Πέμπτη 14 Μαρτίου 2024

ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ. ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ



ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ. ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ
Ματθ. 6, 14-21)
1.         Μόνιμες ἀποκριές

Σήμερα εἶναι ἡ Κυριακή τῆς Τυροφάγου. Ἀπό αὔριο ἀρχίζει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, προετοιμασία πνευματική, γιά τήν ἑορτή τῆς ἁγίας Ἀναστάσεως καί εὐκαιρία γιά νά καθαρίσει κανείς τόν ἑαυτό του ἀπό τόν ρύπο τῶν ἁμαρτιῶν.
Ὅπως φροντίζομε νά καθαρίζομε τό σῶμα μας καί τά ροῦχα μας μέ τό πλύσιμο, ἔτσι πρέπει νά φροντίζομε νά καθαρίζομε καί τήν ψυχή μας, μέ ἕνα πνευματικό λούσιμο, ἀπό τόν ὁποιοδήποτε ρύπο τῆς ἁμαρτίας.
Ἡ περασμένη Κυριακή καί ἡ σημερινή, εἶναι Κυριακές πού ἔχομε ἀπόκριες. Ἀπόκριες βέβαια στήν ἐκκλησιαστική γλώσσα σημαίνει ὅτι τρῶμε γιά τελευταία φορά καταλύσιμα φαγητά καί εἰδικά γιά σήμερα, ψάρια καί τυριά. Ἀπό αὔριο ἔχομε τήν νηστεία καί τήν περισσότερη προσευχή.
Ἐμεῖς ὅμως τίς Ἀπόκριες κάνομε καί κάτι ἄλλα. Φορᾶμε διάφορες μάσκες, ντυνόμαστε καί διαφορετικά καί ἔτσι ἀστειευόμαστε μεταξύ μας. Πειράζομε καί κοροϊδεύομε τόν κόσμο, κάνομε ἀστεῖα σοβαρότερα ἤ σαχλότερα καλυπτόμενοι κάτω ἀπό τό προσωπεῖο πού φορᾶμε. Καί ὁ ἄλλος ψάχνει νά δεῖ ποιός ἦταν αὐτός πού τόν κορόιδευσε καί δέν μπορεῖ νά τό βρεῖ εὔκολα, ὅταν μάλιστα ὁ μεταμφιεσμένος παραποιεῖ ἔξυπνα τήν φωνή του.
Εἶναι ἔθιμο, νά γίνονται τέτοιου εἴδους μασκαρέματα τίς ἡμέρες αὐτές. Ἀλλά τό μεγαλύτερο κακό εἶναι ὅτι κάποιοι ἄνθρωποι, ἔχουν μασκαρέματα καί ἀπόκριες ὅλο τόν χρόνο.
Πῶς γίνεται αὐτό ἀδελφοί μου; Νά ποῦμε ἕνα παράδειγμα. Τό πιό συνηθισμένο. Μερικές γυναῖκες βάφονται. Βάφουν τά χείλη. Βάφουν τά μάτια τους, βάφουν τά φρύδια γύρω-γύρω ἐδῶ. Ἐκεῖνες βέβαια πού τά κάνουν. Δέν τά κάνουν ὅλες. Γιατί εἶναι πολλές καί νεαρές κοπέλες ἅγιες γυναῖκες.
Ἄλλες βάφουν τά μαλλιά τους. Εἶναι ὀγδόντα χρονῶν καί δέν ἔχουν ἄσπρη τρίχα. Ὄχι γιατί δέν ἔγινε καμία τρίχα ἄσπρη. Ἀλλά γιατί δέν τήν ἄφησε ποτέ νά ἀσπρίσει, βάφοντας καί ξαναβάφοντας συνεχῶς τά μαλλιά τους.
Λέγει ἕνας σοφός ἄνθρωπος: «Μᾶς ἀρέσουν τά ψέματα. Καί γι' αὐτό μᾶς τά λέγουν». Μᾶς ἀρέσει νά μᾶς λένε οἱ ἄνθρωποι εὐχάριστα λόγια, κολακεῖες. Καί γι' αὐτό μᾶς τίς λένε. Μᾶς ἀρέσει νά μᾶς κοροϊδεύουνε καί γι' αὐτό μᾶς κοροϊδεύουν· καί καμιά φορά μέ ἄσχημες κοροϊδίες.
Ἕνας ἄλλος λέει: «Ξέρετε τί κακό πάθαμε; Μᾶς ἀρέσει, μᾶς ἀρέσει ν’ ἀκοῦμε ψεύτικα λόγια. Καί τά συνηθίσαμε τόσο πολύ, ὥστε τήν μάσκα πού φοροῦμε, ἀκούγοντας ψεύτικα λόγια, τήν θεωροῦμε πραγματικό μας πρόσωπο. Καί δέν μποροῦμε πιά νά ξεχωρίσουμε, οὔτε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ποιός εἶναι ὁ ἀληθινός ἑαυτός μας καί ποιό εἶναι τό μασκάρεμά μας μέ ἕνα προσωπεῖο, πού τό «ντυνόμαστε» καί προσπαθοῦμε νά φερνόμαστε σύμφωνα μέ τά λόγια πού μᾶς ἀρέσει νά ἀκοῦμε. Καί πού ὅταν μᾶς τά λένε, τρίβομε τό στῆθος μας καί λέμε, τί ὡραῖα, τί καλά».
2. Οἱ πνευματικές μάσκες
Τό σωστό εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά προσπαθεῖ καί νά θέλει νά εἶναι ἀπέναντι τοῦ ἑαυτοῦ του πρῶτα, σωστός καί εἰλικρινής. Νά ἀγαπάει γιά τόν ἑαυτό του τήν ἀλήθεια καί νά θέλει νά ξέρει γιά τόν ἑαυτό του τήν ἀλήθεια. Καί τό δεύτερο εἶναι, νά θέλει νά ἀκούει καί ἀπό τούς ἄλλους τήν ἀλήθεια. Ὄχι ψεύτικα λόγια.
Γιατί ἀδελφοί μου;
Ὅταν ἀκοῦμε τήν ἀλήθεια ἔχομε πρῶτα ἀπ'  ὅλα σωστή εἰκόνα γιά τόν ἑαυτό μας. Δέν ἔχομε μάσκα, προσωπεῖο. Καί δεύτερο. Ἄν εἶναι ἡ ἀλήθεια λιγάκι δυσάρεστη, νά φροντίσομε νά διορθωθοῦμε καί νά γίνομε καλύτεροι.
Ξέρετε πιό εἶναι τό πιό εὐχάριστο πράγμα στόν ἄνθρωπο; Εἶναι ὁ καθρέφτης. Εἴτε εἴμαστε μικρά παιδιά, εἴτε εἴμαστε, πολύ περισσότερο, νέοι καί κοπέλες. Εἴτε ἔχομε μεγαλώσει ἀκόμα, ὁ καθρέφτης μᾶς ἀρέσει. Θέλομε νά κοιτάζομε τόν ἑαυτό μας καί νά βλέπομε τό πρόσωπό μας. Μᾶς ἀρέσει νά βλέπομε τό πρόσωπό μας, τόν ἑαυτό μας, ὡραῖο. Καί προπαντός, ἀκόμη περισσότερο, μᾶς ἀρέσει νά βλέπομε τό πρόσωπό μας νά ἔχει κάποια καλωσύνη. Κάποια γλύκα. Τά μάτια μας νά εἶναι καθαρά. Γιατί μᾶς ἀρέσει νά εἶναι ὁ ἑαυτός μας καλός. Περισσότερο ἀπό ὄμορφος ἐξωτερικά, μᾶς ἀρέσει νά εἶναι ὁ ἑαυτός μας καλός.
Καί γι' αὐτό, εὐχαριστιόμαστε ὅταν μᾶς ποῦνε, ὀμοφρόπαιδα καί  ὀμορφοκοπέλες. Ἀλλά ὅταν ἀκούσομε τή λέξη «καλός», εὐχαριστιόμαστε πολύ περισσότερο. Γιατί ἔτσι μᾶς ἔχει φτειάξει ὁ Θεός. Ἡ μέσα καλωσύνη, νά μᾶς εἶναι πιό εὐχάριστη καί πολύ πιό ποθητή ἀπό τήν ἔξω καλωσύνη, τήν ὀμορφιά καί τήν λεβεντιά.
Τί κρίμα ὅμως! Ἐπειδή μᾶς εἶναι πολύ δυσάρεστο νά βλέπομε τόν ἑαυτό μας ἄσχημο ἐσωτερικά, καταντᾶμε νά φορᾶμε ἕνα πνευματικό προσωπεῖο καί νά ὑποκρινόμαστε. Νά παρουσιάζομε τόν ἑαυτό μας διαφορετικό. Ἐπί παραδείγματι:
Κάνω ἐνῶ σωρό ἁμαρτίες. Ἀλλά ὅταν μέ ρωτήσουν τίποτε ἀπαντῶ, «Ἐγώ δέν ξέρω τίποτε. Ἄ, μπᾶ. Τί εἶναι αὐτά τά πράγματα πού κάνει ἐκεῖνος ἐκεῖ. Αὐτά εἶναι ἀπαράδεκτα». Μά τά ἴδια κάνεις!
Φοράω λοιπόν τό προσωπεῖο, τῆς ἀρετῆς. Πηγαίνω καί ἐγώ στήν Ἐκκλησία καί στέκομαι -ὅπως πρέπει νά γίνεται- μέ εὐλάβεια. Θά πεῖς «κακό εἶναι;» Ἀντιθέτως εἶναι πολύ καλό! Ὅπως καί πολύ καλό εἶναι νά στιγματίζομε τό κακό. Ἀλλά ὄχι μέ τή σκέψη ὅτι θά τό συνεχίσω. Ἀλλά μέ τήν σκέψη ὅτι ἀπό τώρα καί πέρα τό διορθώνω. Γιατί ὅταν φορῶ τό προσωπεῖο γιά νά σκεπάσω τήν ἁμαρτία μου, τό κακό μου, καί νά τό συνεχίσω, τότε εἶμαι, μέ τό συμπάθειο, μασκαράς.
