Παρασκευή 27 Ιουλίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για κυριακη θ ματθαιου













ΔΑΜΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ



Η θάλασσα αποτελεί χώρο πολλών δυνατοτήτων και απρόβλεπτων ενδεχομένων. Χώρο ξεκούρασης, ευχαρίστησης και απόλαυσης, αλλά και κινδύνου, πολλές φορές  θανατηφόρου. Χώρο που προσφέρει δυνατότητες κέρδους και ενδεχόμενα καταστροφής. Ένα χώρο περίεργο και "αδιάβατο" και μια απεραντοσύνη ομορφιάς. "Θάλασσα μεγάλη και ευρύχωρος", όπως λέει ο ψαλμός του Εσπερινού. Πολλές φορές εμείς οι άνθρωποι κάθε μεγάλη συγκέντρωση νερού την ονομάζουμε θάλασσα. Π.χ. Κασπία θάλασσα, Νεκρά θάλασσα, θάλασσα της Γεννησαρέτ κ.λ.π.
Η θάλασσα καλύπτει τη μεγαλύτερη έκταση της όλης επιφάνειας της γης. Μέσα σ’ αυτήν άρχισε ο Θεός την ζωή. Πρώτα απ’ όλα έφτιαξε τα θαλάσσια όντα. Από εκεί ξεκίνησε η ζωή και βγήκε από εκεί και στην ξηρά. Αποτελεί ανάμεσα στα άλλα και την κοιτίδα, δηλαδή την μήτρα, της ζωής. Έτσι θέλησε και έτσι ρύθμισε ο Χριστός.
Οι δεκατέσσερεις στίχοι (22-36) από το κεφάλαιο 14 του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου περιγράφουν την περιπέτεια των αποστόλων στην τρικυμισμένη θάλασσα της Γεννησαρέτ, που απειλεί να τους καταποντίσει, ενώ ο Χριστός βρίσκεται μακριά τους (στό "ὄρος προσεύξασθαι"). Όμως αίφνης εμφανίζεται να περπατάει πάνω στα κύματα! Εκείνοι τρομάζουν και ο Πέτρος, ως "απόδειξη" της γνησιότητας του προσώπου του Χριστού, του ζητάει να διατάξει (ο Χριστός) να πάει και ο ίδιος προς Αυτόν περπατώντας πάνω στα κύματα. Ο Χριστός του λέει: Έλα. Ο Πέτρος ξεκινάει, περπατάει, πλησιάζει προς τον Χριστό και τότε... Βλέπει τα πελώρια κύματα  και "ξεχνάει" τον Χριστό. Κι αμέσως αρχίζει να βουλιάζει! Χαμένος ανθρωπίνως, Του ζητάει να τον σώσει. Ο Χριστός τον λέει ολιγόπιστο· τον ανασύρει και βρίσκονται μαζί πάνω στο πλοίο.
Αυτό το περιστατικό είναι εντυπωσιακή περιγραφή των ανθρωπίνων. Είναι άραγε άλλο τίποτε κάθε ανθρώπινη ζωή, από μια "θάλασσα"; Η αντιστοιχία των δεδομένων της ανθρώπινης ζωής με αυτό το κομμάτι του Ευαγγελίου είναι εκπληκτική. Πλήρης αντιστοίχιση κατά τις συνθήκες! Κύματα ταράζουν τις ανθρώπινες ζωές. Κύματα άγρια και δολοφονικά. Κύματα προβλημάτων, αρρώστιας, κακού, οδύνης, κενού. Και ο Χριστός; Στο "ὄρος προσεύξασθαι"…!!!" Ανύπαρκτος" στις ανάγκες μου. Εγώ πνίγομαι κι Αυτός… προσεύχεται σιωπηλά! Σε τέτοιες φάσεις της ζωής, με την οδύνη της ωμότητας και την απαίτηση απάντησης, έρχεται και "μπαίνει μπροστά" σε κάθε ανθρώπινη ψυχή, το θέμα της πίστης! Σ᾿ όλα τα φρικτά κύματα της ζωής μου, γιατί ο Θεός σιωπά;
Στην ανθρώπινη ζωή, η σιωπή του Θεού είναι για το μυαλό μας μια σκανδαλιστική στάση! Εμείς, μικροί και αδύναμοι, του ζητάμε θαύμα για να Τον πιστέψουμε, κι Αυτός σιωπά και μας παραπέμπει στην απάντησή Του στον Θωμά:… "Μακάριοι οἱ μή ἰδόντες καί πιστεύσαντες";
Πόσες φορές κι εμείς, σαν τους αποστόλους, δεν είμασταν βέβαιοι ότι είμαστε μόνοι "βασανιζόμενοι ὑπό τῶν κυμάτων"; Όμως, αφ᾿ ενός μέσα στα κύματα και αφ᾿ ετέρου από την σιωπή του Θεού μαθαίνουμε την αγάπη Του και καταλαβαίνουμε ότι ο Χριστός σέβεται με απόλυτο τρόπο την ελευθερία μας και αφήνει πολύ περισσότερες επιλογές, απ᾿ ό,τι πιστεύουμε, στα χέρια και στην κρίση μας, ότι είναι πάντοτε παρών ακόμα και μέσα στην σιωπή Του! Αυτός ήταν και εκεί, επί των κυμάτων! Η δική μας κοντόθωρη προοπτική αυτό… το είχε αποκλείσει από τα ενδεχόμενα.
Εμείς ξέρουμε "μόνον" τον νόμο της βαρύτητας, που ισχύει σ᾿ όλη την γη και την ατμόσφαιρά της. Οι πέτρες βουλιάζουν, τα πουλιά πετούν. Ο Πέτρος ήταν ένας βράχος (αυτό σημαίνει Πέτρος) μεγάλης αντοχής, αλλά φυσικά "συνυφασμένος" με την βαρύτητα. Έτσι λοιπόν… βούλιαξε! Αυτό νομίζουμε...
Κι εμείς, μαζί με τον Πέτρο, δεν θέλουμε να καταλάβουμε ότι όλοι οι φυσικοί νόμοι δεσμεύουν τους πάντες, (ακόμα και τον Χριστό, ως άνθρωπο) και ότι μόνον η αυθυπέρβαση και η αυτοπαράδοση,  η απόφαση  δηλαδή να εμπιστευθούμε τον εαυτό μας μαζί με όλα τα άλλα στον Χριστό, αρχίζει να στήνει μέσα μας την πίστη. Δεν θέλουμε επίσης να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει εναντιότητα μεταξύ πίστεως και λογικής, αλλά… διαφορότητα.
«Η πίστη είναι το μυστήριο της ανθρώπινης ύπαρξης. Λογική και πίστη δεν είναι αντίπαλοι, είναι συναγωνιστές στην προσπάθεια να υπερπηδηθεί το τέρμα. Πίστη δεν είναι απλώς η παθητική παραδοχή του απίστευτου, αλλά ο αγώνας ανάμεσα στο εγώ και την αμφιβολία, όταν το εγώ βρίσκεται μπροστά στον Θεό». Σπ. Κυριαζόπουλος
Για μας, μπροστά σε τέτοιες συνθήκες και σε τόσο οριακά θέματα, μένουν ως στάση περίσκεψης και ωριμότητας οι κραυγές του Πέτρου: «Κύριε, σῶσον με»· και του δύστυχου πατέρα του σεληνιαζομένου νέου: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Τότε ανοίγεται... η δυνατότητα να... δαμάσουμε τα κύματα. ΑΜΗΝ.
Με αγάπη και ευχές  π. Θεοδόσιος

