θεραπεύει αποτελεσματικά κι ολοκληρωμένα, κάθε ασθένεια (Ματθ ι΄ 10).

Επίσης, μετά από εκτίμηση της ευγλωττίας του, καθώς και του βάθους της πνευματικότητάς του, σε συνδυασμό με τον σπάνιο πλούτο των επιχειρημάτων του, στάλθηκε να κηρύξει στους ανθρώπους τη μετάνοια (Μάρκ στ΄ 12) και τη και τη βασιλεία του Θεού στους ουρανούς (Λουκ θ΄ 2).

Κάποτε μερικοί Έλληνες, προσήλυτοι του Ιουδαϊσμού, θέλησαν να δουν τον Χριστό. Πήγαν λοιπόν, στον Φίλιππο και τον χρησιμοποίησαν ως μεσολαβητή, γιατί αφενός βρισκόταν στο πολύ κοντινό περιβάλλον Του κι αφετέρου κι αυτοί έβλεπαν τον Φίλιππο, ως ομοεθνή και γνώριμο. Τον παρακάλεσαν για να τύχουν της πρόσβασης.

Ο Φίλιππος αυτό το αίτημα το είπε στον Ανδρέα, σαν πιο έμπειρο. Έπειτα οι δυο τους παρουσίασαν την ομάδα των Ελλήνων στον Κύριο, ο Οποίος βλέποντας να τον προσεγγίζουν είπε το περίφημο ρητό; «Ήρθε πια η ώρα να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου (Ιωάν ιβ΄ 20-23).

Στον Μυστικό Δείπνο, όταν ο Χριστός μίλησε στους μαθητές Του για τον Επουράνιο Πατέρα Του, ο Φίλιππος αυθόρμητος, συνεσταλμένος κι απονήρευτος, όπως πάντα, Του είπε: ‘Κύριε, δείξε μας τον Πατέρα, κι αυτό μας φτάνει». Κι Εκείνος αποκρίθηκε αγανακτισμένος: «Τόσον καιρό είμαι μαζί σας, Φίλιππε, και δεν μ’ έχεις γνωρίσει. Αυτός που έχει δει εμένα, έχει δει τον Πατέρα…» (Ιωάν ιδ΄ 8-9).

Μετά την Πεντηκοστή, όταν κατά την παράδοση, οι Άγιοι Απόστολοι έβαλαν κλήρους, για να δουν που ήταν θέλημα Θεού, να κηρύξει ο καθένας το Ευαγγέλιο στον Φίλιππο κληρώθηκαν τα μέρη της Ασίας. Έτσι με βαθείς πιστούς κι ακούραστους συνεργάτες τον απόστολο Βαρθολομαίο και την αδερφή του Μαριάμνη, που τον ακολουθούσαν στις μετακινήσεις του και τον βοηθούσαν στο πολύπλοκο και πολυμερές έργο του.

Συνεπής στις υποχρεώσεις του, κήρυξε στις πόλεις της Λυδίας και της Μυσίας. Ύστερα πήγε στην Παρθία και στη χώρα των Κανδάκων ή Καρδούχων. Παρά τα εμπόδια από ανθρώπους και δαίμονες, πολλοί ήταν εκείνοι που πίστεψαν στον Χριστό.

Κάποτε, επιβιβάστηκε μαζί με τους συνοδούς του, σ’ ένα πλοίο, προκειμένου να μεταβεί στην Αζώτιδα και κατά την διάρκεια της νύκτας, παρά κάθε ελπίδα, δυστυχώς επήλθε μεγάλη τρικυμία. Το πλοίο, σαν τσόφλι καρύδας, παράδερνε, ανάμεσα στον πελώριο κυματισμό, μέσα στο άγριο και πυκνό σκοτάδι και κινδύνευε ανά πάσα στιγμή, να καταποντισθεί.

