Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ

 Ο τίμιος Πρόδρομος και βαπτιστής Ιωάννης 20χ26 No 9361

Η φωνή του Λόγου / ο λύχνος του Φωτός, ο Εωσφόρος, / ο του Ηλίου Πρόδρομος / εν τη ερήμω, μετανοείτε, / πάσι βοά τοις λαοίς, / και προκαθαίρεσθε· / ιδoύ γαρ πάρεστι Χριστός, / εκ φθοράς τον κόσμον λυτρούμενος.

(Η φωνή του Λόγου, το λυχνάρι που εκπέμπει το Φως, ο αυγερινός που προμηνύει τον Ήλιο, φωνάζει δυνατά στην έρημο προς τα πλήθη: Μετανοείτε και καθαρισθείτε! Διότι, να ο Χριστός, είναι παρών κι ελευθερώνει τον κόσμο από τη φθορά.)

Ο ποιητής μας, ο ιερός Κοσμάς παρομοιάζει, εδώ  τον Βαπτιστή Ιωάννη με τη φωνή, το λύχνο και τον εωσφόρο. Η φωνή είναι το όχημα που μεταφέρει τον έναρθρο λόγο. Και ο Ιωάννης γίνεται η φωνή που προεξαγγέλλει στον κόσμο την έλευση του ενυποστάτου Λόγου του Θεού. Αυτό ακριβώς διακήρυξε και ο ίδιος ο Πρόδρομος, όταν ρωτήθηκε από τους απεσταλμένους των Ιουδαίων από τα Ιεροσόλυμα «τις ει;»: «Εγώ φωνή βοώντος εν τη ερήμω…» (Ιω. 1, 22-23). Το λυχνάρι δέχεται, ανάβει με το φως και στη συνέχεια εκπέμπει φωτισμό. Έτσι και ο Πρόδρομος εμπνεόταν από το φως του Χριστού και με το φωτισμό που μετέδιδε το κήρυγμά του προετοίμαζε τους ανθρώπους για να δεχθούν τον Χριστό, που είναι το μέγα και αληθινό φως του κόσμου. Ο αυγερινός προαναγγέλλει την ανατολή του ηλίου. Και ο Πρόδρομος Ιωάννης προανήγγειλε την έλευση του Χριστού, ο οποίος σαν άλλος ήλιος – Ήλιος νοητός της δικαιοσύνης – ανέτειλε στον κόσμο από τα σπλάχνα της Παρθένου Μαρίας.

Το κήρυγμα του Ιωάννου στην έρημο της Ιουδαίας προς τα πλήθη των ανθρώπων που έτρεχαν να τον ακούσουν ήταν κήρυγμα μετανοίας και επιστροφής στον ζώντα και αληθινό Θεό. Και το βάπτισμα που παρείχε «εν ύδατι εις μετάνοιαν» (Ματθ, 3, 11), απέβλεπε στην κάθαρση και τον εξαγνισμό του λαού, προκειμένου προετοιμασμένος πνευματικά να υποδεχόταν τον ερχόμενο Μεσσία. Και ο Χριστός με την ένσαρκη  παρουσία Του στον κόσμο και το τέλειο βάπτισμα που θα παρείχε στους ανθρώπους -«αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι αγίω και πυρί» προανήγγελλε ο Ιωάννης (Ματθ. 3, 11) -, θα τους ελευθέρωνε από τη φθορά και το θάνατο και θα τους αναδείκνυε μετόχους της άφθαρτης και αιώνιας ζωής.   (Συμεών, Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης. «Οι Καταβασίες των δεσποτικών και θεομητορικών εορτών». Εκδ. Τέρτιος».

 

 

 

Ποιος λοιπόν ο Πρόδρομος Ιωάννης;

Εν πρώτοις είναι αυτός για τον οποίον ο Χριστός είπε ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να γεννήθηκε από γυναίκα και να είναι ανώτερος του. «Ουκ εγήγερται εν γεννητοίς γυναικών μείζων Ιωάννου του βαπτιστού» (Ματθ.11,11).

 Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας ψάλλει στο απολυτίκιό του· «Μνήμη δικαίου μετ’ εγκωμίων σοι δε αρκέσει η μαρτυρία του Κυρίου Τίμιε Πρόδρομε». Πάντως ενώ αρκεί η μαρτυρία του Κυρίου για να καθιερωθεί ως μέγας άγιος στην συνείδηση της Εκκλησίας, εν τούτοις είναι ωφέλιμο και εποικοδομητικό για μας να εντρυφούμε στα ποικίλα και διάφορα χαρίσματα του όπως αυτά μας τα παρουσιάζει η αγία Γραφή. Ας τα παρουσιάσουμε λοιπόν αναλυτικά.

 Είναι αυτός που γεννιέται με έκτακτο και ασυνήθιστο τρόπο από  την περασμένης ηλικίας μητέρα του· είναι καρπός προσευχής των γονέων του μάλλον παρά του σαρκικού θελήματος τους. Σκορπά χαρά με τη γέννησή του όχι μόνο στους γονείς του αλλά σε μεγάλο πλήθος ανθρώπων. Είναι δώρο του Θεού στην ανθρωπότητα το οποίο θα προετοιμάσει το δρόμο για να έλθει Εκείνος που θα την λυτρώσει.

  Είναι αυτός που θα είναι μέγας όχι στα μάτια των ανθρώπων, και μάλιστα με επισφαλή και μη αντικειμενικά κριτήρια, αλλά στα μάτια του αληθινού Θεού, που είναι αλάνθαστος και ποτέ δεν πέφτει έξω.      

 Είναι ο τέλεια αφιερωμένος στον Θεό. Απόλυτα παρθένος, ακτήμων, ασκητικός και υπερφυσικός στον τρόπο της ζωής του. Δεν πίνει οινοπνευματώδη εντελώς, έχει περιορίσει στο ελαχιστότατο τις ανάγκες της τροφής, της ενδύσεως, της διαβιώσεως. Γι’ αυτό είναι το πρότυπο των μοναχών και ο κύριος εμπνευστής και θεμελιωτής του θεσμού του μοναχισμού.

 Είναι ο επίγειος άγγελος και ο επουράνιος άνθρωπος. Είναι ο Αδάμ πριν την πτώση και πριν δημιουργηθεί η Εύα. Ο κατ’ εξοχήν παρθένος και άγαμος. Το κατ’ εξοχήν εκλεκτό δημιούργημα του Θεού. Η Παναγία και αυτός είναι οι δύο μεγάλοι άγιοι της Εκκλησίας.

 Είναι ο παραιτούμενος οικιοθελώς από τη νομική ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης, χάνοντας τις τιμές και τας προσόδους του ιερατικού αξιώματος, την ασφαλή και άνετη διαβίωση στην πρωτεύουσα του Ισραήλ, και σχολάζων κατά Θεό στην έρημο του Ιορδάνου. Προφητεύει κατ’ αυτόν τον τρόπο την κατάργηση της κληρονομικής λευιτικής ιερωσύνης και την έλευση της προαιρετικής ιερωσύνης της Καινής Διαθήκης.

 Είναι ο κατ’ εξοχήν ελεύθερος άνθρωπος. Ελεύθερος από την τυραννία της τροφής, των ρούχων, των αξιωμάτων, της κολακείας, της κοινωνικής αποδοχής και συμπαραστάσεως. Ελεύθερος από τον φόβο και τις πιέσεις θρησκευτικού και πολιτικού κατεστημένου.

 

    Είναι αυτός που έχει Πνεύμα Άγιο από την κοιλιά της μητέρας του και γι’ αυτό λαλεί προφητικά με τη γλώσσα της μητέρας του, ενώ ακόμη είναι έμβρυο έξι μηνών και δείχνει από τότε κιόλας τον Χριστό (Λκ. 1,41-45).