Ι.Ν.ΑΓ. Ι. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ  ΠΡΕΒΕΖΗΣ

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2018

Παρακλητικός Κανών Ἁγίας ΜΑΡΙΑΣ τῆς ΜΑΓΔΑΛΗΝΗΣ

Παρακλητικός Κανών Ἁγίας ΜΑΡΙΑΣ τῆς ΜΑΓΔΑΛΗΝΗΣ

   ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ  ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ    Εὐλογήσαντος τοῦ Ἱερέως ὁ ρνβ’ (142 ) Ψαλμός καί τό Θεός Κύριος μετά τῶν στίχων αὐτοῦ. Εἶτα Τροπάρια. Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὴν ἰσαπόστολον σεπτὴν Μυροφόρον, καὶ τὴν μαθήτριαν Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος, θεραπευτὴν πανάριστον τῶν νόσων ἐν ᾠδαῖς, ἅπαντες τιμήσωμεν, πρὸς αὐτὴν ἐκβοῶντες· πρόφθασον καὶ λύτρωσαι, σοὺς ἱκέτας ἐκ βλάβης, τῆς ἐνεστώσης, ἵνα σε ἀεί, ὡς εὐεργέτην Μαρία γεραίρομεν.
Δόξα.
Οἱ τῇ σορῷ τῆς Μυροφόρου προστρέχοντες, χειρὸς αὐτῆς πανευλαβῶς μετὰ πίστεως, δεῦτε ἐκ πόθου ταύτην ἀνυμνήσωμεν, πρὸς αὐτὴν κραυγάζοντες, ἐκ βαθέων καρδίας· Μαρία πανένδοξε, τοὺς σὲ νῦν προσκαλοῦντας, ἀπὸ παντοίων λύτρωσαι δεινῶν, ἐπιφορᾶς τε καὶ πάσης κακώσεως.
Δόξα. Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.
Οὐ σιωπήσομέν ποτε Θεοτόκε, τὰς δυναστείας Σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι, εἰμὴ γὰρ Σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τίς ἡμᾶς ἐῤῥύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δὲ διεφύλαξεν, ἕως νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν Δέσποινα ἐκ Σοῦ, Σοὺς γὰρ δούλους σώζεις ἀεί, ἐκ παντοίων δεινῶν.

Ὁ Ν’ (50) Ψαλμός.

Εἶτα ὁ Κανών.
ᾨδὴ α΄. Ἦχος πλ. δ’. Ὑγρὰν διοδεύσας.
Πολλοῖς συνεχόμενοι πειρασμοῖς, καὶ σοὶ προσδραμόντες, Μυροφόρε Μαγδαληνή, δεόμεθα πάσης ἐπηρείας, σαῖς προστασίαις καὶ νόσου διάσωσον.
Ἡ πάντιμος χείρ σου Μαγδαληνή, παρέχει ἰάσεις τοῖς νοσοῦσι καὶ πυρετοῖς, τοὺς συνεχομένους διασώζει, καὶ ἐκδιώκει δαιμόνων τὴν μάστιγα.
Νοσοῦντες τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν, παθῶν καχεξία, σοῦ προστρέχομεν τῇ σορῷ, ἴασιν αἰτοῦντες ταῖς εὐχαῖς σου, ἀπολαβεῖν καὶ πταισμάτων συγχώρησιν.
Θεοτοκίον.
Μαρίαν μαθήτριαν τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὴν Θεοτόκον ἀνυμνοῦμεν οἱ εὐσεβεῖς, νόσων θεραπείαν ἐξαιτοῦντες, ἀπολαβεῖν καὶ δεινῶν ἀπολύτρωσιν.

ᾨδὴ γ΄. Οὐρανίας ἁψῖδος.
Μυροφόρε Μαρία τὰ τῆς ψυχῆς ἴασαι, πάθη καὶ τοῦ σώματος δέομαι ταῖς πρεσβείαις σου, ὅπως γεραίρω σε, καὶ ἐκτελῶ σου τὴν μνήμην, πόθῳ θεοδόξαστε καὶ ἰσαπόστολε.
Εὐμενῆ σε προστάτιν πρὸς τὸν Θεὸν ἔνδοξε, πάντες προβαλλόμεθα πίστει Μαρία πάνσεμνε, καθικετεύοντες, ὡς Μυροφόρων σε πρώτην, λυτρωθῆναι ἅπαντας τῇ προστασίᾳ σου.
Εὐπροσδέκτοις εὐχαῖς σου Μαγδαληνὴ ἴασαι, νόσους τε καὶ πάθη ποικίλα καὶ πᾶσαν κάκωσιν, χειρὸς προσπτύξει σου, τῆς πανευόσμου Μαρία, ἣν Θεὸς ἐδόξασε παντοίοις θαύμασι.
Θεοτοκίον.
Παναγία Παρθένε ἡ τὸν Θεὸν τέξασα, ῥῦσαι πάσης θλίψεως βλάβης τε τοὺς προστρέχοντας, καὶ ἀνυμνοῦντάς Σε, σὺν Μυροφόρῳ καὶ σῶζε, πάσης περιστάσεως μόνη Πανύμνητε.
Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνων τοὺς δούλους σου Μυροφόρε, ὅτι σὲ ἐν πειρασμοῖς προβαλλόμεθα ἔνδοξε, ὡς ἕτοιμον βοηθὸν ἐν ἀνάγκαις.
Ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.
 