Εκείνη τη δύσκολη ώρα, ο ουρανός άνοιξε και φάνηκε στο μέσο ένας φωτεινός Σταυρός, που με το τηλαυγές φως του οδήγησε ασφαλώς τον κυβερνήτη στο λιμάνι. Εκεί, στην Αζώτιδα, ο Φίλιππος φιλοξενήθηκε από μια γνωστή, καλή οικογένεια, την οποία κατήχησε στον Χριστό και στη συνέχεια βάπτισε.

Στα μέλη αυτής της οικογένειας, ανήκε και μια κόρη, η Χαριτίνη, που κινδύνευε να χάσει ολότελα την όρασή της, από μια σοβαρή πάθηση των ματιών της κι ο πατέρας της παρακάλεσε με την καρδιά του, τον Απόστολο να τη θεραπεύσει, οπότε ο Φίλιππος είπε στην κόρη: «Θέλω, Χαριτίνη, να θεραπεύσεις την αρρώστια σου, μόνη, γιατί όλοι όσοι δέχονται το άγιο και ζωοποιό βάπτισμα, έχουν τη δύναμη να κάνουν θαυμαστά έργα. Το επόμενο πρωί, λοιπόν, βάλε στο δεξί σου μάτι το αντίστοιχο χέρι σου, ζήτησε την άμεση βοήθεια του Χριστού και θα γίνεις καλά.

Η κόρη υπάκουσε στον Φίλιππο κι έκανε σύμφωνα με τις συμβουλές του. Κι ο Κύρος απ’ την άλλη μεριά, φάνηκε συνεπής κι ανταποκρίθηκε στον θεϊκό λόγο Του: «Αιτείτε και δοθήσεται υμίν».

Η Χαριτίνη υπάκουσε στην προτροπή του Φιλίππου, ενώ ο Κύριος φάνηκε απολύτως ότι ανταποκρίνεται στη Θεία υπόσχεσή Του: «Αιτείτε και δοθήσεται υμίν». Κι έτσι αμέσως έγινε, όπως δηλαδή είχε προβλέψει ο Απόστολος, μετά από Θεία φώτιση, που τον καταξίωσε.

Κατόπιν από την θαυματουργική θεραπεία, η Χαριτίνη αφιερώθηκε με πλήρη αφοσίωση, ολοκληρωτικά, «ψυχή τε και σώματι» στην διακονία του έργου του Κυρίου κι από τότε πλαισίωνε την ακολουθία του αποστόλου Φιλίππου.

Από την πόλη, Αζώτιδα, μετέβη όλη η αποστολική συνοδεία του Φιλίππου, προκειμένου να διαδώσει το Ευαγγέλιο του Χριστού στην ιερά πόλη της Φρυγίας, όπου οι κάτοικοι δεν θέλησαν να δεχτούν το κήρυγμα, το οποίο περιλάμβανε το μήνυμα τα σωτηρίας του ανθρώπου. Αποφάσισαν μάλιστα να σκοτώσουν τον Φίλιππο, που ήταν επικεφαλής.

Τον συνέλαβαν λοιπόν,, και τον έσυραν χειροπόδαρα στον έπαρχο, Αρίσταρχο, ο οποίος με πολύ θυμό, του είπε: «Ξέρω, ότι περηφανεύεσαι για τις μαγείες σου, που τις παρουσιάζεις σαν θαύματα του Θεού σου. Αν δεν διορθωθείς, θα σε θανατώσω με λιθοβολισμό».

Βίαιος κι ασυγκράτητος ο Αρίσταρχος, τον άρπαξε από τα μαλλιά του, τον σέρνει καταγής και παντοιοτρόπως τον βασανίζει αλύπητα. Ο Απόστολος φώναξε δυνατά, έτσι που ν’ ακουστεί απ’ όλους, ώστε αφενός να σωφρονίσει τον έπαρχο κι αφετέρου να δείξει στους άλλους την ολκή της παντοδυναμίας του Χριστού:

«Κύριε, Σου ζητώ μια χάρη, όχι από οργή, αλλά από επιθυμία σωφρονισμού των απίστων. Κάνε, Σε παρακαλώ, να παραλύσει το χέρι που τόλμησε ν’ αγγίξει το κεφάλι μου, το ευλογημένο από Σένα!». Αμέσως, όχι μόνον το χέρι του Αρίσταρχου ξεράθηκε, αλλά επιπλέον τυφλώθηκε εντελώς από το ένα μάτι του, κουφάθηκε κι από τα δύο αυτιά του και τη λαλιά του έχασε.

