Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2010

ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΠΑΛΙ ΞΗΜΕΡΩΝΕΙ...


Σαν τ’ άγραφο χαρτί που τρομάζει αυτόν που πρέπει να το γεμίσει με της ψυχής του τα τραγούδια και τ’ αναστενάγματα, έτσι και ο νέος χρόνος, όπως ξανοίγεται σήμερα μπροστά μας, και τον υποδεχόμαστε με τόσες ευχές, με τόσες ελπίδες, με τόσες προσδοκίες, είναι αδύνατο να μην μας βάλει σε σκέψεις και προβληματισμούς. Χωρίς καν να το επιδιώξουμε, την ώρα που ξεφαντώνουμε και ξεφωνίζουμε για την εναλλαγή, την ίδια ακριβώς στιγμή η σκέψη μας στροβιλίζεται γύρω από την έννοια και το αίσθημα του χρόνου. Του χρόνου που ο Κόντογλου χαρακτήρισε σαν φοβερή και ανεξιχνίαστη δύναμη. Δύναμη που αδυνατούμε να κατανοήσουμε και να προσδιορίσαμε. Το μόνο που μπορέσαμε να κάνουμε είναι, οι κάποιες οριοθετήσεις, οι κάποιοι διαχωρισμοί στην αεναότητα του χρόνου, κάποια όρια στην αιωνιότητα, αν είναι δυνατόν να γίνει κάτι τέτοιο, τυπικά και μόνο, και αποκλειστικά για δική μας ευκολία και συνεννόηση. Στην πραγματικότητα όμως την ζωή μας μέσα στο χρόνο δεν την καθορίζουν οι αριθμοί – έτσι κι αλλιώς εμείς τους καθορίσαμε κι αυτούς – αλλά η στάση μας μέσα σ’ αυτόν, ο τρόπος που θα τον χειριστούμε.
«Γι’ αυτό ακριβώς, σημειώνει, στεκόμαστε περίφοβοι μπροστά στον καινούριο χρόνο μπροστά σ’ ένα τεχνητό χώρισμα, που βάλαμε στο πέλαγος του καιρού εμείς οι άνθρωποι, σαν να μην είναι η κάθε μέρα αρχή καινούριου χρόνου ».
Νέο λοιπόν έτος αδελφοί μου!. Καινούριος χρόνος, καρπός μιας αδιάκοπης και αέναης ροής χρόνων και καιρών, του χρόνου πού κυλάει σαν το ρεύμα του ποταμού χωρίς ανάπαυ­λα. Τρέχει συνέχεια και σε κάθε κύλισμα συντομεύει το δικό μας χρόνο. Μικραίνει τις μέρες μας, συντέμνει το ταξίδι μας πάνω στη γη.
Και οι ευχές πληθωρικές! Διάπυρες και πάλι σήμερα, στην αρχή του νέου χρόνου, οι ευχές οι προσδοκίες, οι ικεσίες, τα πάμπολλα «θέλω», οι προγραμματισμοί, από χείλη εκατομμυρίων ανθρώπων.
Διάπυρη βέβαια και η δική μας ευχή προς “ τον τούς χρόνους και καιρούς εν τη ιδία εξουσία αυτού έχοντα ” φιλάνθρωπο Κύριο, που μας χαρίζει ακόμη έναν νέο χρόνο, που μας προσφέρει μια ακόμη πίστωση χρόνου για να επιτελέσουμε προορισμό μας, για να ευλογήσει την νέα χρονιά που αρχίζει σήμερα.
Πρωτοχρονιά λοιπόν και πάλι, αγαπητοί αδελφοί. Γέλια και χαρές, ευχές και πανηγυρισμοί, δώρα ,ξεφαντώματα… προγράμματα, ελπίδες, προσδοκίες.