Κάθισμα. Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Πρεσβείαν τὴν σὴν ὡς ὅπλον ἀπροσμάχητον, πλουτοῦμεν ἀεὶ καὶ πίστει ἐκβοῶμέν σοι· Μυροφόρε πάνσεμνε, Μαγδαληνὴ Μαρία πρόφθασον, καὶ ἐκ κινδύνων λύτρωσαι ἡμᾶς, ταῖς θείαις πρὸς Κύριον πρεσβείαις σου.

ᾨδὴ δ΄. Εἰσακήκοα Κύριε.
Ὑπὲρ φύσιν χαρίσμασιν, ὡραϊζομένη χείρ σου ἡ πάντιμος, Μυροφόρε ἰσαπόστολε, θεραπεύει νόσους τῶν τιμώντων σε.
Ἀρυόμενοι πάντοτε, τὴν ἐκ τῆς σοροῦ χειρός σου χάριν ἀέναον, ὦ Μαρία εὐφημοῦμέν σε, καὶ τὸν σὲ δοξάσαντα γεραίρομεν.
Νοσημάτων θεράπευσον, πληθὺν τὴν ἡμῶν Μαρία δεόμεθα, διπλὴν ἴασιν βραβεύουσα, τῆς ψυχῆς ὁμοῦ τε καὶ τοῦ σώματος.
Θεοτοκίον.
Τῆς Μητρός Σου δεήσεσι, καὶ ἰσαποστόλου Μαρίας Κύριε· Σοῖς ἱκέταις δὸς συγχώρησιν, τῶν πλημμελημάτων ὡς Φιλάνθρωπος.

ᾨδὴ ε΄. Φώτισον ἡμᾶς.
Χεῖρά σου σεπτήν, Μυροφόρε ἀσπαζόμεθα, τὴν προσψαύσασαν τοὺς πόδας τοῦ Χριστοῦ, ἣν προσκυνοῦντες, πάσης νόσου ἐκλυτρούμεθα.
Ἔμπλησον ἡμῶν, τὰς ψυχὰς Μαρία χάριτος, τῇ προσπτύξει τῆς σεπτῆς σου χειρός, καὶ τὰς νόσους πάσας ἡμῶν ἴασαι.
Λύτρωσαι ἡμᾶς, ἐκ κινδύνων τε καὶ θλίψεων, καὶ αἰωνίας τυχεῖν ἀξίωσον, τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς Μαρία ἔνδοξε.
Θεοτοκίον.
Μόνην πρὸς Θεόν, προστασίαν Σὲ κεκτήμεθα, οἱ Σοὶ ἱκέται Θεομῆτορ ἁγνή, Ὃν Σαῖς πρεσβείαις ἐξιλέωσαι δεόμεθα.

ᾨδὴ στ΄. Τὴν δέησιν.
Ἐδόθη σοι, τῶν θαυμάτων δύναμις, καὶ ἡ χάρις τοῦ ἰᾶσθαι τὰς νόσους, τῶν ἀσθενῶν, Μυροφόρε ὀξέως· ὅθεν τελεῖς καθ’ ἑκάστην τοῖς κάμνουσι, θαυμάσια παντοδαπά, καὶ ἰάσεις Μαρία πανένδοξε.
Μὴ παύσῃ, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύουσα, περισκέπουσα ἀεὶ καὶ φρουροῦσα, ὅτι πρὸς σέ, Μυροφόρε Μαρία, διὰ παντὸς ἀφορῶμεν οἱ δοῦλοί σου, παντοίας οὖν ἐπιφορᾶς, ἀνωτέρους ἡμᾶς διαφύλαξον.
Ἐκ σάλου, τῆς τῶν παθῶν ὀχλήσεως, καὶ δεινῆς ἡμᾶς θεόφρον Μαρία, τῶν πονηρῶν, λογισμῶν καταιγίδος, πρὸς γαληνὸν ἐγκαθόρμισον ὅρμημα, ἰσχύεις γὰρ τοῦ βοηθεῖν, παῤῥησίαν ὡς σχοῦσα πρὸς Κύριον.
Θεοτοκίον.
Ὑμνοῦμέν Σε, Θεομῆτορ ἄχραντε, καὶ δοξάζομεν ἀεὶ κατὰ χρέος, ὅτι βροτῶν, σωτηρία ὑπάρχεις, ἐλπὶς καὶ δόξα καὶ σκέπη καὶ καύχημα, καὶ στήριγμα τῶν εὐσεβῶς, προσκυνούντων τὴν θείαν εἰκόνα Σου.

Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνων τοὺς δούλους σου Μυροφόρε, ὅτι σὲ ἐν πειρασμοῖς προβαλλόμεθα ἔνδοξε, ὡς ἕτοιμον βοηθὸν ἐν ἀνάγκαις.
Ἄχραντε, ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικὴν παῤῥησίαν.

Κοντάκιον. Ἦχος β΄. Προστασία τῶν χριστιανῶν.
Οἱ ποθοῦντες τῶν ἀσθενειῶν ἀναῤῥώσασθαι, τῇ σορῷ Μυροφόρου χειρὸς νῦν προσδράμωμεν, καὶ εἰκόνα τὴν αὐτῆς, προσκυνοῦντες εὐλαβῶς, μετὰ πόθου κράξωμεν αὐτῇ, ὡς λαβοῦσα χάριν ἐκ Θεοῦ, τοὺς νοσοῦντας ἰᾶσθαι, παντοίων πειρατηρίων, καὶ πικρῶν ἀλγηδόνων, θεράπευσον Μαγδαληνή, τοὺς ἐν πίστει ἀνυμνοῦντάς σε.

