Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2025

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΕΝΟΣ ΑΘΕΟΥ

χριστούγεννα
ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΟΥ Δ. ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΑΛΗΘΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
 
Σημείωμα Συγγραφέα: Το διήγημα που ακολουθεί – και είχαμε πρωτοδημοσιεύσει πέρυσι – δεν έχει σκοπό να δρέψει λογοτεχνικές δάφνες και βραβεία. Αντίθετα, επιδιώκει να αφυπνίσει συνανθρώπους μας που είναι βυθισμένοι στο σκοτάδι της αθεΐας, φέρνοντάς τους στο ΦΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Για έναν λόγο παραπάνω: Διότι τα όσα αναφέρονται βασίζονται  σε πραγματικά περιστατικά, με τα ονόματα των πρωταγωνιστών αλλαγμένα για ευνόητους λόγους.
Ξύπνησε πάλι απότομα. Άγρια. Με τον συνεχόμενο ήχο του κουνουδιού, αντί για τον γνώριμο του κινητού του, που χτυπάει σαν ξυπνητήρι κάθε πρωί στις 8.
«Ούτε να κοιμηθεί κανείς δεν μπορεί», σκέφτηκε και άλλαξε πλευρό γκρινιάζοντας. Προσπάθησε να ξαναβυθιστεί στην αγκαλιά του Μορφέα. Μάταια όμως. Το κουδούνι χτύπαγε σαν τρελό, ξανά και ξανά.
«Τι συμβαίνει;», αναρωτήθηκε για λίγο. Γιατί αμέσως άκουσε χαρούμενα ξεφωνητά παιδιών που έλεγαν τα Κάλαντα. Τους είχαν ανοίξει στο κάτω πάτωμα.
Βλαστήμησε δυνατά. Είχε πάρει άδεια από τη δουλειά τις μέρες αυτές, επίτηδες για να ξεκουραστεί. Με ποιο δικαίωμα τον ενοχλούσαν αυτά τα μυξιάρικα;
Τι είναι σήμερα και τραγουδάνε; Μια συνηθισμένη μέρα. Μια ακόμα μουντή, γκρίζα και παγωμένη μέρα του Δεκεμβρίου.
Μετά θυμήθηκε πως είναι Παραμονή Χριστουγέννων. Έσκασε στα γέλια. «Ρε με τι αηδίες κάθονται και παραμυθιάζονται…», φώναξε με θριαμβευτικό, σαρκαστικό χαμόγελο.
Σηκώθηκε, έφτιαξε καφέ και κάθησε στον υπολογιστή. Είχε μήνυμα από τη Λένα στο Facebook, για να συναντηθούν για τα τελευταία ψώνια «πριν γεννηθεί ο Χριστός», όπως του έγραφε.
Όχι, δεν ήταν καμιά θρησκευόμενη η κοπέλα του. Απλά τον πείραζε, ειδικά αυτές τις μέρες, μιλώντας του συνεχώς γι’ αυτά που εκείνος όχι μόνο δεν πιστεύει, αλλά βρίζει κι από πάνω.
Έτσι έκανε και τώρα. Βλαστήμησε ξανά, με τον ίδιο τρόπο που κάνουν εκατομμύρια Έλληνες.Βαριέται να πάει για ψώνια, αλλά αυτό που τον εκνευρίζει περισσότερο είναι αυτή η «γέννηση».
Χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι η μητέρα του, που μένει στον πάνω όροφο μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια. Τον προσκαλεί στο χριστουγεννιάτικο δείπνο, αλλά του βάζει και μια «αγγαρεία» να κάνει, να πεταχτεί δηλαδή μέχρι τον χασάπη της γειτονιάς και να πάρει μερικά μπριζολάκια.
Με τα χίλια ζόρια ντύνεται και βγαίνει έξω. Μια περίεργη γιορταστική ατμόσφαιρα αναδύεται στην πόλη, παρότι η κίνηση στα μαγαζιά είναι περιορισμένη.