Όλοι τότε οι παρευρισκόμενοι, έπεσαν μπροστά στα πόδια του Φιλίππου και τον παρακάλεσαν με δάκρυα στα μάτια τους να συγχωρήσει και να θεραπεύσει τον έπαρχο. Εκείνος τους είπε: «Τις ασθένειές τους μόνον Αυτός (αληθινός Θεός) μπορεί να θεραπεύσει, αφού δώσει άφεση αμαρτιών. Πιστέψετε λοιπόν, κι εσείς κι ο Αρίσταρχος σ’ αυτόν, και αμέσως ο έπαρχος θα συγχωρηθεί και συγχρόνως θα θεραπευτεί.

Εκείνη την ώρα περνούσε απ’ το σημείο που διαδραματίζονταν τα σχετικά με τον Φίλιππο και τον Αρίσταρχο, μια νεκρική πομπή. Τότε οι παρευρισκόμενοι με μια φωνή, απευθυνόμενοι στον Φίλιππο, απάντησαν: «Αν αναστήσεις τον νεκρό, κι ο Αρίσταρχος κι όλοι εμείς, θα προσκυνήσουμε τον Θεό σου».

Ο Άγιος τότε σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό,, προσευχήθηκε για λίγο νοερά στον Κύριο για λίγο και στη συνέχεια φώναξε στον νεκρό: «Θεόφιλε, ο Θεός σε προστάζει να σηκωθείς και να πεις ό,τι θέλεις, χωρίς κανένα εμπόδιο!». Αφού έγινε έτσι, ο νεκρός έπεσε στα πόδια του Αποστόλου, λέγοντας: «Σ’ ευχαριστώ Άγιε, γιατί με έσωσες από φοβερή συμφορά. Θα χανόμουν αιώνια, αν δεν με γλύτωνες. Τώρα έχω χαρά κι ελπίδα και πιστεύω στο φως της ζωής, τον Χριστό».

Όλοι σάστισαν από το παράδοξο γεγονός και πίστεψαν, χωρίς δισταγμό στον Κύριο. Ο Αρίσταρχος γιατρεύτηκε και μαζί με τους πολίτες κατηχήθηκαν στον Χριστό απ’ τον Φίλιππο και βαπτίστηκαν. Ο Απόστολος αφού χειροτόνησε ιερείς, νουθετεί τους νεοφώτιστους, προστάζει την ανέγερση Ιερών Ναών για τη λατρεία του Θεού και στη συνέχεια αναχωρεί για άλλες πόλεις της Φρυγίας.

Επιστρέφοντας, αργότερα στην Ιεράπολη, οι ειδωλολάτρες κάτοικοι τον έπιασαν, τον βασάνισαν και τον σταύρωσαν. Δίπλα του κρέμασαν τον συνεργάτη του Βαρθολομαίο. Αλλά ξαφνικά έγινε μεγάλος σεισμός κι όλα τα σπίτια της περιοχής γκρεμίστηκαν και πολλοί καταπλακώθηκαν από τα ερείπια.

Οι κάτοικοι κατάλαβαν το λάθος τους και προσέτρεξαν στους Αποστόλους, με δάκρυα να τους συγχωρήσουν. Ο Κύριος τους ευσπλαχνίστηκε και σταμάτησε τον σεισμό, ενώ τους τίμησε κιόλας δείχνοντας μια θαυμάσια οπτασία, κατά την οποία, μια φωτεινή σκάλα συνέδεε τη γη με τον ουρανό.