 Είναι αυτός που έρχεται «εις τύπον και τόπον», «εν πνεύματι και δυνάμει» του προφήτου Ηλία. Πυρφόρος, αλύγιστος, άτρομος, ασυμβίβαστος. Η μόνη του διαφορά με τον Ηλία ότι δεν έκανε χρήση του πνεύματος της Παλαιάς Διαθήκης, δηλαδή να κάψει αποσπάσματα στρατιωτών, να σφάξει τους ιερείς των ειδώλων και τους ψευδοπροφήτες, ή να ταλαιπωρεί με ξηρασία τον αμαρτωλό λαό. Ήταν οξύς και απειλητικός και ελεγκτικός μόνο στο κήρυγμα. Το κύριο και μόνο όπλο των αποστόλων.

  Είναι ο προφήτης που εμφανίζεται μετά από μακρόχρονη παύση της προφητείας. Πέντε αιώνες περίπου είχαν περάσει από την εμφάνιση του τελευταίου προφήτου του Μαλαχία. «Λιμός του ακούσαι τον λόγον Κυρίου» (Αμώς 8,11) είχε πέσει. Η μεγαλύτερη παιδαγωγική τιμωρία και αποδοκιμασία του Θεού προς τον λαό του είναι η έλλειψη προφητείας και η μη ύπαρξη προφητών. Δεν είναι τιμωρία του Θεού τόσο ο λιμός, ο σεισμός, οι φυσικές καταστροφές, ο πόλεμος και οτιδήποτε άλλο θεωρούμε εμείς οι άνθρωποι ως μέγιστο κακό, όσο η έλλειψη της προφητείας. Η ύπαρξη προφητείας δείχνει ότι ο Θεός δεν εγκατέλειψε το λαό του. Και προφητεία δεν είναι μόνο η αποκάλυψη των μελλόντων να συμβούν αλλά και η αποκάλυψη του θελήματος του Θεού. Κάθε ιεροκήρυκας είναι και προφήτης. Αρκεί να κηρύττει ανόθευτο το λόγο του Θεού και να μη κολακεύει τα πάθη των ανθρώπων. Ο ιουδαϊκός λαός λοιπόν λιμοκτονώντας από πνευματική πείνα και δίψα, μετά από πέντε αιώνες παύσεως της προφητείας, ποθούσε και έψαχνε για προφητικό κήρυγμα και για προφητική καθοδήγηση. Και γι’ αυτό πλημμύρισαν από κόσμο οι όχθες του Ιορδάνου όταν εμφανίσθηκε.

 Είναι ο μόνος προφήτης που προφητεύτηκε εκ των προτέρων –από δύο προφήτες της Π.Δ. (Ησαΐα και Μαλαχία) και από τον πατέρα του (Λκ. 1,76)– ότι θα έρθει για να κάνει αυτό το έργο. «Ως γέγραπται εν ταις προφήταις, ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθεν σου (Μαλ.3,1)· φωνή βοώντος εν τη ερήμω, ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού (Ησ. 40,3)» (Μαρκ. 1,2-3).

 Είναι ο Πρόδρομος του Κυρίου, ο οποίος προανήγγειλε τον ερχομό του Κυρίου, προετοίμασε τους ανθρώπους με το κήρυγμα της μετανοίας να τον δεχθούν και εν τέλει τον έδειξε στους ανθρώπους, όχι μόνο όταν ζούσε αλλά και όταν πέθανε. Προπορεύθηκε και προετοίμασε τις ψυχές των ανθρώπων και στη γη και στον Άδη. Τον έδειξε στους ανθρώπους ως έμβρυο, ως ώριμος άνδρας αλλά και ως νεκρός. 