Ανοίγει την πόρτα για να μπει στο κρεοπωλείο. Ταυτόχρονα - κατάρα! - βγαίνει ένας ιερέας. Κρατώντας μια τεράστια γαλοπούλα τυλιγμένη σε ζελατίνα.
Τον κοιτάζει με αηδία. Είναι χοντρός, με αυτά τα μούσια και τις μαύρες πλερέζες, που τον κάνουν ακόμα πιο αντιπαθητικό.
«Ρε τον πεινάλα! Κοίτα να δεις τι γαλοπούλα πήρε να φάει ο βούβαλος!», σκέφτεται. «Ε βέβαια, αφού τους πληρώνουμε τους χαραμοφάηδες…!»
Κουνάει το κεφάλι περιπεκτικά. Ναι, φυσικά και είχε δίκιο! Κλασικός παπάς ήταν αυτός, από εκείνους που βλέπει και σιχαίνεται! Κοίτα τι πήρε να φάει, ενώ ο κοσμάκης πεινάει! ΝΤΡΟΠΗ ΤΟΥ!
Ξαφνικά, από την γωνία παραδίπλα, ένα χαρούμενο λεφούσι ξεπετάγεται. Πέντε – έξι παιδάκια τρέχουν κοντά στον παπά, με την μητέρα να προσπαθεί να τα φτάσει. Κάνουν χαρά, επειδή βλέπουν τη μεγάλη γαλοπούλα και το γελαστό πρόσωπο του πατέρα τους.
Ο Μηνάς αποστρέφει το βλέμμα του. «Τι τα θέλει τόσα παιδιά ο αργόσχολος», προσπαθεί να δικαιολογήσει τις προηγούμενες σκέψεις του.
Μ’ αυτά και μ΄αυτά, ούτε καταλαβαίνει πώς περνάει το πρωινό. Απορροφημένος στον υπολογιστή, ρίχνει τις τελευταίες ματιές στη δουλειά για το σπίτι που του έδωσε ο προϊστάμενος και σε κάτι άρθρα που του έστειλε ο Λευτέρης.
Μα ναι, είναι πολύ ενδιαφέροντα αυτά που του στέλνει ο κολλητός του! «Έτσι θα αντιμετωπίζεις τους χριστιανούληδες όποτε σου κολλάνε», του έχει πει. Και πράγματι! Αισθάνεται σε θέση ισχύος, ειδικά με αυτό το «zeitgeist» που του έστειλε πρόσφατα.
Αλλά και πόσες ακόμα ιστοσελίδες που ενισχύουν τις απόψεις του, δεν έχει καταχωρήσει στα «αγαπημένα»! Εδώ βρίσκεται τώρα, ανταλλάσοντας απόψεις για τα Χριστούγεννα, μαζί με άλλους λογικούς ανθρώπους, που δεν είναι πρόβατα όπως οι Χριστιανοί.
Το δηλητήριο που ξερνάει η οθόνη του υπολογιστή τον έχει εντελώς απορροφήσει. Ώσπου χτυπάει η πόρτα του.
Είναι η Λένα, που τον περίμενε για μια ώρα στο σημείο που είχαν δώσει ραντεβού. Βάζει τις φωνές. Μια τυπική φασαρία ζευγαριού αρχίζει. Και τελειώνει με βρισιές, απειλές και νέα χτυπήματα, πιο δυνατά αυτή τη φορά, στην πόρτα.
«Ωραία», σκέφτεται. «Πάει κι αυτή, να σε δω με ποιον θα πας το βράδυ στο κλαμπ που έχουμε κλείσει, κακομοίρη μου».
Δεν κάθεσαι σπίτι καλύτερα; Τι τις θες εσύ τις γιορτινές ατμόσφαιρες, γι’ αυτά τα παραμύθια; Τι γιορτάζεις;
Άσε που δεν έχουν μείνει και πολλά λεφτά. Πάνε τα παλιά μεγαλεία με τα μπουκάλια σε πανάκριβα κέντρα της παραλιακής. Φέτος έκλεισε με προσφορά, κι αυτή με το ζόρι.
Χέστα λοιπόν όλα! Παράτα τα! Καλύτερα να μην υπάρχουν Χριστούγεννα, για να μην ξοδεύουμε κιόλας!
Δεν πεινάει, ούτε έχει διάθεση να βγει έξω. Κλεισμένος στο δωμάτιό του, παρέα με τα νέα κείμενα του «atheism. net»,περνάει καλύτερα την ώρα του.
Με τα χίλια ζόρια ανεβαίνει πάνω, όταν το βραδάκι η μάνα του τον φωνάζει για φαγητό. Έχουν και ορισμένους καλεσμένους συγγενείς, που έχουν έρθει για «ρεβεγιόν».