Προκείμενον. Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ.
Στ. Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῆς καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῆς.
Εὐαγγέλιον ἐκ τοῦ κατά Μάρκον (Κεφ. 16:9-20).
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀναστὰς ὁ Ἰησοῦς πρωῒ πρώτῃ Σαββάτου, ἐφάνη πρῶτον Μαρίᾳ τῇ Μαγδαληνῇ, ἀφ᾿ ἧς ἐκβεβλήκει ἑπτὰ δαιμόνια.  Ἐκείνη πορευθεῖσα ἀπήγγειλε τοῖς μετ᾿ αὐτοῦ γενομένοις, πενθοῦσι καὶ κλαίουσι· κἀκεῖνοι ἀκούσαντες ὅτι ζῇ, καὶ ἐθεάθη ὑπ᾿ αὐτῆς, ἠπίστησαν. Μετὰ δὲ ταῦτα δυσὶν ἐξ αὐτῶν περιπατοῦσιν ἐφανερώθη, ἐν ἑτέρᾳ μορφή, πορευομένοις εἰς ἀγρόν. Κἀκεῖνοι ἀπελθόντες, ἀπήγγειλαν τοῖς λοιποῖς· οὐδὲ ἐκείνοις ἐπίστευσαν.  ῞Υστερον, ἀνακειμένοις αὐτοῖς τοῖς ἕνδεκα ἐφανερώθη, καὶ ὠνείδισε τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν καὶ σκληροκαρδίαν· ὅτι τοῖς θεασαμένοις αὐτὸν ἐγηγερμένον οὐκ ἐπίστευσαν. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· πορευθέντες εἰς τὸν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τὸ Εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει.  Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται.  Σημεῖα δὲ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει. Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι· γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς· ὄφεις ἀροῦσι· κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει· ἐπὶ ἀρρώστους  χεῖρας ἐπιθήσουσι, καὶ καλῶς ἕξουσιν. ῾Ο μὲν οὖν Κύριος, μετὰ τὸ λαλῆσαι αὐτοῖς, ἀνελήφθη εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐκάθισεν ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνοι δὲ ἐξελθόντες, ἐκήρυξαν πανταχοῦ, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος, καὶ τὸν λόγον βεβαιοῦντος, διὰ τῶν ἐπακολουθούντων σημείων. Ἀμήν.
Δόξα. Ταῖς τῆς Μυροφόρου...
Καὶ νῦν. Ταῖς τῆς Θεοτόκου...
Προσόμοιον. Ἦχος πλ. β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι. Στ. Ἐλέησόν με ὁ Θεός...
Μὴ παρίδῃς δέησιν, τῶν ἀναξίων σου δούλων, Μυροφόρε ἔνδοξε, ἀλλὰ δέξαι τάχιστα, καὶ βοήθησον, θλίψεσιν ὀδύναις τε, πλείσταις προσπαλαίουσι, καὶ δαιμόνων ἐπιθέσεσι, σκέπην γὰρ ἔχομεν, σὲ καὶ προσκαλούμεθα πάνσεμνε· λύτρωσαι οὖν τοὺς δούλους σου, βλάβης ἐκ παντοίας καὶ θλίψεως, ἴασιν ἀφθόνως ψυχῶν τε καὶ σωμάτων δωρεάν, Μαρία τάχος παρέχουσα, πᾶσι τοῖς αἰτοῦσί σε.

ᾨδὴ ζ΄. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας.
Ἰσαπόστολος οὖσα Μυροφόρε Μαρία σοφὴ πανένδοξε, ἐκλύτρωσαι κινδύνων, καὶ πάσης ἐπηρείας, τοὺς ἐν πίστει κραυγάζοντας· ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.
Πειρασμῶν ἀνηκέστων συμφορῶν ἀδοκήτων Μαρία ἔνδοξε, μαστίγων πολυτρόπων, δεινῶν ἐπερχομένων, ῥῦσαι πάντας τοὺς ψάλλοντας· ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.
Ψυχικὴν εὐεξίαν καὶ σωμάτων τὴν ῥῶσιν Μαρία ἔνδοξε, παράσχου τοῖς ἐν πίστει, τῷ θείῳ σου λειψάνῳ, προσιοῦσι καὶ ψάλλουσιν· ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.
Θεοτοκίον.
Σωμάτων ἰατῆρα καὶ ψυχῶν τὸν Σωτῆρα Παρθένε τέξασα, Χριστὸν σὺν Μυροφόρῳ, Μαρίᾳ ἐκδυσώπει, διασῶσαι τοὺς ψάλλοντας· ὁ τῶν Πατέρων ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

ᾨδὴ η΄. Τὸν Βασιλέα.
Τοὺς τὴν σὴν χεῖρα, πανευλαβῶς προσκυνοῦντας, ἐκ παντοίων φύλαττε κινδύνων, καὶ πληγῆς ἁπάσης, Μαρία Μυροφόρε.
Τῆς τῶν δαιμόνων, πανωλεθρίου μανίας, καὶ ἀνδρῶν ἐχθίστων ἀπονοίας, πρόφθασον καὶ ῥῦσαι, Μαρία σοὺς ἱκέτας.
Τῶν ἰαμάτων, ἡ σορὸς τῆς χειρός σου, θεία κρήνη ἐδείχθη Μυροφόρε, τοῖς ἀσπαζομένοις, αὐτὴν πίστει καὶ πόθῳ.
Θεοτοκίον.
Τοὺς πεποιθότας, ἀνενδοιάστως Παρθένε, τῇ πανσωστικῇ Σου προστασίᾳ, ἀνεπηρεάστους, συντήρησον καὶ σῶσον.