Και τι λοιπόν; Μήπως μόνο η πρώτη του Γενάρη είναι μέρα πρόσφορη για όλα αυτά; Μόνο σήμερα έχουμε τη δυνατότητα της ελπίδας, του προγραμματισμού, της ανασκόπησης, του επαναπροσδιορισμού των πράξεων μας και της ανασύνταξης των δυνάμεων για κάτι καλύτερο; Μόνο την Πρωτοχρονιά βλέπουμε τα λάθη μας, τη στραβή πορεία μας, τις αποκοτιές μας, την ανταρσία μας απέναντι στο Θεό κι αρχίζουμε με νέες αποφάσεις καινούρια όνειρα, αυτοκριτικές και μεγαλόστομα κηρύγματα για «Νέα, πλέον, Εποχή» ;
Μήπως η κάθε μας μέρα, η κάθε μας ώρα, το κάθε λεπτό δεν είναι μια καινούρια αρχή; Μήπως σε κάθε στιγμή της ζωής μας δεν μας δίνεται η ευκαιρία για μια νέα αρχή;
Είναι λοιπόν, αγαπητοί Χριστιανοί, ο χρόνος δώρο Θεού πανάκριβο κι αν τον αφήσουμε να χαθεί η πιο μεγάλη συμφορά, όπως έλεγε ο Μιχαήλ Άγγελος. Ο δε Μ Βασίλειος τονίζει ότι: «Ρει γαρ ο χρόνος και ουκ εκδέχεται τον βραδύνοντα». Δεν περιμένει κανέναν ο χρόνος. Είναι δε η πιο μεγάλη ζημιά που μπορούμε να πάθουμε αν άσκοπα τον σπαταλήσουμε. Αν μια μόνο φορά κάθε 365 μέρες τα βάζουμε όλα τούτα στο μυαλό μας.
Έτσι τον χρόνο τον κερδίζει αυτός που τον αξιοποιεί με προοπτικές αιωνιότητας. Αυτός που εργάζεται συστηματικά στη διάρκεια αυτής της πρόσκαιρης ζωής, με σκοπό να κληρονομήσει την ατελεύτητη. Αυτός που ανταλλάσσει το φευγαλέο παρόν και όλα τα τερπνά του, με την άσβεστη γλυκύτητα του μέλλοντος. Αυτός που δεν κοιτάζει πως θα κερδίσει τον κόσμο όλο, αδιαφορώντας για τη ψυχή του και το σπουδαιότερο δεν την ανταλλάσσει μ’ όλους τους θησαυρούς της γης.
Μπαίνουμε λοιπόν σήμερα στο νέο έτος εν μέσω πολλών δυσχερειών, υλικών και πνευματικών. Η φτώχεια, η ανέχεια, η ανεργία σε συνδυασμό με τις δυσμενείς και σίγουρα κατευθυνόμενες οικονομικές συνθήκες και οι κατά πολύ αμφιλεγόμενες επιδημίες από τη μία μεριά, η αμφισβήτηση αξιών και ιδανικών και η έντονη απαξίωση των θεσμών από την άλλη, καθιστούν την εποχή μας, δύσκολη και απαράκλητη! Καθημερινώς διαπιστώνεται ότι ο κόσμος «κείται εν τω πονηρώ».!
Παρ’ όλα αυτά εμείς περιορίζουμε αβασάνιστα την καλή διαχείριση του χρόνου μας μέσα στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία, όπου τα πάντα, ακόμα και η ίδια η ψυχή μας τιμαριθμοποιείται, όπου το υποκείμενο γίνεται αντικείμενο και το πρόσωπο ένας απειροελάχιστος κόκκος άμμου μέσα σε μια ανώνυμη και άμορφη μάζα.
Αλλά και ιδιωτικά δεν βλέπουμε δεν οραματιστούμε καλλίτερα. Τα μοναδικά οράματα μας είναι στο τι θα αγοράσουμε, στο τι θα φάμε, στο πως θα ντυθούμε, στο ποιους τραγουδιστές και καλλιτέχνες θα ακούσουμε, στο πως θα είμαστε εμείς οι κερδισμένοι, στο πως θα εξαπατήσουμε τον άλλον, στο πως θα αναδειχτούμε. Σε ότι δηλαδή χαϊδεύει τις αισθήσεις μας και τον προφίλ μας.
Και η τελική διαπίστωση μας.
Αυξάνει το άγχος, επιτείνεται η δυστυχία, η ευτυχία συνεχώς απομακρύνεται από κοντά μας και καταντά ουτοπία. Κι αυτή είναι η τραγωδία του συγχρόνου ανθρώπου: Να κυνηγά την ευτυχία στα μονοπάτια της θλίψης και του θανάτου. Σαν το μυθικό Σίσυφο που αγκομαχούσε να σπρώξει τον βράχο προς την κορυφή του βουνού. Μόλις κόντευε να τα καταφέρει ο βράχος ξέφευγε και κατρακυλούσε και άντε πάλι από την αρχή…
Η χάρη όμως του Θεού, αυτή που σήμερα μας συγκέντρωσε στους Ιερούς Ναούς μας έχει την δύναμη ν’ αλλάξει τα δεδομένα! Εδώ με την συμμετοχή μας στη σημερινή εορταστική ημέρα και την προσευχή της εκκλησίας μας ζητούμε ελπίδα! Ζητούμε από τον Κύριο μας να αγιάσει τον χρόνο που ανέτειλε και να τον καταστήσει ωφέλιμο για τη σωτηρία μας, για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, χαρίζοντας με τις πρεσβείες του σήμερα εορταζομένου Μεγάλου Βασιλείου, ένα καλλίτερο «αύριο» για όλους!