Δεν τον ενοχλεί αυτό. Ευτυχώς, δεν υπάρχουν θεούσοι εδώ μέσα. Να φάμε, να πιούμε, να παίξουμε και κάνα χαρτάκι, να πούμε και καμιά βλακεία για να περάσει ανώδυνα η ώρα. Όπως κάθε χρόνο δηλαδή, παραμονή Χριστουγέννων. Βαρεμάρα…
Η ώρα περνάει και κατά τις 2 τα μεσάνυχτα, ένας – ένας οι καλεσμένοι φεύγουν. Για στάσου όμως! Υπάρχει ένας ακόμα, που τώρα έφτασε…!
Είναι ο Λευτέρης, ο φίλος του. Το πρότυπό του. Ο μέντοράς του. Έρχεται με αυτό το γνωστό ύφος γεμάτο αυτοπεποίθηση, σιγουριά και ίσως αλαζονεία.
Ωραία, σκέφτεται. Θα το ξενυχτήσουμε απόψε. Θα πούμε δυο κουβέντες σαν άνθρωποι, βρε αδερφέ! Ο Λευτέρης είναι κάτι σαν…γκουρού γι’ αυτόν.
Αναπόφευκτα η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους «χριστιανούληδες» και τα Χριστούγεννα τους. Τους ειρωνεύονται και τους οικτίρουν, για τα «παραμύθια» που πιστεύουν. Εκεί κάπου, ο Λευτέρης του πετάει και κάτι «καινούρια».
«Αυτοί κατέστρεψαν την Ελλάδα, φίλε. Έσφαζαν τους Έλληνες, γκρέμιζαν τους ναούς. Η Ελλάδα τελείωσε στην αρχαιότητα, φίλε. Μαζί με τους θεούς μας».
Στέκεται αποσβολωμένος ο Μηνάς.
«Τους ποιους, είπες; Τους θεούς;»
«Ναι, φίλε. Αυτή είναι η θρησκεία μας και όχι ο εβραιοχριστιανισμός. Αυτήν πιστεύω κι εγώ».
Κρύος ιδρώτας λούζει τώρα τον Μηνά. Τον άθεο, που νόμιζε πως ο φίλος του έχει τις ίδιες απόψεις μ’ εκείνον.
«Μα καλά, εσύ δεν μου λες χρόνια τώρα πως δεν υπάρχει κανένας θεός;;; Τι μου λες για δώδεκα θεούς τώρα; Εγώ δεν πιστεύω ούτε σε Έναν!»
«Μη στενοχωριέσαι, Μηνά», του απαντά εκείνος με το γνώριμο, υπεροπτικό ύφος του.
«Έλα να σου δείξω μερικά μπλογκ που γράφουν γι’ αυτά, να δεις πώς συνδυάζονται όλα».
Τον πιάνει από το χέρι. Ο Μηνάς το τραβάει. Μέσα του, αυτή τη στιγμή συμβαίνει μια τιτανομαχία. Γκρεμίζονται οι ιδέες, τα πιστεύω και τα…δεν πιστεύω του. Αισθάνεται προδομένος.
Όχι, δεν θα ακούσει τον “φίλο” του. Εκείνος είναι και παραμένει άθεος. Ορκισμένος κι αμετακίνητος.
«Λευτέρη, είμαι κουρασμένος», του λέει. «Θα πέσω για ύπνο, τα λέμε αύριο».
«Μα…», ίσα που προλαβαίνει να ψελλίσει εκείνος, πριν η πόρτα κλείσει με δύναμη σχεδόν μπροστά στο πρόσωπό του.
Είναι εκτός εαυτού ο Μηνάς. Αρχίζει να βλαστημά ξανά, με τον γνωστό του τρόπο. Βρίζει αυτά που δεν πιστεύει ότι υπάρχουν! Τα παραμύθια!
Όχι, δεν του φαίνεται κωμικό αυτό. Ίσα – ίσα, τον κάνει να αισθάνεται δυνατός.
Βγαίνει στο μπαλκόνι να καπνίσει τσιγάρο. Η ώρα πήγε 5 το πρωί. Κρύο και απόλυτο σκοτάδι, που διακόπτουν μονάχα κάποια – λίγα, είναι η αλήθεια – φωτάκια που αναβοσβήνουν στην απέναντι πολυκατοικία.
Ξαφνικά, μέσα στην απόλυτη σιγή της νύχτας, μια καμπάνα ακούγεται να τη σπάζει. Θα είναι του Αγίου Αντρέα, της Ενορίας της γειτονιάς του.