ᾨδὴ θ΄. Κυρίως Θεοτόκον.
Τοὺς πίστει προσκυνοῦντας, τὴν σορὸν χειρός σου, καὶ ἐμφερείας τὸ θεῖον ἐκτύπωμα, σκέπε καὶ φρούρει Μαρία, Χριστοῦ μαθήτρια.
Σορὸς σεπτῆς χειρός σου, ἰατρεῖον πέλει, πνευματικόν· διὸ ταύτῃ προστρέχοντες, παθῶν καὶ νόσων παντοίων, ἀπολυτρούμεθα.
Μὴ παύσῃ συντηροῦσα, ταύτην σου τὴν ποίμνην σου, ἐκ πολυπλόκων σκανδάλων τοῦ ὄφεως, καὶ ἐξ ἀνθρώπων ἀδίκων, Μαρία ἔνδοξε.
Θεοτοκίον.
Τὴν ὄντως Θεοτόκον, πάντες Σὲ τιμῶμεν, καὶ τοῦ Ἀγγέλου τὸ χαῖρε Σοὶ κράζομεν· ὡς διὰ Σοῦ σωτηρίας, τυχόντες Δέσποινα.

Μεγαλυνάρια.
Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν Σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν.
Χαίροις ὦ μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ, χαίροις Μυροφόρων, κορυφαία Μαγδαληνή, πρώτη κατιδοῦσα, Ἀνάστασιν Κυρίου, καὶ ταύτην Ἀποστόλοις, πρώτη μηνύσασα.
Χαίροις ἰσαπόστολε τοῦ Χριστοῦ, χαίροις ὦ Μαρία, Μυροφόρων ἡ καλλονή, χαίροις ἡ τὸ χαῖρε, μετὰ τῆς Θεοτόκου, φαιδρῶς ἐνωτισθεῖσα, τῇ Ἀναστάσει Αὐτοῦ.
Ὤρθρισας τῷ τάφῳ τοῦ Ἰησοῦ, ἐπέστης σὺν μύροις, Μυροφόρε πρώτη· διό, ἐκλήθης καὶ μύσταις, τὴν ἔγερσιν Κυρίου, Μαγδαληνὴ Μαρία, χαίρουσα ἔφησας.
Τοὺς ἀσπαζομένους εὐλαβῶς, τὴν σεπτήν σου χεῖρα, τὴν μυρίσασαν τὸ Χριστοῦ, σῶμα Μυροφόρε, διάσωζε ἐκ βλάβης, καὶ πάσης ἐπηρείας, νόσων καὶ θλίψεων.
Ἔῤῥανε τὸν τάφον Μαγδαληνή, ἡ ἁγία χείρ σου, πανευώδη μύρα τερπνά, Χριστοῦ τοῦ Σωτῆρος, ῥανάτω σου τὴν χάριν, καὶ ἐφ’ ἡμᾶς τοὺς πόθῳ, ἀσπαζομένους αὐτήν.
Τῆς Χριστοῦ ἐγέρσεως θεωρόν, πρώτην καὶ Ἀγγέλων, ἐπακούσασαν τῆς φωνῆς, καὶ τῶν Ἀποστόλων, Ἀπόστολον ὀφθεῖσαν, Μαγδαληνὴν ἐν ὕμνοις, ἀνευφημήσωμεν.
Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι Πάντες μετά τῆς Θεοτόκου, ποιήσατε πρεσβείαν εἰς τό σωθῆναι ἡμᾶς.

Τό Τρισάγιον καὶ τὰ Τροπάρια ταῦτα. Ἦχος πλ. β΄.
Ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, πάσης γὰρ ἀπολογίας ἀποροῦντες, ταύτην Σοι τὴν ἱκεσίαν, ὡς Δεσπότῃ, οἱ ἁμαρτωλοί προσφέρομεν, ἐλέησον ἡμᾶς.
Δόξα.
Κύριε ἐλέησον ἡμᾶς, ἐπί Σοὶ γὰρ πεποίθαμεν. Μή ὀργισθῆς ἡμῖν σφόδρα, μηδέ μνησθῆς τῶν ἀνομιῶν ἡμῶν. Ἀλλ’ ἐπίβλεψον καὶ νῦν ὡς εὔσπλαχνος καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν. Σὺ γὰρ εἶ Θεός ἡμῶν καὶ ἡμεῖς λαός Σου, πάντες ἔργα χειρῶν Σου καὶ τὸ ὄνομά Σου ἐπικεκλήμεθα.
Καί νῦν.
Τῆς εὐσπλαγχνίας τὴν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν, εὐλογημένη Θεοτόκε, ἐλπίζοντες εἰς Σέ μή ἀστοχήσομεν, ῥυσθείημεν διά Σοῦ τῶν περιστάσεων, Σὺ γὰρ ἡ σωτηρία τοῦ γένους τῶν Χριστιανῶν.

Εἶτα ὁ Ἱερεύς, τὴν Ἐκτενῆ Δέησιν, ἡμῶν ψαλλόντων τό λιτανευτικόν· Κύριε ἐλέησον. Ὑπὸ τοῦ Ἱερέως Ἀπόλυσις. Καὶ τῶν Χριστιανῶν ἀσπαζομένων τὴν Εἰκόνα τῆς Μυροφόρου καὶ χριομένων δι’ ἁγίου ἐλαίου, ψάλλονται τὰ παρόντα Τροπάρια. Ἦχος β’. Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου.
Πάντας, τοὺς τὴν θείαν καὶ σεπτήν, σοῦ ἀσπαζομένους εἰκόνα, καὶ τὴν σορὸν τῆς χειρός, πάσης ἀπολύτρωσαι, ὀργῆς καὶ θλίψεως, Μυροφόρε πανένδοξε, καὶ πάσης ἀνάγκης, ἡμᾶς νῦν ἀπάλλαξον, Χριστοῦ μαθήτρια, ὅπως ταῖς πρεσβείαις σου πάντες, πάντοτε σωζόμενοι πόθῳ, τὸ σεπτόν σου ὄνομα γεραίρομεν.
Δέσποινα πρόσδεξαι τὰς δεήσεις τῶν δούλων Σου, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.
Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς Σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην Σου.