«Είναι δυνατός ο Θεός, γράφει ο Μ. Βασίλειος, να δώσει λύση στην αμηχανία της ζωής μας και να μας χαρίσει αναπνοή και ανάπαυση από μακρούς πόνους! Και όταν έχουμε αυτή την ελπίδα της θεϊκής παρηγορίας, τότε με υπομονή αντιμετωπίζουμε τις θλίψεις, με τις οποίες η αμαρτίες ξεχρεώνουμε... η σε εντονότερο πνευματικό αγώνα προσκαλούμαστε, έχοντας τη βεβαιότητα, πως ο Κύριος ως δίκαιος αθλοθέτης δεν θα αφήσει να πειρασθούμε περισσότερο από τις δυνάμεις μα».
Είναι να απορεί κανείς, αδελφοί μου, μπροστά στο παράδοξο των ημερών, όταν παρατηρεί την χαρά και την φωταγωγία, ενώ παράλληλα αντιλαμβάνεται ότι για πολλούς δεν αποτελούν παρά ένα ευχάριστο διάλειμμα της ρουτίνας των βιοτικών μεριμνών, ένα περίτεχνο, όμορφο και φανταχτερό περιτύλιγμα χαράς, από το οποίο όμως λείπει το περιεχόμενο. Μόλις παρέλθουν τούτες οι ημέρες, ο βίος μας συνεχίζει και πάλι με τους ίδιους ρυθμούς, χωρίς να έχει αλλάξει κάτι μέσα μας, χωρίς να έχει συνειδητοποιηθεί ότι όσο ο άνθρωπος ξεχνάει τη θνητότητα του, όσο εργάζεται σαν άσοφος και παντοτινός κυρίαρχος των πάντων ξεχνώντας ότι οι μέρες του είναι μετρημένες…
Όμως! Η εικονική πραγματικότητα της φωταγωγίας, των φαντασμαγορικών σόου, του καταναλωτισμού, της διασκέδασης, των δώρων και των τυπικά επαναλαμβανόμενων ευχών δεν έχουν να προσφέρουν τίποτε το ουσιαστικό αφού «Όπου δεν υπάρχουν Θεοί, εξουσιάζουν φαντάσματα" όπως είχε πει ο Novalis, Γερμανός ποιητής. Και είναι πολύ φυσικό. Είναι αδύνατον οι κοσμικές δυνάμεις να ισορροπήσουν από μόνες τους. Μόνο μ’ αυτές, η ζυγαριά γέρνει από τη μια μεριά. Χρειάζεται και το πνεύμα. Χρειάζεται και η ψυχή. Απαιτείται και ο Θεός! Αν τον εξοστρακίσουμε, αν ανακηρύξουμε τον εαυτό μας Θεό, τότε παραχωρούμε το χώρο στα φαντάσματα. Φαντάσματα που συνεχώς θα τα βρίσκουμε μπροστά μας!
«Για μεγάλο διάστημα, επισημαίνει και πάλι ο Μέγας Βασίλειος, υπηρετούμε τη σάρκα μας με σκοπό την απόλαυση. Ας παραμείνουμε λίγο περισσότερο στη διακονία της ψυχής μας. Ας προσπαθήσουμε με ακρίβεια να δώσουμε στον καθένα ό,τι έχει ανάγκη. Στη σάρκα διατροφές και σκεπάσματα και στην ψυχή δόγματα ευσεβείας, αγωγή, αρετή και διόρθωση των παθών. Να ζήσουμε με τον Κύριο και θα μας δώσει ό,τι η καρδιά μας επιθυμεί»!
Ο καιρός λοιπόν, αδελφοί μου, είναι τόσο λίγος! Μόνο στιγμές περνούν πριν το βέλος του χρόνου σφυρίξει πετώντας προς το μοιραίο στόχο. Είναι κρίμα η καθυστέρηση! Εδώ, ανάμεσά μας, δίπλα μας, στέκεται Κάποιος: «ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω» (Αποκ. 3, 20). Αν Τον κοιτάζαμε, θα βλέπαμε τέτοια χαρά, τέτοια περίσσεια ζωής, που σίγουρα θα καταλαβαίναμε το νόημα της διαφορετικότητας, θα βλέπαμε το πρόσωπο αυτής της φευγαλέας και μυστηριώδους λέξης «ευτυχία».