Σκάει στα γέλια. «Κοίτα να δεις τρέλα που έχει ο κόσμος, αξημέρωτα να πηγαίνει στην Εκκλησία! Τι να κάνει εκεί; Αφού δεν υπαρχει τίποτα!”
«ΤΙΠΟΤΑ! ΤΙΠΟΤΑ! ΤΙΠΟΤΑ!»
Το λέει και το ξαναλέει. Με μίσος. Με οργή, σαν να θέλει να βρίσει όχι τα Θεία όπως κάνει πάντα, αλλά τον εαυτό του. Ναι, αυτόν υβρίζει με μανία αυτή τη φορά. Ξεσπά.
«Είμαι ένα τίποτα λοιπόν; Μαζί με όλα τα υπόλοιπα στον κόσμο είμαστε ένα τίποτα;»
Η σκέψη αυτή διαπερνά το μυαλό του σαν ηλεκτροσόκ. Αρνείται να δεχθεί ότι όλα είναι μάταια.Πως υπάρχει μόνο η ύλη, που φθείρεται κι εξαφανίζεται.
Εκείνη τη στιγμή, ακούει βιαστικά βήματα στην είσοδο της πολυκατοικίας του. Σκύβει και βλέπει τον Δήμο μαζί με τους δικούς του, να τρέχουν με τα καλά τους προς τη μεριά της Εκκλησίας.
Καλό παιδί ο Δήμος, αλλά λιγάκι «βαρεμένος». Συμμαθητές στο σχολείο, μα ο Μηνάς τον είχε απομακρύνει από κοντά του. Τον έλεγε «χριστιανοταλιμπάν», επειδή συνεχώς του μίλαγε για τον Θεό.
Παρατηρεί αυτές τις σιλουέτες που απομακρύνονται στο σκοτάδι, μέχρι να χαθούν. Κάθεται και σκέφτεται.
Σίγουρα τώρα θα βρίσκονται στην Εκκλησία. Τι μανία κι αυτή; Τι βρίσκουν πια εκεί πέρα;
«Και δεν πάς κι εσύ να δεις;», ακούγεται μια φωνή από μέσα του, που μοιάζει να ξυπνάει από το λήθαργο ετών.
«Εγώ;;; Είπες, εγώ; Να πάω στην Εκκλησία;;; Εγώ ρε;;; Ρε πας καλά; Με τους παπάδες και τις θεούσες; Τι να πάω να κάνω εκεί εγώ;»
«Πήγαινε, αλλά χωρίς το εγώ σου», ακούγεται και πάλι να αντιλαλεί αυτή η φωνή.
Κάθεται ακίνητος ο Μηνάς. Το σκέφτεται και χωρίς πολλά – πολλά, το αποφασίζει!
Σε λίγο, βρίσκεται καθ’ οδόν για την Εκκλησία. Έχει να πάει από το Γυμνάσιο, που τους πήγαιναν μια φορά το χρόνο. Κι αυτός πήγαινε, για να μην πάρει απουσίες.
Έφτασε κιόλας. Μέσα στο σκοτάδι, ο μικρός ναός μοιάζει με φωτεινό πλεούμενο. Με φάρο που σκορπά ελπίδα, ζεστασιά και γαλήνη.
Ανοίγει την πόρτα. Δεν κάνει το σταυρό του, ούτε ανάβει κερί. Κάθεται πίσω – πίσω όρθιος, για να μην τον βλέπουν.
Τα φώτα είναι μισοσβησμένα. Δεν καταλαβαίνει γιατί. Ώσπου ακούγεται ένας περίεργος ύμνος, που κάτι λέει για αγγέλους που δοξάζουν…τον Χριστό!!!
Ανάβουν τότε όλα τα φώτα. Η ατμόσφαιρα γίνεται γιορτινή και οι ψαλμωδίες πλημμυρίζουν τ’ αυτιά του.
Δεν τις ξέρει, αλλά θέλει να τις ψιθυρίσει. Ειδικά αυτό το «Χριστός γεννάται δοξάσατε», το μαθαίνει κάπως με τη συνεχή επανάληψη.
Δεν κάθεται λεπτό. Ούτε καν παρατηρεί τους γύρω του. Αδιαφορεί για τις «θεούσες». Δεν βλέπει τον παπά αν έχει κοιλιά, αν έχει «χρυσάφια» πάνω του κι αν ψέλνει καλά.
Είναι μόνος του, αυτός κι ο Χριστός.
Σε μια μικρή Εκκλησιά της μεγαλούπολης που λέγεται Αθήνα, μια χαραμάδα φωτός αχνοφέγγει.
Δεν είναι ούτε τα χριστουγεννιάτικα στολίδια, ούτε οι φωτισμένοι πλέον ναοί που πανηγυρίζουν.
Αλλά η ψυχή του Μηνά, που επιτέλους έδιωξε το σκοτάδι και γέμισε με Θείο, Ουράνιο ΦΩΣ…! 