Ἀλλά οἱ μάσκες κάποια ὥρα θά πέσουν.
3. Κάποτε θά πέσουν
Τί ἀκούσαμε τήν περασμένη Κυριακή; Θά ἔλθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου καί «θά καθήσει ἐπί θρόνου δόξης αὐτοῦ». Καί θά μαζευτοῦν ἔμπροσθέν του ὅλα τά ἔθνη. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἀδάμ μέχρι καί τήν δευτέρα Παρουσία. Καί τότε θά ξεχωρίσει καλούς καί κακούς, μέ τήν εὐκολία πού ξεχωρίζει ὁ τσοπάνης τά πρόβατα ἀπό τά κατσίκια. Δηλαδή τί σημαίνει αὐτό;
Δέν θά μπορέσομε νά τοῦ παραστήσομε τόν καλό. Δέν θά γελαστεῖ ἀπό τό τί θά ποῦμε γιά τόν ἑαυτό μας.
Ὅταν στίς συναλλαγές μας, μιλᾶμε γιά τόν ἑαυτό μας ἰσχύει:
-Τί εἶσαι στό ρωμέικο;
-Ὁ καθένας ὅτι δηλώσει εἶναι.
Τότε, δέν θά ἰσχύει αὐτό πού θά δηλώσεις. Θά πέσουν οἱ μάσκες.
Καί τί θά γίνει;
Κάποια φορά ἦταν ἕνας πλανόδιος, ἀπό ἐκείνους πού τούς λέμε ἀρκουδιάρηδες. Αὐτός εἶχε μία μαϊμοῦ, πού τήν εἶχε ἐκπαιδεύσει καί τήν ἔντυνε σάν μία ὡραία κοπέλα. Τῆς ἔβαζε καί μία μάσκα καί κείνη χόρευε. Ἔκανε ὡραῖα τσαλιμάκια, γελοῦσε ὁ κόσμος καί ὁ πλανόδιος μάζευε λεφτά.
Ἐνῶ λοιπόν εἶχε βάλει τήν μαϊμοῦ σέ μία ἐξέδρα καί ἐχόρευε ὁ κόσμος εἶχε μπερδευτεῖ. Τήν νόμιζαν γιά κοπέλα καί ὄχι γιά μαϊμοῦ. «Εἶναι ποτέ δυνατόν μαϊμοῦ νά χορεύει τόσο ὡραῖα;» Τόσο πολύ τούς γοήτευε. Ὁπότε ἕνας τί ἔκανε; Πέταξε κοντά της μερικά καρύδια. Ἡ μαϊμοῦ τρελλαίνεται γιά καρύδια. Γι' αὐτό ὅταν τά εἶδε, ξέχασε τόν χορό, ὅρμησε καί τά ἅρπαξε.
Ἀλλά μέ τή μάσκα πού φοροῦσε καί φαινόταν ὀμορφοκόριτσο, πῶς νά τά φάει; Τῆς δίνει λοιπόν ἕνα τράβηγμα καί τήν πέταξε. Καί φάνηκε ποιά εἶναι.
Γέλασε ὁ κόσμος μέ τήν καρδιά του.
Ἔτσι θά γελάσουν μέ τήν καρδιά τους οἱ ἄνθρωποι καί οἱ ἄγγελοι γιά μερικούς, πού θά πέσει ἡ μάσκα τους τήν ἡμέρα τήν φοβερά τῆς δευτέρας Παρουσίας. Ἀλλά καί τώρα πέφτει μερικές φορές ἡ μάσκα, ὅταν βλέπεις ἕναν ἄνθρωπο, νά τρελλαίνεται ἀπό κάποιο πάθος καί νά μήν συγκρατιέται μέ τίποτε. Ποῦ νά μπορέσει νά συγκρατηθεῖ τό ταλαίπωρο τό παιδί ἤ ὁ ταλαίπωρος ὁ γέρος, ἀπό ἐκεῖνα πού λαχταράει καί τά εἶδε μπροστά του καί χάνει τόν ἑαυτό του. Τότε, πέφτει ἡ μάσκα.
Ὁ σκοπός εἶναι, νά μήν πέσει ἡ μάσκα μέ ἐξευτελισμό δικό μας, καί μάλιστα ἐνώπιον τῶν ἁγίων καί τῶν ἀγγέλων καί τό χειρότερο ἀπ' ὅλα, ἐνώπιον τοῦ Κυρίου τῆς δόξης, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ ὁποῖος ἔγινε ἄνθρωπος καί σταυρώθηκε γιά μᾶς. Γιά ἕνα καί μοναδικό σκοπό: Νά μᾶς φρονηματίσει. Νά μᾶς συνετίσει. Νά μᾶς καλέσει σέ μετάνοια. Νά μᾶς φωτίσει νά διορθωθοῦμε ἀπό μόνοι μας. Γιά νά γίνει ἡ διόρθωσή μας, τό ξεμασκάρεμά μας, ὄχι ἐξευτελισμός, ἀλλά τιμή καί δόξα.
Ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμή καί δόξα γιά ἕναν ἄνθρωπο, νά κουβεντιάζουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι καί νά λένε: «Εἶχε μερικά ἐλαττώματα κι αὐτός, ὅπως ὅλοι μας. Ἀλλά, ὑπάρχει ἕνα «ἀλλά».
Τί «ἀλλά» εἶναι αὐτό;
«Διορθώθηκε. Καί πῶς διορθώθηκε. Δέν μπορεῖς νά φανταστεῖς, τί ἄνθρωπος εἶναι αὐτός. Ἔκανε ἀγώνα παιδάκι μου, πολύ ἀγώνα. Νήστευσε, προσευχήθηκε, πάλαιψε. Ὅτι καί νά τοὔλεγες, πίσω δέν ἔκανε. Λεβεντιά πνευματική εἶναι. Γενναιότητα, φρόνημα. Σταθερότητα παιδί μου. Θέληση».
Ἔτσι μιλᾶνε οἱ πεπειραμένοι ἄνθρωποι, γιά νά περιγράψουν τήν καλωσύνη καί τήν ἀρετή τοῦ ἀνθρώπου πού ἀγωνίστηκε καί νίκησε τό ὁποιοδήποτε λάθος καί τό ὁποιοδήποτε πάθος.
Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο.
4. Ἡ δεκτή νηστεία
Μᾶς εἶπε ὁ Κύριος στό Εὐαγγέλιο πού διαβάσαμε:
Πρῶτα ἀπ'  ὅλα, πρέπει νά συγχωρᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Ὅποιος συγχωρέσει ἐκεῖνον πού τοὔκανε κακό, θά τόν συγχωρήσει καί ὁ Πατέρας μας ὁ ἐπουράνιος. Καί μετά;
Προσέξετε λέει. Εἶναι Σαρακοστή; Νά νηστεύετε. Ἀλλά νά μήν νηστεύετε ὅπως κάνουν οἱ ὑποκριτές. Γιά νά φανοῦν στούς ἄλλους ὅτι εἶναι καλοί καί ὅτι νηστεύουν. Ἐσεῖς νά μήν νηστεύετε γιά νά σᾶς δοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ἀλλά νά νηστεύετε, γιά νά σᾶς δεῖ ὁ Πατέρας σας ὁ ἐπουράνιος. Καί αὐτός, ὁ Πατέρας σας ὁ ἐπουράνιος, καί μέσα στό σπίτι νά νηστεύετε, κρυφά, σᾶς βλέπει. Δέν χρειάζεται ὁ ἔπαινος τῶν ἀνθρώπων. Τό ζητούμενο εἶναι νά ἔχομε τόν ἔπαινο τοῦ Θεοῦ.
Μή τολμήσετε νά ἐπιτρέψετε ποτέ στόν ἑαυτό σας, ἔξω στούς ἀνθρώπους νά προσποιηθεῖτε εὐσέβεια, ὅτι νηστεύετε, καί στό σπίτι σας κρυφά νά τρῶτε.
Γιά τόν Θεό νά νηστεύετε, ὄχι γιά τούς ἀνθρώπους, ὄχι γιά τό τί θά ποῦν οἱ ἄνθρωποι. Ἀλλά γιά τό τί θά πεῖ ὁ Πατέρας σας ὁ ἐπουράνιος.
Εἶπε ἀκόμη ὁ Χριστός: «Ὅπου εἶναι ὁ θησαυρός σας, ἐκεῖ εἶναι καί ἡ καρδιά σας». Προσέξτε! Μή κάνετε θησαυρό, τήν γνώμη καί τήν κρίση τοῦ κόσμου. Τήν ἐπίγεια ἐπιτυχία.
Νά κάνετε θησαυρό σας, τήν ἐπουράνια ἐπιτυχία. Γιατί;
Τί σημασία ἔχει νά πᾶς κάπου καί νά σέ περάσουν γιά σπουδαῖο, νά σοῦ κάνουν μιά ὑπόκλιση, νά σοῦ ποῦν, «τά σέβη μας», ἀλλά ἐσύ νά εἶσαι ἕνα ταλαίπωρο πλασματάκι; Πού δέν θά κερδίσεις ἀπολύτως τίποτε; Φτωχός ἤσουνα καί φτωχότερος θά μείνεις. Τί σημασία ἔχει; Σημασία ἔχει μόνο ἡ ἀλήθεια.
5. Ὁ βασιλιάς πού ἔγινε μασκαράς
Κάποια φορά, πῆγε στόν ἅγιο Βενέδικτο, μεγάλο ἅγιο, θαυματουργό καί ἀσκητή, ἕνας ἄνθρωπος, ντυμένος μεγαλοπρεπῶς, μέ μεγάλη συνοδεία.
Ὅταν τόν εἶδε μπροστά του ὁ ἅγιος Βενέδικτος καί τοῦ λέει: «Βρέ παιδάκι μου, πῶς μοῦ ἦλθες ἔτσι; Ἄι παιδί μου, πέταξέ τα ἀπό πάνω τά ροῦχα πού δέν σοῦ ἀνήκουν, καί ἔλα νά σέ δῶ, ὅπως εἶσαι».
Τί εἶχε συμβεῖ;