 Είναι ο Βαπτιστής του Κυρίου, που αξιώθηκε ανάμεσα σε δισεκατομμύρια ανθρώπους όλων των εποχών να τον βαπτίσει! Τι ήταν το βάπτισμα του Ιωάννου; Ήταν βάπτισμα μετανοίας. Ήταν δηλαδή ένα μέσο που καλλιεργούσε τους ανθρώπους και τους προετοίμαζε για να μετανοήσουν. Ο Ιωάννης ήταν «κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών» (Λουκ.3,3) Εγώ βαπτίζω με νερό έλεγε ο Ιωάννης θα έρθει όμως ο Μεσσίας που θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο «αυτός υμάς βαπτίσει εν Πνεύματι Αγίω και πυρί» (Λουκ.3,16).

    Με το νερό ένα μεταλλικό αντικείμενο καθαρίζεται μόνο εξωτερικά, ενώ η φωτιά εισχωρεί μέσα του και το λειώνει, ώστε να καθαρισθεί από κάθε πρόσμιξη, να πάρει νέα μορφή και νέο σχήμα. Έτσι το βάπτισμα του Μεσσία –που εμφανίζεται πρώτη φορά την ημέρα της Πεντηκοστής, όπου το άγιο Πνεύμα κατέρχεται με μορφή πυρίνων γλωσσών εκπληρώνοντας την προφητεία του Ιωάννου– εξαγνίζει βαθειά τον άνθρωπο και τον μεταμορφώνει, καθώς το άγιο Πνεύμα σαν φωτιά διαπερνά ολόκληρη την ύπαρξή του.

  Είναι ο θεόπτης που είδε τον Χριστό ως άνθρωπο, το Πνεύμα το Άγιο «εν είδει περιστεράς» και άκουσε τη φωνή του Θεού Πατέρα, βιώνοντας έτσι το μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Πριν τη θεοπτία του Θαβώρ, όπου διακονούν ο Μωυσής και ο Ηλίας, έχουμε τη θεοπτία της βαπτίσεως, όπου διακονεί ο Τίμιος Πρόδρομος.

 Είναι, αν και χαρισματούχος και φοβερά άγιος, αφάνταστα ταπεινός.

Τον ρωτούσαν (Ιω. 1,19) μήπως είναι ο Χριστός δηλαδή ο Μεσσίας. Τον ρωτούσαν μήπως είναι ο Ηλίας, που τον πήρε ο Θεός χωρίς να γνωρίσει θάνατον. Τον ρωτούσαν μήπως είναι ο Προφήτης (πρβλ. Δευτ. 18,15) για τον οποίον μίλησε ο Μωυσής, υπονοώντας τον Χριστό. Ερωτήματα που ξυπνούν τον ανθρώπινο εγωισμό και την ματαιοδοξία και που μπορούν να σπρώξουν τον άνθρωπο στο δρόμο της απωλείας. Κι όμως ο Ιωάννης -πέρα για πέρα ταπεινός- ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι ο Μεσσίας, δεν είναι ο Ηλίας, δεν είναι ο Προφήτης-Μεσσίας, απλώς είναι αυτός που προετοιμάζει την οδό του Κυρίου. Κι όταν βλέπει τον Κύριο λέγει στους μαθητές του να ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτία του κόσμου· ακολουθείστε τον. Εγώ πρέπει να μικραίνω κι αυτός να μεγαλώνει. Εγώ δεν είμαι άξιος ούτε τα κορδόνια από τα παπούτσια να λύσω. Εγώ σας βαπτίζω με νερό αυτός θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο. Κι όταν  βάπτισε τον Χριστό είπε εγώ πρέπει να βαπτισθώ από σένα και όχι εσύ.

 

    Τέλος είναι αυτός που μαρτύρησε και σφαγιάστηκε ελέγχοντας δριμύτατα το πολιτικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής του.