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2025

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

 

(† Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)

Ὅταν ὁ ἄγγελος παρουσιάστηκε στὸν Ἰωσὴφ τοῦ θύμισε τὴν ἀρχαία προφητεία  (Ἠσ. 7.14) ἡ ὁποία ἔδινε τὴν ὑπόσχεση πὼς θὰ ἐρχόταν μία ἐποχὴ ποὺ ὁ Θεὸς θὰ ζοῦσε ξανὰ ἀνάμεσα στὸ λαό Του, ὅπως ἦταν καὶ στὴν ἀρχὴ ἀχώριστος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Τότε ἐκεῖνοι θὰ ἀναφωνοῦσαν τὴ λέξη «Ἐμμανουὴλ» ἡ ὁποία στὰ Ἑβραϊκὰ σημαίνει «ὁ Θεὸς μαζί μας». Ἡ προφητεία αὐτὴ ἔχει ἐκπληρωθεῖ στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ· τώρα ὁ Θεὸς εἶναι ἀνάμεσά μας.

Τὸν παλιὸ καιρὸ ὁ Ἰσραηλιτικὸς λαὸς ὕψωνε ὁλόκληρη τὴν ψυχή του, ὅλο τὸν ἐπίγειο πόθο του, ὁλόκληρη τὴν ἐλπίδα του γιὰ τὸν οὐρανὸ πρὸς ἐκείνη τὴ μυστηριώδη ἀπόσταση, τὴν κατοικία τοῦ ἀπρόσιτου Θεοῦ. Οἱ θρησκεῖες τοῦ ἀρχαίου κόσμου ἀποσκοποῦσαν στὸ νὰ βροῦν μὲ τὸν ἕνα ἤ τὸν ἄλλο τρόπο, μὲ θυσίες, μὲ μία δίκαιη ζωή, μὲ τὴν προσευχή, κάποιο σύνδεσμο, ἕνα τρόπο ἐπαφῆς μὲ αὐτὸ τὸ Θεὸ τὸν τόσο ἀκατάληπτο, τὸν τόσο τρομακτικὰ μακρινὸ στὴν ἁγιότητα καὶ τὸ ἄγνωστό Του. Κι ὁ Θεὸς αὐτός, ἐκείνη τὴ μαγικὴ βραδιὰ τῶν Χριστουγέννων ἔγινε ἄνθρωπος· μπῆκε στὸν κόσμο τῆς δημιουργίας ντυμένος μὲ ἀνθρώπινη σάρκα μέσω τῆς Ἀειπάρθενης Μαρίας. Τώρα δὲν προσπαθοῦμε πιὰ νὰ βροῦμε τὸ Θεὸ σὲ ἄγνωστα οὐράνια ὕψη, δὲν προσπαθοῦμε πιὰ νὰ Τὸν κατεβάσουμε σ’ ἐμᾶς, νὰ ἑλκύσουμε τὴν προσοχή Του, τὸ ἔλεος, τὴ συμπάθεια, τὴ συμπόνια, τὴν ἀγαθότητά Του διότι γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας, ὅτι βρίσκεται ἀνάμεσά μας, ὅτι ἡ μακραίωνη ἀναζήτηση ἔχει τελειώσει, ὅτι Ἐκεῖνος ὁ Ἴδιος ἔχει ἔλθει. Κάθε φορὰ ποὺ τώρα προσευχόμαστε στὴν ἐκκλησία, στὸ σπίτι, στὰ ἄδυτα τῶν καρδιῶν μας, ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας.