Ἕνας βασιλιάς εἶχε βάλει ἕνα ἕνα γελοῖο ὑποκείμενο, νά ντυθεῖ βασιλικά, τοῦ ἔδωσε καί ἕνα ἀπόσπασμα ἀξιωματικούς καί ἐπισήμους καί πῆγαν νά κοροϊδέψουν τόν ἅγιο. Πού ὁ κόσμος τόν εἶχε θαυματουργός καί προφήτη.
-Ἐδῶ θά τό δοῦμε τί «βλέπει». Εἶπε ὁ βασιλιάς.
Καί περίμενε ὁ βασιλιάς ὅτι ὁ ἅγιος βλέποντας τόν ἁπλό ἀνθρωπάκο, μέ τήν βασιλική στολή καί τήν συνοδεία θά τόν προσκυνοῦσε. Καί θά ἐξευτελιζόταν. Ἀλλά ὁ ἅγιος τοῦ εἶπε: «Πέταξέ τα ἀπό πάνω σου παιδάκι μου αὐτά τά ροῦχα πού δέν σοῦ ταιριάζουν».
Ἐκεῖνος, ὅταν ἄκουσε τά λόγια αὐτά, ἔπεσε στά πόδια τοῦ ἁγίου, καί τοῦ ζήτησε συγγνώμη. Μετά γύρισε στό βασιλιά καί τοῦ λέει:
-Βασιλιά μου, ἐκεῖνον πήγαμε νά κοροϊδέψομε, εἰς βάρος σου βγῆκε. Ἐσύ εἶσαι μασκαράς. Ἐμένα μ’ ἔκανες μασκαρά, ἐσύ ἀποδείχθηκες μασκαράς. Ἐκεῖνος καθαρός καί ἅγιος ἦταν καί καθαρός καί ἅγιος ἔμεινε.
6. Μάνα μεῖνε ὅπως σέ ἤξερα
Ἄλλο παράδειγμα.  Ἕνας νέος, χωριατόπαιδο, ἔγινε καλόγηρος. Ἔφυγε ἀπό τό σπίτι του, πῆγε στό Μοναστήρι, καί ἔζησε ἐκεῖ, ἀγωνιζόμενος μέ νηστεῖες καί μέ προσευχές. Ἔπειτα ἔγινε καί καλός κληρικός. Ὅταν πέθανε ὁ ἀρχιεπίσκοπος τοῦ τόπου, τόν ἐκλέξανε διάδοχό του γιά τίς ἀρετές του. Καί ἀκούστηκε ὅτι τό παιδί αὐτό ἔγινε δεσπότης, καί τήν τάδε ἡμέρα ἐνθρονίζεται στό μητροπολιτικό ναό.
Τὄμαθε καί ἡ μητέρα του, πού εἶχε νά τό δεῖ ἀπ'  ὅταν ἔφυγε καί εἶπε: «Πάω καί ἐγώ νά καμαρώσω τό παιδί μου. Ἀλλά πῶς νά πάω μέ αὐτά τά παλιόρουχα, ἡ φτωχή;»
Πῆγε λοιπόν σέ κάτι φιλενάδες της, πλούσιες γυναῖκες, καί τίς παρακάλεσε νά τῆς δώσουν κανά ρουχαλάκι νά βάλει ἐπάνω της. Ἐκεῖνες τῆς ἔδωσαν τά καλύτερα πού εἶχαν καί ντύθηκε σάν ἀρχόντισσα. Πῆγε στήν τελετή, καί ὅταν ὁ Δεσπότης βρισκόταν στό θρόνο του, πῆγε νά τόν προσκυνήσει.
Ἐκεῖνος τήν γνώρισε, καί τῆς λέει:
-Ποιά εἶσαι;
Τοῦ ἀπάντησε μέ λαχτάρα:
-Ἡ μητέρα σου παιδάκι μου. Ἡ μητέρα σου.
-Ἡ μητέρα μου, τῆς λέει, ἦταν μιά φτωχή γυναῖκα. Καί δουλεύει μέρα-νύχτα νά βγάλει λίγα χρηματάκια. Καί ἐγώ βλέποντας τήν ἀρετή, τήν καλωσύνη, καί τήν θυσία της, ἔγινα καλόγηρος, γιά νά ὑπηρετήσω καί ἐγώ μέ τόν ἴδιο τόπο τόν Θεό. Ὅπως ὑπηρετοῦσε ἐκείνη τό σπίτι της καί τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἐσύ ποιά εἶσαι; Ποῦ τά βρῆκες αὐτά τά ροῦχα;
-Μοῦ τά ἔδωσαν παιδάκι μου, γιά νά φανῶ καί ἐγώ ἐπίσημα, σέ μιά τέτοια τελετή.
-Πέταξέ τα ἀπό πάνω σου μητέρα μου, τῆς λέει, νά σέ δῶ ὅπως σέ ἤξερα. Νά σέ καμαρώσω, ὅπως σέ καμάρωνα σέ ὅλη μου τή ζωή. Γιά νά θαυμάσω γιά μιά ἀκόμη φορά τήν καλωσύνη σου καί τήν ταπείνωσή σου, πού μέ δίδαξες νά ἀγαπάω τόν Θεό.
Τά πέταξε ἀπό ἐπάνω της ἐκείνη καί τότε κατέβηκε ἀπό τόν θρόνο ὁ δεσπότης, τήν ἀγκάλιασε τήν φίλησε καί ἐφίλησε καί τό χέρι της λέγοντας: «Ἐσύ μέ ἔκανες αὐτό πού εἶμαι. Ἐσύ μέ τά ἔμπρακτα διδάγματά σου, ταπείνωσης, ἀγάπης, εὐσέβειας καί καλωσύνης. Σέ ὅλη σου τή ζωή ἤσουνα ἐκεῖνο πού φαινόσουνα καί κάτι περισσότερο καί κάτι βαθύτερο. Δέν ἤθελα μαννούλα μου νά σέ ἰδῶ ποτέ μασκαρεμένη».
Καί ὁ Χριστός ἔτσι μᾶς θέλει. Ἁπλούς καί ταπεινούς. Διαφανεῖς. Νά βλέπει τήν καρδιά μας. Νά τοῦ τήν δείχνομε τήν καρδιά μας, μέ τήν προσευχή μας, πού τόν ἐπικαλούμαστε καί λέμε: «Θεέ μου, συγχώρεσέ με τόν ἁμαρτωλό. Ἐγώ τά ξέρω τά ἁμαρτήματά μου. Ἐσύ τά ξέρεις. Σοῦ τά ὁμολογῶ καί σέ ἐπικαλοῦμαι. Λυπήσου με». Καί μετά, εἶναι ἡ τάξη τῆς Ἐκκλησίας, αὐτή τήν ἁγία περίοδο πού λέγεται Σαρακοστή, πᾶμε καί ἐξομολογούμεθα, γιά νά βγάλομε τήν μάσκα μας ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτή εἶναι ἡ ἐξομολόγηση. Βγάζομε τήν μάσκα ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ. Λέμε τά ἁμαρτήματά μας στόν πνευματικό. Ζητοῦμε συγχώρηση. Μετά νηστεύομε μέ ταπείνωση. Προσευχόμαστε μέ ταπείνωση. Καί πᾶμε νά συναντήσομε τόν Χριστό, στή Θεία Κοινωνία. Παίρνοντας τό σῶμα του καί τό αἷμα του, ἰδιαίτερα αὐτή τήν ἁγία περίοδο τῆς Σαρακοστῆς.
Τί λέμε ὅταν πᾶμε νά κοινωνήσομε; «Ἔρχομαι Χριστέ μου καί ἐγώ ὅπως ἦλθε ἡ πόρνη, ὅπως ἦλθε ὁ ληστής. Ὅπως ἦλθε σέ σένα ὁ τελώνης. Δέξου με, σάν τήν πόρνη, σάν τόν ληστή, σάν τόν τελώνη. Δέν αἰσθάνομαι καλά, γιατί εἶμαι ἁμαρτωλός. Ἀλλά πᾶρε με ἐσύ κοντά σου, καί δέξου τήν μετάνοιά μου καί δυνάμωσέ με νά διορθωθῶ καί νά γίνω ἄνθρωπος δικός σου, δοῦλος σου ἀληθινός».
Ἄν κάνομε ἔτσι, ὅταν θά ρθεῖ ἡ ἡμέρα τῆς ἁγίας ἀναστάσεως, πού κρατώντας τήν λαμπάδα στό χέρι μας, θά λέμε «Χριστός ἀνέστη», ὁ Χριστός δέν θά εἶναι ἀναστημένος μόνο ἀπό τόν τάφο του, ἀλλά θά εἶναι καί ἀναστημένος μέσα μας. Θά ἔχομε καί μεῖς ἀναστηθεῖ γιά τόν Χριστό.
Καί ὅταν ψάλλομε: «θανάτῳ θάνατον πατήσας καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος», θά λέμε: «Καί ἐγώ ἤμουνα μέσ’ στό μνῆμα». Ποιό μνῆμα; Τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. «Ἀλλά ἀναστήθηκα. Καί πῆρα καί θά πάρω ζωή ἀπό σένα Χριστέ μου. Μέ τήν διόρθωση, μέ τή δύναμη σου, μέ τή χάρη σου καί προπαντός μέ τήν Θεία Κοινωνία.
Νά μᾶς ἀξιώσει ὁ Θεός, νά πετάξομε τήν ἁμαρτία ἀπό πάνω μας.
Νά μήν μείνομε γιά ὅλη μας τή ζωή μασκαράδες. Νά μή χρειαστεῖ νά μᾶς βγάλει τήν μάσκα ὁ Χριστός τήν ἡμέρα τῆς δευτέρας Παρουσίας. Νά τήν βγάλομε τώρα ἐμεῖς. Καί νά παρουσιαστοῦμε ἐνώπιόν του ὅπως εἴμαστε. Γιά νά μᾶς δώσει στολή δόξης, ὀμορφιά δόξης, τήν χάρη του, τήν ἀγάπη του, τήν εὐλογία του. Εἴθε τά λόγια αὐτά νά βροῦν ἀπήχηση στίς καρδιές ὅλων. Καί μέ τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ νά βαδίσομε τήν ἁγία Σαρακοστή καί νά φτάσομε στήν ἁγία Ἀνάσταση. Ἀμήν.-
Τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου,

ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία. Ἔγινε στήν Ἄνω Ράχη στίς 9/3/1997
https://www.zoiforos.gr

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024

ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΝΗΣΤΕΙΑ

ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΝΗΣΤΕΙΑ:  


Μέσα στην πολύβουη εποχή μας και τον θόρυβο των ημερώνû ανάμεσα στις μεγαλόφωνες φανφάρες και τις πολυποίκιλες και ενοχλητικά δαπανηρές φιέστες και κωμικοτραγικές, ανά το πανελλήνιο, εκδηλώσειςû
απέναντι στην αναβίωση της ειδωλολατρίας και της προσφοράς λατρείας στον Βάκχο και τον Διόνυσο, την μέθη, την κραιπάλη, την προκλητικότητα των καρναβαλικών εκδηλώσεων
û η Αγία μας Εκκλησία, φιλόστοργος μήτηρ και οικονόμος σοφός των αξιών της ζωής, καταθέτει και πάλι την δική της πρόταση. Πρόταση που δεν περιορίζει τη δράση του ανθρώπου μέσα στα στενά όρια του εφήμερου, του επιφανειακού, του σαρκικού, αλλά,  αναγάγει πέρα απ’ όλα αυτά. Συνιστά πορεία με προοπτική αιωνιότητος. Προτείνει, σε κραυγαλέα αντίθεση με το κατευθυνόμενο κοσμικό τυπικό, την περισυλλογή, των κατευνασμό των παθών, την ισορρόπηση των αντιθέσεων. Αντιπαραθέτει στους αγώνες της επίδειξης και της λαγνείας, αγώνας πνευματικούς, αγώνας αρετήςû καλλιέργεια και άσκηση περισυλλογής, νηστείας και εγκράτειας...




Τό Ψυχοσάββατο

ΣΧΟΛΙΑ 
ΣΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΡΟ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ 


Τήν παραμονή τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σέ μιά παγκόσμια ἀνάμνηση ὅλων "τῶν ἀπ' αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ' ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου". Αὐτή πραγματικά εἶναι ἡ μεγάλη ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν ὁποία προσευχόμαστε γιά τά κοιμηθέντα μέλη της. Γιά νά καταλάβουμε τό νόημα πού ὑπάρχει στή σχέση τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί τῆς προσευχῆς γιά τούς κοιμηθέντες θά πρέπει νά θυμηθοῦμε ὅτι μέσα στήν Ἐκκλησία βιώνουμε τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Ἡ νέα ζωή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός καί πού μεταβιβάζεται σέ μᾶς διά τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάνω ἀπ' ὅλα μιά ζωή συνδιαλλαγῆς, "συναγωγῆς εἰς ἑνότητα ὅλων τῶν διεσκορπισμένων", ἡ ἀποκατάσταση τῆς θραυσμένης ἀπό τήν ἁμαρτία ἀγάπης. Ἀλλά πῶς εἶναι δυνατό ν' ἀρχίσουμε ποτέ τήν ἐπιστροφή μας στό Θεό καί τή συμφιλίωσή μας μ' Αὐτόν, ἄν ἀπό μέσα μας δέν ξαναγυρίσουμε στή μοναδική καινή ἐντολή τῆς ἀγάπης; Ζητᾶμε ἀπό τό Θεό νά θυμηθεῖ αὐτούς πού καί μεῖς θυμόμαστε καί τούς θυμόμαστε ἀκριβῶς γιατί τούς ἀγαπᾶμε. Προσευχόμενοι γι' αὐτούς τούς συναντᾶμε ἐν Χριστῷ, ὁ ὁποῖος Ἀγάπη ἐστίν καί πού - ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι ἀγάπη - ξεπερνάει τό θάνατο πού εἶναι ἡ τελική νίκη τοῦ χωρισμοῦ καί τῆς ἔλλειψης τῆς ἀγάπης. Μέσα στό Χριστό δέν ὑπάρχουν ζωντανοί καί πεθαμένοι γιατί ὅλοι εἶναι ζῶντες ἐν Χριστῷ. Αὐτός εἶναι ἡ ζωή καί αὐτή ἡ Ζωή εἶναι τό φῶς τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγαπώντας τό Χριστό ἀγαπᾶμε ὅλους ἐκείνους πού βρίσκονται ἐν Αὐτῷ.
Τό μυστήριο τοῦ θανάτου
Ὁ θάνατος παραμένει ἕνα σκάνδαλο ἀλλά καί ὁ ἔσχατος ἐχθρός σύμφωνα μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο (Ι Κορ. 15,26). Ὅμως ὅλη ἡ Ἀκολουθία εὐωδιάζει ἀπό τή χαρά καί τό μήνυμα τῆς Ἀνάστασης. Ἄς σταθοῦμε γιά λίγο σέ μιά καταπληκτική περιγραφή τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου γιά τό τέλος τῆς ζωῆς μας: "Χριστέ, πανσόφως Σύ προώρισας, ἑκάστου τέλος ζωῆς, τόν ὅρον καί τόν τρόπον... δι' οὕς ἐκάλυψεν τάφος ἐν πάσῃ χώρᾳ" (Ὄρθρος, Ὠδή α). Παράλογο θά ἔλεγε κανείς. Πῶς εἶναι δυνατόν ὁ ἱερεύς νά δίδει προτεραιότητα στό τέλος καί στή συνέχεια νά μιλᾶ γιά ὅρο; Ἐδῶ ὅμως ὁ τρόπος λαμβάνει ὅλη τή σημασία του. Ὁ Θεός ὁρίζει στόν κάθε ἄνθρωπο μιά ἀποστολή, ἡ ὁποία θά λέγαμε ἔχει ὁριοθετηθεῖ. Ἀλλά τό περιεχόμενό της, ὁ τρόπος αὐτῆς τῆς ζωῆς ἔχουν ἀφεθεῖ στήν ἀπεριόριστη έλευθερία τοῦ ἀνθρώπου.
Γιατί προσευχόμαστε γιά τούς κεκοιμημένους;
Ποιό εἶναι τό νόημα τῶν προσευχῶν μας γιά τούς κεκοι-μημένους; Μήπως ζητοῦμε ἀπό τό Θεό νά κάνει κάποια ἀδικία; Βεβαίως ὄχι. Μέ τήν προσευχή μας ἀποδεικνύουμε ὅτι οἱ κεκοιμημένοι δέν ἔζησαν μάταια. Μαρτυροῦμε, ὅτι μαζί μέ τά πολλά λάθη πού ἔκαμαν στή ζωή τους, βοήθησαν νά φυτευτεῖ ὁ σπόρος τῆς ἀγάπης. Προσευχόμαστε γι' αὐτούς μέ ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη καί θυμόμαστε τήν παρουσία τους ἀνάμεσά μας. Ἡ προσευχή μας γι' αὐτούς πρέπει νά στηρίζεται καί ἀπό τίς πράξεις μας, τή φιλάνθρωπη διάθεση καί τήν ἐλεημοσύνη. Ἐάν στή ζωή μας δέν καρποφορεῖ ὁ σπόρος πού αὐτοί ἔσπειραν μέσα μας, τότε οἱ προσευχές μας γι' αὐτούς θά' ναι ἀληθινά ἀδύναμες.
Πρέπει νἄμαστε σέ θέση νά λέμε: "Κοίταξε, Χριστέ μου, αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔζησε καί μ' ἔκανε νά τόν ἀγαπήσω, μοὔδωσε παραδείγματα ν' ἀκολουθήσω καί τ' ἀκολουθῶ". Καί θἄρθει ἡ μέρα πού θά μποροῦμε νά λέμε: "Ὅ,τι καλό βλέπεις στή ζωή μου δέν εἶναι δικό μου. Ἐκεῖνος μοῦ τὄδωσε, πάρε το καί ἄς εἶναι αὐτό προσφορά στήν αἰώνια μνήμη του καί στή συγχώρεσή του".
Ἡ ζωή τοῦ καθενός μας δέν λήγει μέ τόν θάνατό μας πάνω στή γῆ καί τή γέννησή μας στόν ἄλλο κόσμο. Ἡ παρουσία μας σφραγίζει ὅποιον συναντήσουμε. Αὐτή ἡ εὐθύνη συνεχίζεται καί μετά θάνατον κι ἔτσι οἱ ζωντανοί συνδέονται μέ τούς κεκοιμημένους γιά τούς ὁποίους καί προσεύχονται. Ἡ προσευχή μας γι' αὐτούς εἶναι οὐσιαστική γιατί ἐκφράζει τήν πληρότητα τῆς κοινῆς μας ζωῆς.
Προσευχές γιά τούς κεκοιμημένους
Μνήσθητι Κύριε τῶν ἐπ' ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου κεκοιμημένων πατέρων καί ἀδελφῶν ἡμῶν, καί πάντων τῶν ἐν εὐσεβείᾳ καί πίστει τελειωθέντων, καί συγχώρησον αὐτοῖς πᾶν πλημμέλημα ἑκούσιόν τε καί ἀκούσιον, ἐν λόγῳ, ἤ ἔργῳ, ἤ κατά διάνοιαν πλημμεληθέν ὑπ' αὐτήν.
Καί κατασκήνωσον αὐτούς ἐν τόποις φωτεινοῖς, ἐν τόποις χλοεροῖς, ἐν τόποις ἀναψύξεως, ἔνθα ἀπέδρα λύπη, πᾶσα ὀδύνη, καί στεναγμός, ὅπου ἡ ἐπισκοπή τοῦ ποσώπου σου εὐφραίνει πάντας τούς ἀπ' αἰῶνος Ἁγίους σου.
Χάρισαι αὐτοῖς τήν Βασιλείαν σου, καί τήν μέθεξιν τῶν ἀφράστων καί αἰωνίων σου ἀγαθῶν, καί τῆς σῆς ἀπεράντου καί μακαρίας ζωῆς τήν ἀπόλαυσιν.