Είναι αυτός που ανέβηκε στον σταυρό πριν ανεβεί ο Χριστός, εξ αιτίας του κηρύγματος του.  Βεβαίως όλη του η ζωή υπήρξε μαρτυρική και σφόδρα επώδυνη. Κατ’ εξοχήν όμως μαρτυρικό και επώδυνο και εξευτελιστικό κατά κόσμο υπήρξε το τέλος του. Ο μεγαλύτερος άνδρας σφάχτηκε σαν θυσία στο καπρίτσιο μιας παλιογυναίκας της Ηρωδιάδας, την οποία ήλεγξε δριμύτατα για την ζωή της, και για να βραβευτεί ο πορνικός χορός της κόρης της, της Σαλώμης. Η μεγαλύτερη αγιότητα χάθηκε χάριν της μεγαλύτερης προστυχιάς και παλιανθρωπιάς. Ο επίγειος άγγελος χάθηκε χάριν των ανθρώπων που είχαν καταντήσει σάρκες απνευμάτιστες. Ο κατ’ εξοχήν ασκητής εξοντώθηκε από αυτούς που θεό είχαν την κοιλιά τους. Πριν σφαγιασθεί ο «Αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», τα νήπια που έσφαξε ο Ηρώδης ο μέγας και ο Τίμιος πρόδρομος που έσφαξε ο Ηρώδης Αντίπας, τη απαιτήσει της συζύγου του Ηρωδιάδος, είναι τα αίματα που χύθηκαν για να καθαρίσουν τον κόσμο κάπως και να τον προετοιμάσουν να οικειωθεί την Θυσία του Σταυρού.

  Σήμερα αν χρειάζεται κάτι ο κόσμος μας είναι προφήτες παρόμοιοι με τον Τίμιο Πρόδρομο· που να εξαγγέλλουν σταράτα και ξεκάθαρα το θέλημα του Χριστού· που να ζουν σαν επίγειοι άγγελοι και επουράνιοι άνθρωποι και να είναι έτοιμοι να πεθάνουν κατά τον πιο σκληρό και ατιμωτικό τρόπο, προσφέροντας το τίμιο αίμα τους για να ζήσει ο κόσμος ξανά εν Χριστώ.

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

 