Οι άπιστοι πίστεψαν στον Χριστό και κατέβασαν από την κρεμάλα τον απόστολο Βαρθολομαίο. Όμως όταν πήγαν να ξεκαρφώσουν τον Φίλιππο από τον σταυρό, εκείνος αρνήθηκε, γιατί ήξερε ότι σύντομα θα έφευγε για τον ουρανό.

Πραγματικά! μετά από μία μικρή νοερή προσευχή, κέρδισε την ανείπωτη χαρά της αιωνιότητας και την χλιδή του Παραδείσου. Το τίμιο λείψανό του το έθαψαν στις 14 Νοεμβρίου του 87 ο Βαρθολομαίος κι η Μαριάμνη. Αφού χειροτόνησαν επίσκοπο Ιεραπόλεως τον Στάχυ, συνέχισαν την περιοδεία τους, αναχωρούντες για άλλους τόπους.

http://maxitisartas.gr/

Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2021

ΕΜΠΙΣΤΕΥΟΜΑΣΤΕ ΤΟ ΘΕΟ; / Ζ ΛΟΥΚΑ

Δύο θαύματα του Κυρίου μας Ιησού χριστού περιγράφει η σημερινή Ευαγγελική περικοπή, αυτό της θεραπείας της αιμορροούσης και της θυγατέρας του Ιάειρου. Η μία ήταν μια απλή γυναίκα μέσα στο πλήθος, ο δεύτερος ήταν επιφανής, άρχοντας της συναγωγής. Προσεγγίζουν το Χριστό, ο καθένας με διαφορετικό τρόπο: η αιμορροούσα δεν τολμά καν να ζητήσει από τον Κύριο να τη θεραπεύσει, απλά Τον πλησιάζει και ακουμπά την άκρη των ιματίων Του, και το θαύμα γίνεται.

 Ο αρχισυνάγωγος ζητά από τον Διδάσκαλο να έλθει στο σπίτι του και να θεραπεύσει τη μονάκριβη κόρη του και ο Χριστός έρχεται και ανασταίνει το κορίτσι, που στο μεταξύ είχε πεθάνει. Και οι δύο όμως, και η αιμορροούσα και ο Ιάειρος, έχουν δύο κοινά στοιχεία: διαθέτουν πίστη και τόλμη. Πιστεύουν ότι ο Χριστός μπορεί να παράσχει την ίαση και τολμούν, ο μεν να το ζητήσει και η δε να αγγίξει τον Κύριο.