 

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ ΜΑΤΘΑΙΟΥ θεραπεία το 
παραλυτικο
γιος ωάννης Χρυσόστομος
(Ματθ θ, 1-8)

«Κα φο μπκε στ πλοο πέρασε δι μέσου τς λίμνης στ πέναντι μέρος κα λθε στ δική του πόλη. Κα ν φεραν σ’ ατν να παραλυτικ πάνω στ κρεβάτι. Κα  ησος, ταν εδε τν πίστη τους, επε στν παραλυτικό· χε θάρρος, παιδί μου, σο χουν συγχωρηθε ο μαρτίες σου»

Δική του πόλη νομάζει δ τν Καπερναούμ.  Βηθλεμ τν φερε στ ζωή,  Ναζαρτ τν μεγάλωσε,  Καπερναομ τν εχε μόνιμο κάτοικό της.  παραλυτικς δ εναι λλος π κενον πο ναφέρει  εαγγελιστς ωάννης. κενος ταν κατάκοιτος στν κολυμβήθρα, ατς ταν στν Καπερναούμ. κενος ταν ρρωστος τριάντα κτ χρόνια· γι’ ατν δ δ λέγεται τίποτα τέτοιο. κενος δν εχε κανένα ν τν προστατέψει, ατς μως εχε ατος πο τν φρόντιζαν, πο τν σήκωσαν κιόλας κα τν φεραν. Κα σ’ ατν λέει, «παιδί μου, συγχωρονται ο μαρτίες σου» σ’ κενον, «θέλεις ν βρες τν γεία σου»; Κι κενον τν θεράπευσε τ Σάββατο, ατν μως χι. Γιατί βέβαια θ τν κατηγοροσαν ν τ κανε· κα γι’ ατ ο ουδαοι σ’ ατν σιώπησαν, σ’ κενον μως πιτέθηκαν κα τν καταδίωκαν. Ατ τ επα χι χωρς λόγο λλ γι ν μ νομίσει κανένας πς πάρχει διαφωνία, πειδ σχημάτισε τν ποψία πς ταν  διος παραλυτικός.

μες ς προσέξουμε τ μετριοφροσύνη κα τν καλωσύνη το Κυρίου. Γιατί κα πρν π’ ατ πέφυγε τν κόσμο· κι ταν τν διωξαν ο Γαδαρηνοί, δν ντιστάθηκε. φυγε κα μόνο πο δν πγε μακρυά. Κα πέρασε φο ξαναμπκε στ πλοο, νμποροσε ν πάει περπατώντας. Δν θελε ν πραγματοποιε πάντα θαύματα, στε ν μν καταστρέψει τ ργο τς θείας οκονομίας.

 Ματθαος λοιπν γράφει τι τν φεραν κοντ στν Κύριο. Ο λλοι εαγγελιστές, τι φο νοιξαν κα τ σκεπ τν κατέβασαν. Κι βαλαν μπροστ στ Χριστ τν ρρωστο χωρς ν το πον τίποτα λλ φήνοντάς τα λα στ διάθεσή του. Στν ρχ το ργου του  Χριστς πήγαινε π τ να μέρος στ λλο, κα δ ζητοσε τόσο μεγάλη πίστη σ’ σους τν πλησίαζαν. δ κα τν πλησίασαν κα φανέρωσαν τν πίστη τους. ταν εδε, γράφει, τν πίστη τους, δηλ. κείνων πο νοιξαν τσκεπή. Δν γυρεύει παντο τν πίστη π τος ρρώστους μονάχα, π.χ. ταν παραφέρονται  τ χουν χαμένα π τν ρρώστια. δ φαίνεται, πς  πίστη ταν κα το ρρώστου• δ θ δεχόταν ν τν κατέβαζαν π τ σκεπή, ν δν πίστευε.

φο ατο δειξαν τόση πίστη, δείχνει κι ατς τ δύναμή του, συγχωρώντας τς μαρτίες μ πλήρη ξουσία, κα μ λη του τ συμπεριφορ δείχνοντας τι εναι σότιμος μ’ κενον πο τν γέννησε. Προσέξτε· προηγουμένως τ δειξε ατ μ τδιδασκαλία του, ταν τος μιλοσε σν κενον πο χει ξουσία· μ τν λεπρό, ταν επε θέλω, καθαρίσου· μ τν κατόνταρχο, πο τν θαύμασε κα τν νέβασε ψηλότερα π’ λους· μ τ θάλασσα, ταν τν πόταξε μ τ λόγο μόνο· μ τος δαίμονες, ταν τν παραδέχονταν ς κριτή, κα τος διωξε μ πολλ ξουσία. δ πάλι μ λλο νώτερο τρόπο τος διους τος χθρος ναγκάζει ν παραδεχτον τν σοτιμία κα μ τ στόμα τους τ κάνει φανερό.  διος  Κύριος φανερώνει τι δν γαποσε τς τιμς -ταν πολλο θεατς πο κλειναν τν εσοδο, γι’ ατ κα τν κατέβασαν π ψηλ – δν βιάστηκε ν θεραπεύσει μέσως τ σμα πο εναι ρατ λλ παίρνει τν φορμ π’ ατος κα θεραπεύει τ όρατο πρτα, τ ψυχή, συγχωρώντας τς μαρτίες. Τοτο τν ρρωστο τν σωζε, στν διο μως δν προξενοσε μεγάλη δόξα. κενοι κινημένοι π πονηρία κα θέλοντας ν πιτεθον καναν τ θαμα ν λάμψει παρ τ θέλησή τους. Γιατί τσι πως ταν κενοςφευρετικός, χρησιμοποίησε τ φθόνο τους γι τν νάδειξη το θαύματος. πειδ λοιπν καναν θόρυβο μεταξύ τους κι λεγαν «Ατς βλασφημε· ποις μπορε ν συγχωρε μαρτίες παρ μόνο  Θεός;». ς δομε τί λέει  διος. «ραγε διέλυσε τν ποψία;». Κα βέβαια ν δν ταν σος μ τν Πατέρα πρεπε ν πε· Γιατί μο ποδίδετε δύναμη πο δν μο ταιριάζει; Πολ πέχω γ π τ δύναμη ατή. Τώρα μως δν επε κάτι τέτοιο. σα -σα βεβαίωσε κα πικύρωσε τ ντίθετο κα μ τ λόγο του κα μ τ θαμα. πειδ  περιαυτολογία φαινόταν τι στενοχωροσε τος κροατές, μ τ στόμα τν λλων βεβαιώνει ,τι τν φορ. Κα θαυμαστ εναι τι τ κάνει χι μόνο μ τ στόμα τν φίλων λλ κα τν χθρν. Ατ ποτελε τπλθος τς σοφίας του.