 http://www.apostoliki-diakonia.gr
 

Πέμπτη 29 Φεβρουαρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ









Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου

(Απόσπασμα από την Α' Ομιλία-Περί μετανοίας)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ


     Ήταν δυό αδέλφια· τα οποία, αφού μοιράστηκαν αναμεταξύ τους την πατρική περιουσία, ο ένας έμεινε στο σπίτι, ενώ ο άλλος έφυγε σε μακρινή χώρα. Εκεί, αφού κατέφαγε όλα όσα του δόθηκαν, δυστύχησε και υπέφερε μη υπομένοντας τη ντροπή από τη φτώχεια. (Λουκά 15: 11 κ.ε.) Αυτή την παραβολή θέλησα να σάς την πω, για να μάθετε, ότι υπάρχει άφεση αμαρτημάτων και μετά το Βάπτισμα, εάν είμαστε προσεκτικοί. Και το λέγω αυτό όχι για να σάς κάνω αδιάφορους, αλλά για να σάς απομακρύνω από την απόγνωση. Γιατί η απόγνωση μας προξενεί χειρότερα κακά και από τη ραθυμία.

Αυτός λοιπόν ο υιός αποτελεί την εικόνα εκείνων που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα. Και ότι φανερώνει εκείνους που αμάρτησαν μετά το Βάπτισμα, αποδεικνύεται από το ότι ονομάζεται υιός. Γιατί κανένας δεν μπορεί να ονομασθεί υιός χωρίς το Βάπτισμα. Επίσης διέμενε στην πατρική οικία και μοιράστηκε όλα τα πατρικά αγαθά, ενώ πριν από το Βάπτισμα δεν μπορεί κανείς να λάβει την πατρική περιουσία, ούτε να δεχθεί κληρονομία. Ώστε μ όλα αυτά μας υπαινίσσεται το σύνολο των πιστών.
Επίσης ήταν αδελφός εκείνου που είχε προκόψει. Αδελφός όμως δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς την πνευματική αναγέννηση. Αυτός λοιπόν, αφού έπεσε στη χειρότερη μορφή κακίας, τι λέγει: «Θα επιστρέψω στον πατέρα μου» (Λουκά 15:18). Γι αυτό ο πατέρας του τον άφησε και δεν τον εμπόδισε να φύγει στην ξένη χώρα, για να μάθει καλά με την πείρα, πόση ευεργεσία απολάμβανε όταν βρισκόταν στο σπίτι. Γιατί πολλές φορές ο Θεός, όταν δεν πείθει με το λόγο του, αφήνει να διδαχθούμε από την πείρα των πραγμάτων, πράγμα βέβαια που έλεγε και στους Ιουδαίους.
Επειδή δηλαδή δεν τους έπεισε ούτε τους προσέλκυσε, απευθύνοντάς τους αμέτρητους λόγους με τους προφήτες, τους άφησε να διδαχθούν με την τιμωρία, λέγοντάς τους: «Θα σε διδάξει η αποστασία σου και θα σε ελέγξει η κακία σου» (Ιερ. 2, 19). Γιατί έπρεπε να Του είχαν εμπιστοσύνη από πριν. Επειδή όμως ήταν τόσο πολύ αναίσθητοι, ώστε να μη πιστεύουν στις παραινέσεις και τις συμβουλές Του, θέλωντας να προλάβει την υποδούλωσή τους στην κακία, επιτρέπει να διδαχθούν από τα ίδια τα πράγματα, ώστε έτσι να τους κερδίσει και πάλι.

     Αφού λοιπόν ο άσωτος έφυγε στην ξένη χώρα και από τα ίδια τα πράγματα έμαθε πόσο μεγάλο κακό είναι να χάσει κανείς το πατρικό του σπίτι, επέστρεψε, και ο πατέρας του τότε δεν του κράτησε κακία, αλλά τον δέχτηκε με ανοιχτή αγκαλιά. Γιατί άραγε; Επειδή ήταν πατέρας και όχι δικαστής. Και στήθηκαν τότε χοροί και συμπόσια και πανηγύρια και όλο το σπίτι ήταν φαιδρό και χαρούμενο. Τι μου λες τώρα άνθρωπέ μου; Αυτές είναι οι αμοιβές της κακίας; Όχι της κακίας, άνθρωπε, αλλά της επιστροφής. Όχι της πονηρίας, αλλά της μεταβολής προς το καλύτερο.
Και ακούστε και το σπουδαιότερο: Αγανάκτησε γι αυτά ο μεγαλύτερος υιός. Ο πατέρας όμως τον έπεισε κι αυτόν μιλώντας του με πραότητα και λέγοντας, «συ πάντοτε ζούσες μαζί μου, ενώ αυτός ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του» (Λουκά 15:31-32). Όταν πρέπει να διασώσει τον χαμένο, λέγει: «Δεν είναι ώρα τώρα για δικαστήρια, ούτε για λεπτομερή εξέταση, αλλά είναι ώρα μόνο φιλανθρωπίας και συγγνώμης.» Κανένας ιατρός, που έχει αμελήσει ο ίδιος να δώσει φάρμακο στον ασθενή, δεν ζητεί ευθύνες απ αυτόν για την αταξία του και ούτε τον τιμωρεί. Και αν ακόμα χρειαζόταν να τιμωρηθεί ο άσωτος, τιμωρήθηκε αρκετά ζώντας στην ξένη χώρα.
Τόσο λοιπόν χρόνο στερήθηκε τη συντροφιά μας και έζησε παλεύοντας με την πείνα, την ατίμωση και τα χειρότερα κακά. Γι αυτό λέγει ο πατέρας: «ήταν χαμένος και βρέθηκε, ήταν νεκρός και ξαναβρήκε τη ζωή του». Μη βλέπεις, λέγει, τα παρόντα, αλλά σκέψου το μέγεθος της προηγούμενης συμφοράς. Αδελφό βλέπεις, όχι ξένο. Στον πατέρα του επέστρεψε, που ξεχνάει τα περασμένα η καλύτερα που θυμάται εκείνα μόνο τα οποία μπορούν να τον οδηγήσουν σε συμπάθεια και έλεος, σε στοργή και ευσπλαγχνία τέτοια που ταιριάζει στους γονείς. Γι αυτό δεν είπε, εκείνα που έπραξε ο άσωτος, αλλά εκείνα που έπαθε. Δεν λυπήθηκε ότι κατέφαγε την περιουσία του, αλλ' ότι περιέπεσε σ' αμέτρητα κακά.
Έτσι έψαχνε με τόση προθυμία και με ακόμα μεγαλύτερη να βρει το χαμένο πρόβατο. Και εδώ βέβαια γύρισε πίσω ο ίδιος ο υιός, ενώ στην παραβολή του καλού Ποιμένος έφυγε ο ίδιος ο ποιμένας. Και αφού βρήκε το χαμένο πρόβατο το έφερε πίσω, και χαιρόταν πολύ περισσότερο γι αυτό, παρά για όλα τα άλλα τα σωσμένα. Και πρόσεχε πως έφερε πίσω το χαμένο πρόβατο: Δεν το μαστίγωσε, αλλά μεταφέροντάς το και βαστάζοντάς το στους ώμους του, το παρέδωσε πάλι στο κοπάδι.

Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ότι όχι μόνο δεν μας αποστρέφεται όταν επιστρέφομε κοντά Του, αλλά μας δέχεται το ίδιο αγαπητικά με τους άλλους που έχουν προκόψει στην αρετή. Και ότι όχι μόνο δεν μας τιμωρεί, αλλά και έρχεται ν αναζητήσει τους πλανημένους. Και όταν τους βρει, χαίρεται περισσότερο απ όσο χαίρεται για εκείνους που έχουν σωθεί. Ούτε πρέπει ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε στην κατηγορία των κακών, αλλά ούτε όταν είμαστε καλοί να έχουμε θάρρος.
Ασκώντας την αρετή να φοβόμαστε μήπως πέσομε, στηριζόμενοι στο θάρρος μας. Και όταν αμαρτάνουμε να μετανοούμε. Και εκείνο που είπα αρχίζοντας την ομιλία, αυτό λέγω και τώρα: Είναι προδοσία της σωτηρίας μας αυτά τα δύο, δηλαδή και το να έχουμε θάρρος όταν είμαστε ενάρετοι, και το ν απελπιζόμαστε όταν είμαστε πεσμένοι στην κακία.
Γι αυτό ο Παύλος, για ν' ασφαλίσει εκείνους που ασκούν την αρετή, έλεγε: «Εκείνος που νομίζει ότι στέκεται, ας προσέχει μήπως πέσει» (Α' Κορ. 10, 12). Και πάλι: «Φοβάμαι μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ ο ίδιος βρεθώ ανάξιος» (Β' Κορ. 11, 3). Ανορθώνοντας πάλι τους πεσμένους και διεγείροντάς τους σε μεγαλύτερη προθυμία διακήρυττε έντονα στους Κορινθίους γράφοντας τα εξής: «Μήπως πενθήσω πολλούς που αμάρτησαν προηγουμένως και δεν μετανόησαν» (Β' Κορ. 12, 21). Για να δείξει ότι είναι άξιοι θρήνων όχι τόσο εκείνοι που αμαρτάνουν, όσο εκείνοι που δεν μετανοούν για τα αμαρτήματά τους. Και ο προφήτης πάλι λέγει: «Μήπως εκείνος που πέφτει δεν σηκώνεται, η εκείνος που παίρνει στραβό δρόμο δεν επιστρέφει;» (Ιερ. 8, 4). Γι αυτό και ο Δαυίδ παρακαλεί αυτούς ακριβώς, λέγοντας: «Σήμερα, εάν ακούσετε τη φωνή Αυτού, μη σκληρύνετε τις καρδιές σας όπως τότε που Τον παραπίκραναν οι πατέρες σας» (Ψαλμ. 94, 8).