Δεν ήταν μικρό πράγμα για έναν αρχισυνάγωγο το να μιλήσει με το Χριστό. Οι Γραμματείς και οι φαρισαίοι είχαν απαγορεύσει στο λαό να Τον πλησιάζει και να ακούει τη διδασκαλία Του. Ο Ιάειρος όχι μόνο τολμά να βρίσκεται ανάμεσα στο πλήθος που ακούει τους λόγους του Κυρίου, αλλά και συζητεί μαζί Του και Του ζητά να έλθει στο σπίτι του, γιατί πιστεύει ότι ο μόνος που μπορεί να σώσει το παιδί του είναι ο Χριστός.
 Η πίστη του λοιπόν υπερνικά τον οποιοδήποτε φόβο, όπως ακριβώς και η πίστη της γυναίκας, που απλά αγγίζει τα ρούχα του Κυρίου Ιησού, προσδοκώντας να λάβει την ίαση.
Την αναγκαιότητα της πίστης προκειμένου να πραγματοποιηθεί το θαύμα, την επισημαίνει και την τονίζει ο ίδιος ο Χριστός. Στην αιμορροούσα λέει: “θυγάτηρ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε”και στον Ιάειρο, που τον ειδοποίησαν ότι η κόρη του πέθανε και να μην ταλαιπωρεί άλλο τον Διδάσκαλο, του απαντά: “μή φοβοῦ, μόνο πίστευσον, καί σωθήσεται”.
Τη διαφορά ανάμεσα σε αυτόν που πιστεύει ότι ο Χριστός θα κάνει το θαύμα και σε εκείνους που δεν το πιστεύουν τη βλέπουμε στους συγγενείς του μικρού κοριτσιού, που γέλασαν με τον Χριστό, όταν τους είπε να μην κλαίνε, γιατί το κορίτσι δεν πέθανε. Η απελπισία τους είχε εξανεμίσει κάθε ελπίδα και πίστη προς τον Θεό, και θεωρούσαν πως όλα πια είχαν χαθεί.
“Μόνο πίστευσον, καί σωθήσεται”. Τα λόγια του Χριστού είναι καταλυτικά, όχι μόνο για τον πατέρα του άρρωστου κοριτσιού, αλλά και για τον καθένα μας. Μέσα στο πέλαγος της βιοπάλης και της καθημερινότητας, συχνά αισθανόμαστε ανίσχυροι, αδύναμοι, νικημένοι.
Νιώθουμε ότι δεν έχουμε από πού να κρατηθούμε, πού να στηριχτούμε και να πάρουμε δύναμη για να αντεπεξέλθουμε στις δυσκολίες της ζωής. Συχνά μια ασθένεια, μια ανυπέρβλητη δυσκολία, μάς βυθίζει στην απόγνωση και την απελπισία. Κι όμως, ο Χριστός μάς προσκαλεί να πιστέψουμε, και η βοήθειά Του θα έλθει.
Τί σημαίνει να πιστέψουμε; είναι μια απλή λέξη, αλλά χρειάζεται τόλμη και απαιτεί υπέρβαση του εγώ μας, προκειμένου να γίνει πράξη στη ζωή μας. Είναι απαραίτητο πρώτα από όλα να συνειδητοποιήσουμε και να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε παντοδύναμοι, πως πέρα από τη δική μας προσπάθεια έχει μεγάλη σημασία και η παρουσία του Θεού στη ζωή μας, η προστασία Του και η ευλογία Του.
Μέσα στις δυσκολίες, τις αστοχίες και τις αποτυχίες, δύο επιλογές μάς μένουν: ή να βυθιστούμε στην απόγνωση και να καταστραφούμε πνευματικά, ή να αποδεχτούμε τη δική μας ανεπάρκεια και να στραφούμε με πίστη στον Θεό. Αν καταφέρουμε επομένως να κάνουμε τούτη την υπέρβαση του εγωισμού μας και αποδεχτούμε την παντοδυναμία αλλά και την αγάπη του Θεού προς εμάς, τότε μπορούμε με ταπείνωση πλέον να απευθυνθούμε προς Αυτόν και με πίστη να Του ζητήσουμε να έλθει σε βοήθειά μας.
Ο Θεός δεν είναι χαιρέκακος, ούτε θέλει να μας βλέπει να ταλαιπωρούμαστε. Επειδή όμως μας έπλασε ελεύθερους, περιμένει από μόνοι μας, ελεύθερα να Τον βάλουμε στη ζωή μας. Και στο μεταξύ, διακριτικά μας σκεπάζει και μας προσφέρει τις ευκαιρίες να πιστέψουμε σε Αυτόν.
Και επειδή ο Θεός είναι αγάπη, μόλις προστρέξουμε με πίστη σπεύδει και πραγματοποιεί το θαύμα στην προσωπική μας ζωή, όχι πάντα σύμφωνα με τη δική μας επιθυμία, αλλά με γνώμονα το πνευματικό μας καλό και συμφέρον.
Είναι όντως δύσκολο να στηρίξουμε την ελπίδα μας στο Θεό. Χρειάζεται ταπείνωση, χρειάζεται τόλμη, χρειάζεται πίστη. “Μή φοβοῦ, μόνο πίστευσον”, μας προσκαλεί σήμερα ο Χριστός, προκειμένου να κάνει το θαύμα στη ζωή μας. Αρκεί να Τον εμπιστευτούμε, να του δώσουμε χώρο να σταθεί μέσα στην καρδιά μας. Αυτή είναι και η προσευχή μας, σε κάθε Λειτουργία και σε κάθε ακολουθία της Εκκλησίας: “ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα”.
  π.Χερουβείμ Βαλέντζας
xerouveim.bloqspot.com