Μ τ στόμα τν φίλων του πιβεβαιώθηκεταν επε «θέλωκαθαρίσου» κα ταν επε «οτε νάμεσα στος βραίους δ βρκα τόση πίστη». Μ τ στόμα τν χθρων του τώρα. πειδ επαν κανένας δν μπορε ν συγχωρε μαρτίες παρ μόνο Θεός, συμπλήρωσε: «Γι ν μάθετε τι  Υἱὸς το νθρώπου χει ξουσία ν συγχωρε μαρτίες πάνω στ γ κοστε». Γυρίζει τότε κα λέει στν παράλυτο. Σήκω πάρε τ κρεβάτι σου κα πήγαινε στ σπίτι σου. Κι χι δ μονάχα λλ κι σ λλη περίπτωση, ταν κενοι το λεγαν τι δ σ λιθοβολομε γι μία καλή σου πράξη, λλ γι τ βλασφημία σου κι τι ν εσαι νθρωπος, κάνεις τν αυτό σου Θεό, οτε κε δν νέτρεψε τ γνώμη ατή, λλ τν πικύρωσε λέγοντας· «ν δν κάνω τ ργα το πατέρα μου, μ μ πιστεύετε· ν μως τ κτελ, κι ν δν πιστεύετε σ μένα, πιστέψτε στ ργα.

δ στόσο παρουσιάζει κι λλο σημάδι τς θεότητάς του -χι μικρ – κα τς σοτιμίας μ τν Πατέρα. κενοι λεγαν τι  συγχώρηση τν μαρτημάτων νήκει μόνο στ Θεό. Ατς μως χι μόνο τ μαρτήματα συγχωρε λλ κα πρν π’ ατκάνει κάτι λλο πο εναι ποκλειστικ προνόμιο το Θεο· ποκαλύπτει τ μυστικ πο εναι κρυμμένα στν καρδιά. Δν εχαν κφράσει ατ πο σκέφτηκαν. Μερικο γραμματες επαν μέσα τους· Ατς βλασφημε. Κα πειδ  Χριστς ξερε τς σκέψεις τους επε· «Γιατί κάνετε μ τ νο σας πονηρς σκέψεις;». τι μόνο στ Θε νήκει ν γνωρίζει τ μυστικά, κουσε τί λέει  προφήτης· «Σ μόνος π’ λους γνωρίζεις τς καρδιές»· κα πάλι· «σ  Θες πο ξετάζεις τν σωτερικό μας κόσμο». Κα  ερεμίας λέει· «Βαθύτερη π’ λα εναι  καρδι το νθρώπου· κα ποις θ τν κατανοήσει;»

Κα τοτο· « νθρωπος κοιτάζει τ πρόσωπο,  Θες βλέπει τν καρδιά». Κα π λλα πολλ χωρία τς Γραφς μπορομε ν διαπιστώσουμε τι νήκει στ Θε ν γνωρίζει τ ψυχή. ποδεικνύοντας λοιπν τι εναι Θες σος μ τν Πατέρα τοποκαλύπτει κα φανερώνει ατ πο συλλογίζονταν. Γιατί ατο πειδ φοβονταν τν κόσμο, δν τολμοσαν ν διατυπώσουν μπροστ σ’ λους τ γνώμη τους. Κι δ δείχνει πολλ πραότητα. Γιατί, λέει, κάνετε μέσα στν καρδι σας πονηρς σκέψεις; Κα βέβαια, ν πρεπε κάποιος ν’ γανακτήσει, ατς ταν  ρρωστος, πειδ εχε ξεγελαστε. Μποροσε ν πε· «γι λλο ρθα ν μ θεραπεύσεις κι λλο σ διορθώνεις; π πο εναι φανερ τι συγχωρονται ο μαρτίες μου;». Τώρα στόσο ατς τίποτα τέτοιο δ λέει λλ παραδίδει τν αυτό του στ διάκριση κείνου πο τν θεραπεύει. ν κενοι, περβολικο κα φθονερο καθς εναι, πονομεύουν τ φιλάνθρωπη δράση τν λλων. Γι’ ατ τος πιπλήττει βέβαια λλ μλη τν πιείκεια. ν δν σς φαίνεται πιστευτ τ πρτο κα νομίζετε εναι μεγάλα λόγια ,τι επα, ρίστε προσθέτω σ’ ατ κα κάτι κόμα· θ’ ποκαλύψω τ μυστικά σας. Κι λλο πάλι πειτα π’ ατό. Τ τι θ σφίξω τς ρθρώσεις τοπαραλυτικο.

Κι ταν μίλησε στν παράλυτο δν φανέρωσε καθαρ τν ξουσία του μ τος λόγους του. Δν επε «συγχωρ τς μαρτίες σου», λλ «συγχωρονται ο μαρτίες σου». Κι ταν ατο τν νάγκασαν, παρουσιάζει λαμπρότερα τν ξουσία του, λέγοντας· «Κα γι ν μάθετε τι  Υἱὸς το νθρώπου χει ξουσία ν συγχωρε μαρτίες πάνω στ γ». Βλέπετε πόσο θελε ν θεωρεται σος μ τν πατέρα; Οτε επε τι χει νάγκη π κάποιον λλο  Υἱὸς το νθρώπου  τι το δωσε ξουσία, λλ τι χει ξουσία, κα δν τ λέει ατ γι πίδειξη λλ «γι ν σς πείσω», λέγει, «τι δ βλασφημ κάνοντας τν αυτό μου σο μ τ Θεό». Παντο θέλει ν δίνει ποδείξεις σαφες, ναντίρρητες, πως ταν λέει· «Πήγαινε, δεξε τν αυτό σου στν ερέα». Κι ταν δείχνει τν πεθερ το Πέτρου ν πηρετε. Κι ταν πιτρέπει ν κατακρημνιστον ο χοροι. τσι λοιπν κι δ.