     Όσο λοιπόν θα υπάρχει το σήμερα, ας μη απελπιζόμαστε, αλλ έχοντας ελπίδα προς τον Κύριο και έχοντας κατά νουν το πέλαγος της φιλανθρωπίας Του, αφού αποτινάξουμε κάθε τι το πονηρό από τη σκέψη μας, ας ασκούμε με πολλή προθυμία και ελπίδα την αρετή, και ας επιδείξουμε μετάνοια με όλη τη δύναμή μας.
Έτσι αφού απαλλαχθούμε απ' όλα τ αμαρτήματά μας εδώ στη γη, να μπορέσουμε με θάρρος να σταθούμε μπροστά στο βήμα του Χριστού, και να επιτύχουμε τη βασιλεία των ουρανών, την οποία εύχομαι να επιτύχουμε όλοι μας με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον Οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο Άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. 

Αμήν

Παρασκευή 23 Φεβρουαρίου 2024

ΤΡΙΩΔΙΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΤΡΙΩΔΙΟ"




ΤΡΙΩΔΙΟ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ

Μέσα στον ετήσιο εορταστικό κύκλο, ξεχωριστή θέση κατέχει ο κύκλος των κινητών εορτών, που κέντρο και σκοπός τους είναι το Πάσχα. Το διαρκές πέρασμα και η είσοδος μας στην «καινή ζωή της Βασιλείας». Για να βιωθεί όμως με εσωτερικότητα αυτή η «εορτή των εορτών», είναι απαραίτητη και η κατάλληλη προετοιμασία. Αυτήν, την προετοιμασία, έρχεται να μας τη διασφαλίσει η ευλογημένη αυτή περίοδος του Τριωδίου, στην οποία σήμερα συν Θεώ εισερχόμεθα. Η κατανυκτική περίοδος του Τριωδίου, που αποτελεί για όλους τους πιστούς μοναδική ευκαιρία και δυνατότητα για πορεία μετανοίας.
Την πνευματική πορεία μας, αγαπητοί Χριστιανοί, την χαρακτηρίζει η μετάνοια που πρέπει να είναι συνεχής. Και μετα-νοώ σημαίνει αλλάζω, αλλάζω ολοκληρωτικά τη ζωή μου, αρνούμαι, με όλη μου την καρδιά, την αμαρτία, αλλάζω νοοτροπίες. νοιώθω με όλη μου την ύπαρξη, ότι ο δρόμος που ακολουθώ δεν πάει πουθενά, και ψάχνω πλέον καινούριο δρόμο, το δρόμο της επιστροφής. Πρέπει να νοιώσω ότι ζω σ’ ένα αχυρώνα, έξω από το σπίτι του πατέρα , και να πω κι εγώ σαν τον Άσωτο της επόμενης Κυριακής : «Πού είμαι; Εδώ ο πατέρας έχει παλάτι, όπου όλοι ευφραίνονται, και εγώ κάθομαι στον βούρκο;» Κι έπειτα να αποφασίσω να γυρίσω, να ξαναμπώ στο πατρικό σπίτι, να συμφιλιωθώ με τον Θεό – Πατέρα και τους αδελφούς μου. Ειδικότερα δε τώρα, μέσα στην περίοδο του Κατανυκτικού Τριωδίου, έχουμε ανάγκη όλοι από εντονότερη άσκηση μετανοίας. Καλούμαστε τώρα, να καθαρίσουμε την ύπαρξη μας από κάθε «μολυσμόν σαρκός και πνεύματος». Καλούμαστε να διαφοροποιηθούμε από τις αμαρτωλές επιλογές μας, που είναι πάμπολλες. Μνησικακία, μίσος, πλεονεξία, αλόγιστη προσκόλληση στα υλικά αγαθά, εγωιστική διεκδίκηση και υπεροχή σε βάρος των συνανθρώπων μας. Καλούμαστε να ανασυγκροτηθούμε και να αναγεννηθούμε με συντονισμένο πνευματικό αγώνας ώστε να βρουν θέση μέσα στην καρδιά μας, η αγάπη, η ανεξικακία, η ευσπλαχνία, η ελεημοσύνη, η υπο­μονή , η συγχωρητικότητα και τέλος η προσευχή. Αυτά τα κατορθώματα συνιστούν την πνευματική ζωή και πορεία του πιστού.
Το ζητούμενο λοιπόν ειδικά την περίοδο αυτή είναι η «αλλαγή». Η αλλαγή του ανθρώπου. Η απαλλαγή του καθενός μας από τα πάθη του. Είναι η μετάνοια. Και Μετάνοια στη συνείδηση της Εκκλησίας είναι η ηρωική απόφαση επιστροφής στην περιοχή της χάριτος, από την οποία αποσπάται ο πιστός, όταν ακολουθεί «το ίδιον θέλημα. Είναι η πράξη που μαρτυρεί την αλλαγή πορείας και δηλώνει την επιστροφή στην «παραδείσια σχέση». Είναι το « γνώθι σαυτόν». Και η γνώση του εαυτού μας, συνδέεται άμεσα με την γνώση του Θεού. Η περίοδος του Τριωδίου μας ανοίγει το δρόμο γι’ αυτή τη γνώση. Μας οδηγεί σε μία υγιή εσωστρέφεια, που αφαιρεί από το «πρόσωπο» της καρδιάς όλες τις μάσκες της πονηρίας που εκφράζεται ποικιλοτρόπως. Είναι μια εσωστρέφεια με κοινωνικές διαστάσεις.
Μπροστά μας, αδελφοί μου, λοιπόν, το κατανυκτικό Τριώδιο, και λίγο αργότερα η Μεγάλη Σαρακοστή. Ανοίγεται και πάλι το «στάδιον των αρετών», η ευλογημένη περίοδος των πνευματικών αγώνων.
«Οι βουλόμενοι» την πνευματική πορεία «εισέλθετε». «Ιδού καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού καιρός μετανοίας».
Με την πρώτη Κυριακή, την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου, σημειώνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Ι. Φουντούλης στο βιβλίο του « Λογική Λατρεία», ανοίγει η ιερά πύλη του Τριωδίου. Δεν μπορούσε να ευρεθεί καταλληλότερο θέμα, που να συνδυάζει κατά ένα τόσο πλήρη τρόπο τούς επί μέρους σκοπούς της περιόδου αυτής. Το Τριώδιο σημειώνει μία ιερά περίοδο του έτους αφιερωμένη στον Θεό στην σύντονο λατρεία και προσευχή, στην νηστεία και στα αγαθά έργα. Η προσευχή όμως, η νηστεία και η δικαιοσύνη του επιφανειακά δικαίου, κενοδόξου όμως και υπερηφάνου Φαρισαίου, αποδοκιμάζονται από τον Θεό. Αντιθέτως δικαιώνεται ο αμαρτωλός και άδικος, αλλά μετανοημένος και συντετριμμένος Τελώνης, που κτυπά το στήθος του και ταπεινά επικαλείται το έλεος του Θεού: «Ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». …
«Το πρώτο λοιπόν πού πρέπει να προσέξουμε και σήμερα και αύριο και όλες τις ημέρες, ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο του Τριωδίου, είναι να είμαστε τίμιοι με τον Θεό. Ν' αφήσουμε κατά μέρος τις υποκρισίες μας, ν' αφήσουμε κατά μέρος τις δικαιολογίες μας, ν' αφήσουμε κατά μέρος όλα αυτά τα δεν γίνεται, δεν μπορώ, ότι είναι αλλιώς τώρα τα πράγματα. Τίποτε. Αυτά όλα είναι δικαιολογίες. Αυτά όλα είναι καμώματα. Αυτά όλα είναι πονηριές ανθρώπινες. Ό Θεός θέλει τίμιο άνθρωπο. Δεν μπορείς; Όσο μπορείς.
Να βάλουμε κάτω τον εαυτό μας και να σταθούμε ενώπιον του Θεού. Αμαρτωλοί; Αμαρτωλοί. Δεν πειράζει αυτό. Με αδυναμίες πολλές; Δεν πειράζει αυτό. Με σπασμένα τα φτερά μας; Δεν πειράζει αυτό. Ό,τι κι αν είμαστε, εφόσον ζούμε και είναι ανοικτά τα μάτια μας και έχουμε μια επαφή, μια επικοινωνία με τον Θεό και μπορούμε να πούμε ένα «Κύριε ελέησαν», ή Χά­ρις του Θεού θα μας κάνει αγίους. Εκείνο πού εμποδί­ζει την Χάρη του Θεού, εκείνο πού πειράζει, είναι τα κα­μώματα τα ανθρώπινα, οι δικαιολογίες, οι προφάσεις και όλες αυτές οι κουτοπονηριές.
Ό Φαρισαίος έκαμνε ορισμένα πράγματα. Από αυτά πού έλεγε, μερικά ήταν βέβαια αληθινά. Αλλά εμφανίζε­ται ενώπιον του Θεού φαρισαϊκά, υποκριτικά. Δεν μπορεί να συνεργασθεί ό Θεός μαζί του. «Ό Θεός υπερήφανοις αντιτάσσεται, ταποινοίς δε δίδωσι χάριν». Και βλέπει ο Θεός τον Τελώνη. Τελώνης είναι, αμαρτωλός είναι. Επει­δή όμως εμφανίζεται ενώπιον του Θεού αυτό πού είναι και δεν προσπαθεί να κρυφτεί, δεν προσπαθεί να δικαι­ολογηθεί, επειδή εμφανίζεται ως το έσχατο σκύβαλο της γης, ο Θεός τον δέχεται, τον ακούει και τον δικαιώνει, ενώ τον άλλο τον απορρίπτει.
Αυτό να δούμε: Μας δέχεται ό Θεός ή μας απορρί­πτει; Πήγες στην εκκλησία. Τι έγινε; Δέχθηκε ό Θεός την πράξη σου αυτή που πήγες στην εκκλησία και προ­σευχήθηκες; Τη δέχθηκε ή την απέρριψε και απέρριψε κι εσένα; Κι αν την απέρριψε, γιατί την απέρριψε; Δεν έχει κανέναν λόγο ό Θεός να την απορρίψει. Αν πήγες εκεί ως ταπεινός αμαρτωλός και στάθηκες ενώπιον του Θεού με ευθύτητα και με ειλικρίνεια, είναι αδύνατο να σε απορ­ρίψει ό Θεός. Είναι αδύνατο ό Θεός να μη βεβαιώσει την καρδιά σου με μια κάποια δικαιοσύνη, ότι «σ' άκουσα, παιδί μου!» και να μη μαλάξει την ψυχή σου λίγο, να μη μαλακώσει την καρδιά σου, να μη σε παρη­γορήσει λιγάκι, να μη σε γλυκάνει. Είναι αδύνατο να μην το κάνει ό Θεός· όποιος κι αν είσαι».
( Συμεών Κραγιοπούλου: ΣΥΝΑΞΕΙΣ ΤΡΙΩΔΙΟΥ Α’.» σελ. 11).
Αν όμως όπως πας, έτσι γυρίζεις και χειρότερα, εκεί κάτι δεν πάει καλά. Και μην προσπαθείς να βρεις διάφορες δι­καιολογίες, τούτο κι εκείνο και καμώματα και πονηριές. Η αιτία είναι ότι δεν είσαι ευθύς ενώπιον του Θεού, δεν είσαι ειλικρινής με τον Θεό, δεν έχεις ιδέα για τον εαυτό σου, νομίζεις πώς είσαι το κέντρο του κόσμου και τίποτε και κανένας δεν υπάρχει πιο πέρα από σένα. Και αυτό δεν αφήνει ούτε το Θεό να δεις, μα ούτε κι ο Θεός να σε δει!
Αδελφοί μου, είναι ωραία και ευχάριστη ή εκκλησιαστική ζωή με τις ποικίλες γιορτές, πού σημαδεύουν και ανανεώνουν τη ζωή. Και ή ζωή δεν είναι και δεν πρέπει να είναι ρουτίνα, συμβατικότητα, αλλά ενσυνείδητη βίωση των γεγονότων, πού καθιστούν την ύπαρξη μας ζωντανή και δημι­ουργική. Όσοι βιώνουν την εκκλησιαστική ζωή, μάλιστα στη ζώσα Ενορία, βιώνουν την αληθινή κοινωνική ζωή μέ­σα στον πολυμορφισμό των διαπροσωπικών ενοριακών σχέσεων. Και πόσο σήμερα ό άνθρωπος 6χει ανάγκη αυτή την επικοινωνία σε μία εποχή αποξένωσης και απομόνωσης. Οι γιορτές σπάζουν τη ρουτίνα της ζωής. Δημιουργούν ευκαιρίες ψυχικής ανανέωσης και με νέες διαθέσεις συνεχί­ζεται ή πορεία της ζωής. Ιδιαίτερα η προπαρασκευαστική περίοδος του Τριωδίου και στη συνέχεια η περίοδος της Σαρακοστής μας στρέφει προς τον έσω άνθρωπο για μία εσω­τερική κάθαρση. Και αυτή ή πνευματική κάθαρση χαρίζει την πνευματική Ανάσταση. Ο αναστημένος εσωτερικά άνθρωπος βλέπει τη ζωή με το υπέρλαμπρο φως της Ανα­στάσεως, ( π. Ευαγγέλου Σκορδά « ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΑΣ ΑΓΥΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑΣ ΡΥΜΑΣ» ΣΕΛ. 23).