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2020

Η ΚΟΙΜΗΣΙΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ




Του Ιωάννου Φουντούλη, Καθηγητού Πανεπιστημίου


Η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, πού εορτάζει στις 15 Αυγούστου ο χριστιανικός κόσμος, είναι η μεγαλυτέρα από τις εορτές που καθιέρωσε η Εκκλησία προς τιμήν της Μητρός του Κυρίου, τις θεομητορικές εορτές. Ίσως είναι και η παλαιοτέρα από όλες. Τις πρώτες μαρτυρίες έχουμε γι’ αυτήν κατά τον Ε΄αιώνα, γύρω στην εποχή που συνεκλήθη η Γ΄Οικουμενική Σύνοδος της Εφέσου (451), που καθώρισε το θεομητορικό δόγμα και έγινε αιτία να αναπτυχθή η τιμή στο πρόσωπο της Θεοτόκου. Για πρώτη φορά φαίνεται ότι συνεστήθη στα Ιεροσόλυμα την 13 Αυγούστου και λίγο αργότερα μετετέθη στις 15 του ιδίου μηνός. Είχε δε γενικώτερο θεομητορικό χαρακτήρα, χωρίς ειδική αναφορά στο γεγονός της Κοιμήσεως. Ωνομάζετο “ημέρα της Θεοτόκου Μαρίας”. Κέντρο του πανηγυρισμού αναφέρεται στην αρχή ένα “Κάθισμα”, ναός επ’ ονόματί της, που ευρίσκετο έξω από τα Ιεροσόλυμα στο τρίτο μίλιο της οδού που οδηγούσε στην Βηθλεέμ. Η σύνδεση της εορτής αυτής προς την Κοίμηση της Θεοτόκου έγινε στον περίφημο ναό της Παναγίας που βρισκόταν στην Γεθσημανή, το “ευκτήριο του Μαυρικίου”, όπου υπήρχε και ο τάφος της. Αυτός ο ναός πολύ σύντομα πήρε τον χαρακτήρα του μεγαλύτερου θεομητορικού προσκυνήματος και η ακτινοβολία του έγινε αιτία η πανήγυρίς του κατά την 15η Αυγούστου γρήγορα να διαδοθή σ’ ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο σε ανατολή και δύση σαν εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Αργότερα εξήρθη η εορτή με την προπαρασκευαστική νηστεία και την παράτασι του εορτασμού μέχρι της 23ης ή και μέχρι του τέλους του Αυγούστου και έγινε όχι μόνο η μεγαλυτέρα θεομητορική εορτή αλλά και μία από τις σπουδαιότερες εορτές του εκκλησιαστικού έτους. Αυτό βέβαια ήταν φυσικό να γίνη, γιατί η Θεοτόκος είναι το προσφιλέστερο και ιερώτερο πρόσωπο μετά τον Κύριο και γι’ αυτό συνεκέντρωσε την τιμή και την ευλάβεια όλων των χριστιανικών γενεών. Αναρίθμητοι ναοί και μονές έχουν κτισθεί προς τιμήν της Κοιμήσεώς της, θαυμάσιες τοιχογραφίες παριστάνουν σε κάθε ναό πίσω από την κεντρική είσοδο σε εκπληκτικές συνθέσεις την ιερά της κηδεία, ύμνοι εκλεκτοί έχουν διακοσμήσει την ακολουθία της και λόγοι λαμπροί και εγκώμια εξεφωνήθησαν από τους Πατέρες και νεωτέρους εκκλησιαστικούς άνδρες κατά την ημέρα της μνήμης της. ‘Ολες οι ανθρώπινες γενεές συναγωνίσθησαν στην προσφορά ό,τι εκλεκτοτέρου είχαν να παρουσιάσουν, για να μακαρίσουν έργω και λόγω την Παρθένο Μαρία.

ΤΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ

Για την κατανόηση του εορτολογικού περιεχομένου της εορτής της Κοιμήσεως, όπως και των άλλων θεομητορικών εορτών, της Συλλήψεως, της Γεννήσεως και των Εισοδίων, πρέπει να κάμωμε μία μικρά αναδρομή στις πηγές, από τις οποίες αντλήθηκαν τα θεομητορικά αυτά θέματα. Διαφορετικά είναι αδύνατο να ερμηνεύση κανείς ό,τι συνδέεται με τον εορτασμό αυτόν, τα συναξάρια, την υμνογραφία και την εικονογραφία τους. Οι αυθεντικές ιστορικές πηγές, τά Ευαγγέλια και τα άλλα βιβλία της Καινής Διαθήκης, δεν μας διέσωσαν πληροφορίες για τον πρό του Ευαγγελισμού και για τον μετά την Ανάληψι του Κυρίου βίο της Θεοτόκου. Πρόθεσις των ιερών συγγραφέων ήταν να αφηγηθούν τον βίο και το σωτηριώδες έργο του Χριστού και ό,τι άμεσα συνεδέετο με Αυτόν και όχο να ικανοποιήσουν την ευλαβή περιέργεια ή τα ιστορικά ενδιαφέροντα των αναγνωστών τους. Η παράδοσις όμως της Εκκλησίας διέσωσε από στόματος εις στόμα διάφορες πληροφορίες πού αφορούσαν στον βίο της Θεοτόκου πρό της συλλήψεως του Κυρίου και μετά την Ανάστασί Του. Αργότερα διάφοροι ευλαβείς, κατά το πλείστον, συγγραφείς περιέλαβαν τις πληροφορίες αυτές και τις ανέπτυξαν με την φαντασία τους και για να έχουν περισσότερο κύρος έθεσαν στους τίτλους των έργων τους μεγάλα αποστολικά ονόματα. Η Εκκλησία α[‘ερριψε και κατεδίκασε τα βιβλία αυτά και τα ωνόμασε “Απόκρυφα” και “Ψευδεπίγραφα”. Σε μεταγενεστέρα εποχή πολλές από τις διηγήσεις αυτές, τουλάχιστον στις βασικές τους γραμμές, έδωσαν θέματα στην διαμόρφωσι εορτών, στην σύνταξι συναξαρίων, στην ποίηση ύμνων και στην εικονογραφία. Εξ άλλου, καθώς προείπαμε, ο πυρήν των διηγήσεων αυτών είχε ως βάσι του παμπάλαιες ιστορικές παραδόσεις γυ΄ρω από το πρόσωπο της Θεοτόκου.