Σήμερα θυμόμαστε τοὺς προπάτορες τοῦ Χριστοῦ κι ὁ ἴδιος ὁ ναὸς μας εἶναι γεμάτος μὲ τὴν παρουσία τους. Ὁ Σωτήρας Χριστὸς εἶναι μαζί μας, κι ἡ Παναγία ποὺ Τοῦ ἔδωσε τὸ ἀνθρώπινό Του σῶμα καὶ τὴν ἀνθρώπινή Του ψυχή, κι ἕνα ἀμέτρητο πλῆθος ἀπὸ τοὺς προγόνους Του. Ἔχουμε διαβάσει ἕνα μεγάλο κατάλογο μὲ τὰ ὀνόματά τους, μερικοὶ ἀνάμεσά τους μᾶς ἐκθαμβώνουν μὲ τὴ δικαιοσύνη τους, τὴν ἁγιότητα, θαῦμα τῆς θεϊκῆς ἀγάπης θὰ μποροῦσαν νὰ συμπεριληφθοῦν στὴ γενεαλογία τοῦ Γιοῦ τοῦ Θεοῦ ὁ ὁποῖος ἔγινε γιὸς τοῦ ἀνθρώπου, ἁμαρτωλοί τοὺς ὁποίους ἡ Παλαιὰ Διαθήκη προβάλλει σὰν ἁμαρτωλοὺς χωρὶς νὰ προσπαθεῖ νὰ τοὺς δικαιολογήσει. Ὅλοι τους ὅμως εἶχαν μία κοινὴ ἰδιότητα, τὴ θεοστρέφεια: δύναμη τοῦ πόθου τους, μὲ ὅλη τὴν ἐπίγεια πείνα τους ἀγωνίστηκαν νὰ βροῦν Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ζωὴ καὶ ἀλήθεια καὶ δικαιοσύνη καὶ φῶς, τὸ νόημα καὶ ἡ καταξίωση τοῦ παντός. Ἐπειδὴ κατευθύνθηκαν πρὸς τὸ Θεὸ μὲ τὸν τρόπο αὐτό, ἐπειδὴ πολέμησαν τὴν ἁμαρτία ποὺ συχνά τοὺς ὑπερνικοῦσε καὶ τοὺς ὑποδούλωνε ἔγιναν ἄξιοι τοῦ Θεοῦ.

Δὲν εἶναι ὑπέροχο αὐτό; Δὲν εἶναι ὑπέροχο τὸ ὅτι ὁ Θεὸς ἀνταποκρίνεται ὄχι μόνο στὴν ἁγιότητα, τὶς ἡρωικὲς προσπάθειες ἤ τὶς προσευχὲς ἀλλὰ καὶ στὴν κραυγὴ τῶν ψυχῶν μας: «Κύριε, δὲν μπορῶ νὰ ζῶ χωρὶς Ἐσένα, ἡ θνητή μου φύση μὲ βασανίζει, τὰ πάθη μὲ τυραννοῦν, θάνατος βασιλεύει μέσα μου, ἡ γῆ μὲ τραβᾶ χαμηλὰ καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ὑπάρχει μέσα μου μία ζωή, μία πείνα ποὺ μόνο ἀπὸ Ἐσένα μπορεῖ νὰ ἱκανοποιηθεῖ»;

Εἶναι εὔκολο νὰ γίνουμε τέτοιου εἴδους ἄνθρωποι, φτάνει μόνο νὰ στρέψουμε τὴν προσοχὴ στὰ βάθη μας, φτάνει νὰ μὴ δοκιμάσουμε νὰ ἱκανοποιήσουμε τὴν πείνα ποὺ ἔχουμε μέσα μας μὲ γήινο ψωμί, τὴ δίψα μας μὲ τὴν ἀπατηλὴ μέθη ποὺ μᾶς δίνουν τὰ πράγματα τῆς γῆς, οὔτε νὰ προσπαθήσουμε νὰ ἀνακουφίσουμε τὸν πόθο μας μὲ τὴν ψυχαγωγία. Ἂς δεχτοῦμε νὰ εἴμαστε οἱ πεινῶντες τοὺς ὁποίους θὰ χορτάσει ὁ Θεός, οἱ ζητοῦντες οἱ ὁποῖοι θὰ βροῦν, οἱ ἀγαπῶντες θὰ ἀγαπηθοῦν, οἱ ἀπεγνωσμένοι οἱ ὁποῖοι πέρα ἀπὸ κάθε ἐλπίδα θὰ δεχτοῦν τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου.