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2024

Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών

 

Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών

Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Όπως έχετε ενημερωθή, μόλις πριν από λίγες ημέρες, δηλαδή την 23η Ιανουαρίου 2024, συνήλθε η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, που είναι η Ανωτάτη Αρχή της Εκκλησίας μας, για να μελετήση το θέμα που ανέκυψε στις ημέρες μας, δηλαδή την θέσπιση του "πολιτικού γάμου" των ομοφυλοφίλων, με όλες τις συνέπειες που επιφέρει αυτό στο οικογενειακό δίκαιο.

Η Ιεραρχία συζήτησε επαρκώς το θέμα αυτό με υπευθυνότητα και νηφαλιότητα, αποδεικνύοντας για μια ακόμη φορά την ενότητά της, και στην συνέχεια ομόφωνα αποφάσισε τα δέοντα που έχουν ανακοινωθή.

Μια από τις αποφάσεις που έλαβε είναι να ενημερώση το πλήρωμά της, το οποίο θέλει να ακούση τις αποφάσεις της και τις θέσεις της. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, η Ιεραρχία απευθύνεται προς όλους εσάς, για να διατυπώση την αλήθεια για το σοβαρό αυτό θέμα.

1. Το έργο της Εκκλησίας, διά μέσου των αιώνων, είναι διπλό, δηλαδή θεολογικό, με το να ομολογή την πίστη της, όπως την αποκάλυψε ο Χριστός και την έζησαν οι 'Αγιοί της, και ποιμαντικό, με το να ποιμαίνη τους ανθρώπους στην κατά Χριστόν ζωή.

Αυτό το έργο της φαίνεται στην Αγία Γραφή και στις αποφάσεις των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων, οι οποίες θέσπισαν όρους για την ορθόδοξη πίστη και ιερούς κανόνες, που καθορίζουν τα όρια μέσα στα οποία πρέπει να κινούνται όλα τα μέλη της, Κληρικοί, Μοναχοί και Λαϊκοί.

Έτσι, η Εκκλησία ποιμαίνει, δηλαδή θεραπεύει τις πνευματικές ασθένειες των ανθρώπων, ώστε οι Χριστιανοί να ζουν σε κοινωνία με τον Χριστό και τους αδελφούς τους, να απαλλαγούν από την φιλαυτία και να αναπτυχθή η φιλοθεΐα και η φιλανθρωπία, δηλαδή η ιδιοτελής, φίλαυτη αγάπη να γίνη ανιδιοτελής αγάπη.

2. Ο Θεός αγαπά όλους τους ανθρώπους, δικαίους και αδίκους, αγαθούς και κακούς, αγίους και αμαρτωλούς αυτό κάνει και η Εκκλησία. 'Αλλωστε, η Εκκλησία είναι πνευματικό Νοσοκομείο που θεραπεύει τους ανθρώπους, χωρίς να αποκλείη κανέναν, όπως δείχνει η παραβολή του Καλού Σαμαρείτου, την οποία είπε ο Χριστός (Λουκ. ι΄, 3037). Το ίδιο κάνουν και τα νοσοκομεία και οι ιατροί για τις σωματικές ασθένειες. Όταν οι ιατροί κάνουν χειρουργικές επεμβάσεις στους ανθρώπους, κανείς δεν μπορεί να ισχυρισθή ότι δεν έχουν αγάπη.

Αλλά οι άνθρωποι ανταποκρίνονται διαφορετικά σε αυτήν την αγάπη της Εκκλησίας άλλοι την επιθυμούν και άλλοι όχι. Ο ήλιος αποστέλλει τις ακτίνες του σε όλη την κτίση, άλλοι όμως φωτίζονται και άλλοι καίγονται, και αυτό εξαρτάται από την φύση αυτών που δέχονται τις ηλιακές ακτίνες.

Έτσι, η Εκκλησία αγαπά όλα τα βαπτισθέντα παιδιά της και όλους τους ανθρώπους που είναι δημιουργήματα του Θεού, μικρούς και μεγάλους, αγάμους και εγγάμους, Κληρικούς, Μοναχούς και Λαϊκούς, επιστήμονες και μη, άρχοντες και αρχομένους, ετεροφύλους και ομοφυλοφίλους, και ασκεί την φιλάνθρωπη αγάπη της, αρκεί, βέβαια, να το θέλουν και οι ίδιοι και να ζουν πραγματικά στην Εκκλησία.

3. Η Θεολογία της Εκκλησίας για τον Γάμο απορρέει από την Αγία Γραφή, την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας και την διάταξη του Μυστηρίου του Γάμου.

Στο βιβλίο της Γενέσεως γράφεται: "Και εποίησεν ο Θεός τον άνθρωπον, κατ' εικόνα Θεού εποίησεν αυτόν, άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς. Και ευλόγησεν αυτούς λέγων αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γην και κατακυριεύσατε αυτήν και άρχετε των ιχθύων της θαλάσσης και των πετεινών του ουρανού και πάντων των κτηνών και πάσης της γης και πάντων των ερπετών των ερπόντων επί της γης" (Γεν., 1, 2728).