ΑΦΗΓΗΣΙΣ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ

Ειδικά το γεγονός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου αφηγείται, εκτός των άλλων, και μια απόκρυφος διήγησις, που φέρεται υπό το όνομα του ηγαπημένου μαθητού του Κυρίου, του Ιωάννου. Μια περίληψη του εκτενούς αυτού κειμένου θα παρουσιάσωμε εδώ. Σε κάθε του σημείο ο αναγνώστης του θυμάται αντίστοιχες φράσεις από τους ύμνους και το συναξάριο της εορτής και λεπτομέρειες από την εικόνα της Κοιμήσεως που εφιλοτέχνησαν βυζαντινοί ζωγράφοι.
Η Παναγία μετά την Ανάληψι του Χριστού καθημερινώς πηγαίνει στο ζωοδόχο μνήμα και προσεύχεται. Μία Παρασκευή ο Αρχάγγελος Γαβριήλ παρουσιάζεται μπροστά της και την χαιρετά: “Χαίρε, η γεννήσασα Χριστόν τον Θεόν ημών. Ο Κύριος άκουσε την προσευχή σου και θα αφήσης τον κόσμο και θα πορευθής εις την ζωήν την αληθινήν και αδιάδοχον”. Η Θεοτόκος επιστρέφει στον οίκο της, θυμιά και προσεύχεται στον Χριστό να της στείλη τον Ιωάννη και τους λοιπούς Αποστόλους, για να παρασταθούν στον θάνατό της. Η προσευχή της εισακούεται και πρώτος φθάνει, αρπαγείς από νεφέλη, ο Ιωάννης και σε λίγο επί νεφελών και οι λοιποί Απόστολοι οι διεσπαρμένοι στα πέρατα του κόσμου. Την Κυριακή έρχεται με την απαστράπτουσα δόξα Του και με χιλιάδες αγγέλους ο Κύριος να παραλάβη την ψυχή της Μητρός Του. Εκείνη ευλογεί τους Αποστόλους και τον κόσμο, δέεται για την σωτηρία όλων και αφού λαμβάνει την υπόσχεσι ότι “πάσα ψυχή επικαλουμένη το όνομά της ου μη καταισχυνθή, αλλ’ εύρη έλεος και παράκλησιν και αντίληψιν και παρρησίαν και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι”, παραδίδει την αγία της ψυχή στα χέρια του Υιού της. Οι Απόστολοι περιπτύσσονται το σκήνος και ψάλλοντες μεταφέρουν την κλίνη με το σώμα για ταφή. Ένας εβραίος ονόματι Ιεφωνίας ορμά και επιχειρεί “κατά της κλίνης”, αλλ’ άγγελος Κυρίου με “ξίφος πυρός” αποκόπτει τα χέρια του από των ώμων, που μένουν κρεμασμένα στην κλίνη. Αυτός μετανοεί και κολλώνται πάλι τα χέρια του, ενώ οι Απόστολοι ανενόχλητοι συνεχίζουν την εκφορά. Το σκήνος θάπτεται σε καινό μνημείο στην Γεθσημανή, την Τρίτη όμως ημέρα “μετετέθη…εν Παραδείσω”.

Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΙΣ

Η εκκλησιαστική ποίησις εξωραϊζει την απλή αυτή διήγηση. Στα τρία στιχηρά του Εσπερινού του α΄ήχου, το πρώτο αυτόμελο και τα άλλα δύο προσόμοια, του πρώτου, με ένα θαυμάσιο τρόπο εγκωμιάζεται η Θεοτόκος και η Κοίμησί της. Ως υπόβαθρο όμως αναγνωρίζεται εύκολα η διήγησι του αποκρύφου: η Γεθσημανή, οι λόγοι του Γαβριήλ, η παρουσία των αγγελικών δυνάμεων, η μετάστασι από τον τάφο στον ουρανό.
Το ίδιο θέμα έχουν και τα τρία στιχηρά των Αίνων του δ΄ ήχου. Στο πρώτο, όλος ο κόσμος, ουράνιος και επίγειος, χαίρεται προπέμποντας την μητέρα του Χριστού και ψάλλοντας σ’ αυτήν την “εξόδιον ωδήν”. Στα άλλα δύο περιγράφεται η έλευσις των Αποστόλων και η επικήδεια ψαλμωδία τους, καθώς και η παρουσία των αγγελικών δυνάμεων και η υποδοχή της αμωμήτου ψυχής της από τον Χριστό.
Τέλος θα σταθούμε στο πιο ιδιόρρυθμο τροπαριο της εορτής αυτής, αλλά και όλων των τροπαρίων μας. Πρόκειται για το δοξαστικό του Εσπερινού. Το περιεχόμενό του αντλεί από την σχετική απόκρυφο διήγηση. Η ιδιορρυθμία του τροπαρίου αυτού είναι ότι δεν ψάλλεται, όπως όλοι οι άλλοι έκκλησιαστικοί ύμνοι, σε ένα μόνο ήχο, αλλά και στους οκτώ.

Ήχος α΄
“Θεαρχίω νεύματι
πάντοθεν οι θεοφόροι απόστολοι
υπό νεφών μεταρσίως αιρόμενοι,
Ήχος πλ. α΄
καταλαβόντες το πανάχραντον
και ζωαρχικόν σου σκήνος
εξόχως ησπάζοντο.
Ήχος β΄
Αι Δε υπέρτατοι των ουρανών δυνάμεις
Συν τω οικείω δεσπότη παραγενόμεναι,
Ήχος πλ. β΄
Το θεοδόχον και ακραιφνέστατον σώμα
Προπέμπουσι, τω δέει κρατούμεναι,
Υπερκοσμίως δε προώχοντο
και αοράτως εβόων
ταις ανωτέραις ταξιαρχίαις,
ιδού η παντάνασσα θεόπαις παραγέγονεν.
Ήχος γ΄
’ρατε πύλας
Και ταύτην υπερκοσμίως υποδέξασθε,
Την του αεννάου φωτός μητέρα,
Ήχος βαρύς
Διά ταύτης γάρ η παγγενής
των βροτών σωτηρία γέγονεν,
η ατενίζειν ουκ ισχύομεν
και ταύτη άξιον γέρας
απονέμειν αδύνατον,
Ήχος δ΄
ταύτης γαρ το υπερβάλλον
υπερέχει πάσαν έννοιαν.
Ήχος πλ. δ΄
Διό, άχραντε θεοτόκε,
αεί συν ζωηφόρω βασιλεί
και τόκω ζώσα, πρέσβευε διηνεκώς
περιφρουρήσαι και σώσαι
από πάσης προσβολής εναντίας
την νεολαίαν σου,
την γάρ σήν προστασίαν κεκτήμεθα,
Ήχος α΄
Εις τους αιώνας
αγλαοφανώς μακαρίζοντες”.


(Από το βιβλίο “Λογική Λατρεία”, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1984).