Τ σύσφιξη τν ρθρώσεων τν κάνει πόδειξη τς συγχωρήσεως τν μαρτημάτων. Κα τ σήκωμα το κρεβατιο πόδειξη τς σύσφιξης. στε ν μ νομισθε τι εναι φαντασία ατ πο εχε γίνει. Κα δν τ κανε ατ παρ φο τος ρώτησε· «Τί εναι πι εκολο ν πες συγχωρονται ο μαρτίες σου  ν πες σήκωσε τ κρεβάτι σου κα πήγαινε στ σπίτι σου». Ατ πο λέει εναι τ ξς. «Τί σς φαίνεται εκολότερο ν σφίξετε χαλαρωμένες ρθρώσεις  ν συγχωρήσετε μαρτίες; Φανερ τι ν σφίξετε τς ρθρώσεις». σο  ψυχ εναι νώτερη π τ σμα τόσο νώτερη εναι  συγχώρηση τν μαρτιν. πειδ μως τ να εναι όρατο κα τ λλο φανερό, γι’ ατ προσθέτω κα τ κατώτερο λλ φανερότερο. τσι τ μεγαλύτερο κι όρατο ν λάβει μ’ ατ τν πόδειξη. π ατ τν ρα φανέρωνε προκαταβολικ μ τ ργα του ατ πο  ωάννης εχε πετι ατς σηκώνει τς μαρτίες το κόσμου.

φο τν θεράπευσε, τν στέλνει στ σπίτι. Κα πάλι δ δείχνει μετριοφροσύνη κι τι δν ταν φαντασία ,τι εχε γίνει. Τος μάρτυρες τς ρρώστιας, τος κάνει κα τς γείας μάρτυρες. γ θ θελα, λέει, μ τ δική σου σθένεια, ν θεραπεύσω κι ατος πο νομίζουν πς εναι γιες ν τ πνεμα τους νοσεπειδ μως δ θέλουν πήγαινε στ σπίτι, γι ν διορθώσεις τος δικούς σου. Βλέπετε πς δείχνει τι εναι δημιουργς κα ψυχς κα σωμάτων; Το καθενς π’ ατ θεραπεύει τν παράλυση κα κάνει φανερ τ όρατο π τ ρατό. Σέρνονται μως κόμα στ γ. «ταν εδε  κόσμος θαύμασαν κα δόξασαν τ Θε πο δωσε τέτοια ξουσία στος νθρώπους». Τος μπόδιζε  σάρκα.

Ατς μως δν τος κατηγόρησε λλ προχωρε νεβάζοντάς τους μ τ ργα κα κάνοντας ψηλ τ φρόνημά τουςπ τέλους δν ταν μικρ ν θεωρεσαι πς εσαι μεγαλύτερος π’ λους τος νθρώπους κι τι ρχεσαι π τ Θεό. ν εχαν ποκτήσει γι’ ατ σ σημαντικ βαθμ βεβαιότητα, προχωρώντας θ καταλάβαιναν, τι ταν κα Υἱὸς το Θεο. Δν τ συνέλαβαν μως ατ καθαρ γι’ ατ κα δν μπορον ν τν πλησιάσουν. λεγαν πάλι· ατς  νθρωπος δν ρχεται π τΘεό. Πς εναι ατς π τ Θεό; Κα συνεχς λεγαν τ δια, σν προκαλύμματα τν παθν τους. Τ διο κάνουν πολλο κα τώρα, παρόλο πο νομίζουν τι περασπίζουν τ Θεό, κανοποιον δικά τους πάθη, ν πρέπει σ’ λα ν εμαστε μετριοπαθες.

Πρέπει λοιπν ν θεραπεύουμε τ πάθος μ μετριοπάθεια. Γιατί ατς πο γίνεται καλύτερος π φόβο νθρώπων, γρήγορα θ γυρίσει πάλι στν κακία. Γι’ ατ διέταξε ν φεθον τ ζιζάνια, παραχωρώντας πάλι μι προθεσμία γι μετάνοια. Πολλοπ’ ατος λοιπν μετάνιωσαν κι γιναν σπουδαοι π κακο πο σαν πως  Παλος,  τελώνης,  ληστής. Ατο σαν ζιζάνια, γιναν μως σιτάρι μεστωμένο. Στος σπόρους φαίνεται τοτο δύσκολο· εναι μως εκολο κα κατορθωτ σχετικ μ τθέληση· δν χει ατ δεθε μ τος φυσικος νόμους λλ χει τιμηθε μ λευθερία.

ταν συναντήσεις λοιπν χθρό της λήθειας, θεράπευσέ τον, περιποιήσου τον, ξανάφερέ τον στν ρετ δείχνοντάς του τέλεια ζωή, παρέχοντας λόγο κατηγόρητο, γίνε προστάτης κα κηδεμόνας του. Χρησιμοποίησε κάθε τρόπο γι διόρθωση πως κάνουν ο ριστοι γιατροί. Οτε ατο δν θεραπεύουν μ να τρόπο μόνο· ταν δον τι δν ποχωρε  πληγ μ τ πρτο φάρμακο, προσθέτουν δεύτερο, κι πειτα τρίτο. Κάνουν γχειρήσεις, χρησιμοποιον πιδέσμους. Κα σ λοιπν πο εσαι γιατρς τν ψυχν, μεταχειρίσου κάθε θεραπευτικ τρόπο κατ τος νόμους το Χριστο, γι ν λάβεις μισθ κα τς δικς σου κα τς φέλειας τν λλων. Πράξε τα λα γι τ δόξα το Θεο κι τσι θ δοξαστες κα σύ. «Θ δοξάσω», λέει, «ποιους μδοξάσουν. Κι ποιοι μ περιφρονον θ τος περιφρονήσω».

ς τ πράττουμε λοιπν λα γι τ δόξα τουγι ν πιτύχουμε ατ τ μακάριο τέλοςΑτ μακάρι λοι μας ν τ πιτύχουμε μ τ χάρη κα τ φιλανθρωπία το Κυρίου μας ησο Χριστο. Δική του  δόξα κα  δύναμη στος αἰῶνες.

μήν.

 http://alopsis.gr