Αυτό σημαίνει ότι "η δυαδικότητα των δύο φύσεων και η συμπληρωματικότητά τους δεν αποτελούν κοινωνικές επινοήσεις, αλλά παρέχονται από τον Θεό" "η ιερότητα της ένωσης άνδρα και γυναίκας παραπέμπει στην σχέση του Χριστού και της Εκκλησίας" "ο χριστιανικός Γάμος δεν είναι απλή συμφωνία συμβίωσης, αλλά ιερό Μυστήριο, διά του οποίου ο άνδρας και η γυναίκα λαμβάνουν την Χάρη του Θεού για να προχωρήσουν προς την θέωσή τους" "ο πατέρας και η μητέρα είναι συστατικά στοιχεία της παιδικής και της ενήλικης ζωής".

Όλη η θεολογία του Γάμου φαίνεται καθαρά στην ακολουθία του Μυστηρίου του Γάμου, στα τελούμενα και τις ευχές. Σ' αυτό το Μυστήριο η ένωση ανδρός και γυναικός ιερολογείται εν Χριστώ Ιησού, με τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Τα αποτελέσματα του εν Χριστώ Γάμου είναι η δημιουργία καλής συζυγίας και οικογενείας, η γέννηση παιδιών, ως καρπού της αγάπης των δύο συζύγων, άνδρα και γυναίκας, και η σύνδεσή τους με την εκκλησιαστική ζωή. Η μη ύπαρξη παιδιών χωρίς την ευθύνη των συζύγων, δεν διασπά την εν Χριστώ συζυγία.

Η χριστιανική παραδοσιακή οικογένεια αποτελείται από πατέρα, μητέρα και παιδιά, και σε αυτήν την οικογένεια τα παιδιά αναπτύσσονται, γνωρίζοντας την μητρότητα και την πατρότητα που θα είναι απαραίτητα στοιχεία στην μετέπειτα εξέλιξή τους.

Εξ άλλου, όπως φαίνεται στο "Ευχολόγιο" της Εκκλησίας, υπάρχει σαφέστατη σύνδεση μεταξύ των Μυστηρίων του Βαπτίσματος, του Χρίσματος, του Γάμου, της Εξομολογήσεως και της Θείας Κοινωνίας του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Κάθε διάσπαση αυτής της σύνδεσης δημιουργεί εκκλησιολογικά προβλήματα.

Επομένως, βαπτιζόμαστε και χριόμαστε για να κοινωνήσουμε του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Γίνεται ο Γάμος ώστε οι σύζυγοι και η οικογένεια να συμμετέχουν στο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας και να κοινωνούν του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Κάθε διάσπαση της σχέσεως αυτής των Μυστηρίων συνιστά την εκκοσμίκευση.

Η Εκκλησία βασίζεται σε αυτήν την Παράδοση, που δόθηκε από τον Θεό στους Αγίους, και δεν μπορεί να αποδεχθή κάθε άλλη μορφή Γάμου, πολλώ δε μάλλον τον λεγόμενο "ομοφυλοφιλικό γάμο".

4. Σε ένα ευνομούμενο Κράτος η Πολιτεία με τα συντεταγμένα όργανά της έχει την αρμοδιότητα να καταρτίζη νομοσχέδια και να ψηφίζη νόμους, ώστε στην κοινωνία να υπάρχη ενότητα, ειρήνη και αγάπη.

Η Εκκλησία, όμως, είναι θεσμός αρχαιότατος, έχει διαχρονικές παραδόσεις αιώνων, συμμετέχει σε όλες τις κατά καιρούς δοκιμασίες του λαού, συνετέλεσε αποφασιστικά στην ελευθερία του, όπως φαίνεται από την ιστορία, την παλαιότερη και την πρόσφατη, και πρέπει όλοι να στέκονται με σεβασμό, τον οποίο κατά καιρούς διακηρύσσουν. 'Αλλωστε και όλοι οι άρχοντες, εκτός από μερικές εξαιρέσεις, είναι δυνάμει και ενεργεία μέλη της. Η Εκκλησία ούτε συμπολιτεύεται ούτε αντιπολιτεύεται, αλλά πολιτεύεται κατά Θεόν και ποιμαίνει όλους. Γι' αυτό και έχει ιδιαίτερο λόγο που πρέπει να γίνεται σεβαστός.

Στο θέμα του λεγομένου "πολιτικού γάμου των ομοφυλοφίλων", η Ιερά Σύνοδος όχι μόνον δεν μπορεί να σιωπήση, αλλά πρέπει να ομιλήση, από αγάπη και φιλανθρωπία σε όλους. Γι' αυτό η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος στην πρόσφατη απόφασή της με ομόφωνο και ενωτικό τρόπο, για λόγους τους οποίους αιτιολόγησε, δήλωσε ότι "είναι κάθετα αντίθετη προς το προωθούμενο νομοσχέδιο".

Και αυτή η σαφής απόφασή της στηρίζεται στο ότι "οι εμπνευστές του νομοσχεδίου και οι συνευδοκούντες σε αυτό προωθούν την κατάργηση της πατρότητας και της μητρότητας και την μετατροπή τους σε ουδέτερη γονεικότητα, την εξαφάνιση των ρόλων των δύο φύλων μέσα στην οικογένεια και θέτουν πάνω από τα συμφέροντα των μελλοντικών παιδιών τις σεξουαλικές επιλογές των ομοφυλοφίλων ενηλίκων".

Επί πλέον, η θέσπιση της "υιοθεσίας παιδιών" "καταδικάζει τα μελλοντικά παιδιά να μεγαλώνουν χωρίς πατέρα ή μητέρα σε ένα περιβάλλον σύγχυσης των γονεικών ρόλων", αφήνοντας δε ανοικτό παράθυρο για την λεγόμενη "παρένθετη κύηση", που θα δώση κίνητρα "για την εκμετάλλευση ευάλωτων γυναικών" και αλλοίωση του ιερού θεσμού της οικογενείας.

Όλα αυτά η Εκκλησία, η οποία πρέπει να εκφράζη το θέλημα του Θεού και να καθοδηγή ορθόδοξα τα μέλη της, δεν μπορεί να τα αποδεχθή, διότι διαφορετικά θα προδώση την αποστολή της. Και το κάνει αυτό όχι μόνο από αγάπη στα μέλη της, αλλά από αγάπη και στην ίδια την Πολιτεία και τους θεσμούς της, ώστε να προσφέρουν στην κοινωνία και να συντελούν στην ενότητά της.

Αποδεχόμαστε, βέβαια, τα δικαιώματα των ανθρώπων τα οποία κινούνται σε επιτρεπτά όρια, σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις τους, αλλά η νομιμοποίηση του απολύτου "δικαιωματισμού", που είναι θεοποίηση των δικαιωμάτων, προκαλεί την ίδια την κοινωνία.

 

5. Η Εκκλησία ενδιαφέρεται για την οικογένεια, η οποία αποτελεί το κύτταρο της Εκκλησίας, της κοινωνίας και του Έθνους. Σε αυτό πρέπει να συντείνη και η Πολιτεία, όπως διαλαμβάνεται στο ισχύον Σύνταγμα ότι "η οικογένεια ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο Γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους" (αρ. 21).

Σύμφωνα δε με τον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, που είναι νόμος του Κράτους (590/1977), "η Εκκλησία της Ελλάδος συνεργάζεται μετά της Πολιτείας, προκειμένου περί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος ως... της εξυψώσεως του θεσμού του γάμου και της οικογενείας" (αρ. 2).

Έτσι, προτρέπουμε την Πολιτεία να προβή στην αντιμετώπιση του Δημογραφικού προβλήματος "που εξελίσσεται σε βόμβα έτοιμη να εκραγεί" και είναι το κατ' εξοχήν εθνικό θέμα της εποχής μας, του οποίου η επίλυση υπονομεύεται από το προς ψήφιση νομοσχέδιο, και την καλούμε να υποστηρίξη τις πολύτεκνες οικογένειες που προσφέρουν πολλά στην κοινωνία και το Έθνος.

Όλα τα ανωτέρω η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος ανακοινώνει σε όλα τα μέλη της "με αίσθημα ποιμαντικής ευθύνης και αγάπης", διότι όχι μόνο ο λεγόμενος "γάμος των ομοφυλοφίλων" είναι ανατροπή του Χριστιανικού Γάμου και του θεσμού της πατροπαράδοτης ελληνικής οικογένειας, αλλάζοντας το πρότυπό της, αλλά και διότι η ομοφυλοφιλία έχει καταδικαστή από την σύνολη εκκλησιαστική παράδοση, αρχής γενομένης από τον Απόστολο Παύλο (Ρωμ. α΄, 2432), και αντιμετωπίζεται με την μετάνοια, η οποία είναι αλλαγή τρόπου ζωής.

Εννοείται, βέβαια, ότι υφίσταται η βασική αρχή ότι, ενώ η Εκκλησία καταδικάζει την κάθε αμαρτία ως απομάκρυνση του ανθρώπου από το Φως και την αγάπη του Θεού, συγχρόνως αγαπά τον κάθε αμαρτωλό, διότι και αυτός έχει το "κατ' εικόνα Θεού" και μπορεί να φθάση στο "καθ' ομοίωσιν", εάν συνεργήση στην Χάρη του Θεού.

Αυτόν τον υπεύθυνο λόγο απευθύνει η Ιερά Σύνοδος σε σας, τους ευλογημένους Χριστιανούς, τα μέλη της, και σε όλους όσοι αναμένουν τον λόγο της, διότι η Εκκλησία "αληθεύει εν αγάπη" (Εφ. δ΄, 15) και "αγαπά εν αληθεία" (Β΄ Ιω. α΄, 1).