Ἐκεῖνος βρίσκεται ἀνάμεσά μας. Δὲ χρειάζεται νὰ τὸν ψάξουμε μακριά, εἶναι ἐδῶ. Γύρω μας ἔχουμε ὅλους τοὺς συγγενεῖς Του οἱ ὁποῖοι μᾶς λένε: «Κοιτάξτε ἐμᾶς, ἤμασταν ὅμοιοί σας, μερικοὶ καλύτεροι, οἱ περισσότεροι ὅμως ἀκόμη χειρότεροι ἀπὸ ἐσᾶς καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔκανε συγγενεῖς Του διότι χωρὶς Ἐκεῖνον δὲν μπορούσαμε νὰ ζήσουμε».

Ἂς γίνουμε εἰλικρινεῖς, ἂς μὴν κλείνουμε τὰ μάτια καὶ ἀπατοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας. Θὰ συναντήσουμε τότε τὸ ζωντανὸ Θεὸ καὶ Ἐκεῖνος, ὁ Ἐμμανουὴλ θὰ μᾶς ἐπισκεφτεῖ μὲ τὸ νικηφόρο Του ὄνομα «ΙΗΣΟΥΣ», ποὺ σημαίνει «ὁ Θεὸς νικᾶ». Νικᾶ ἐμᾶς, κατατροπώνει τὸ κακό, τὴν ἁμαρτία, τὸ θάνατο, τὰ πάντα καὶ τὸ ἀνακαλύπτουμε σὰν παντοτινὴ ἀγαλλίαση, σὰν τὴν ἴδια τὴ ζωή μας, τὴ νίκη μας, τὴ βασιλεία τῆς αἰώνιας ἀγάπης καὶ τῆς μακαριότητας.

(Πηγή: inaa.gr)

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2025

Η ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

 


ΟΜΙΛΙΑ 9Η

1.     ΜΕΤΑ  ΦΟΒΟΥ  ΘΕΟΥ....(Α΄).

Μέσα στην «προ της Θείας Μεταλήψεως», ακολουθία, αγαπητοί Χριστιανοί, βρίσκουμε την εξής περίφημη ευχή, την οποία και σας μεταφέρουμε μεταφρασμένη:
«Δεν είμαι ικανός, Δέσποτα Κύριε, για να μπεις κάτω από τη στέγη της ψυχής μου, αλλά επειδή εσύ θέλεις, σαν φιλάνθρωπος, να κατοικήσεις μέσα μου, παίρνω θάρρος και προσέρχομαι. Φωνάξεις, ν' ανοίξω τις πόρτες τις οποίες εσύ μόνος δημιούργησες, και μπαίνεις με φιλανθρωπία, όπως ακριβώς -φιλάνθρωπος- είσαι- Μπαίνεις μέσα και φωτίζεις το σκοτισμένο λογισμό μου. Πιστεύω ότι τούτο θα το κάνεις, επειδή ούτε την Πόρνη που ήλθε σε σένα με δάκρυα απέφυγες, ούτε τον Τελώνη που μετανόησε δεν απεμάκρυνες, ούτε τον ληστή ο οποίος επέγνωσε την αμαρτία του δεν έδιωξες από τη Βασιλεία σου, ούτε, ακόμη, τον Διώκτη -Παύλο- εγκατέλειψες, αφού μετανόησε. Αλλά όλους που ήλθαν σε σένα με μετάνοια, όλους τους κατέταξες στη χορεία των φίλων σου...».
Ο λόγος και πάλι, για τη θεία Κοινωνία. Το Θεοσύστατο Μυστήριο, που συνεχίζει τη σταυρική θυσία του Κυρίου μας, και παρέχει στους πιστούς ανείπωτες δωρεές. Το αγιότατο Μυστήριο, το οποίο έλαβε αρχή από την πανάχραντο πλευρά του Εσταυρωμένου Λυτρωτού και, αποτελεί πηγή ζωής, πηγή αγιασμού, πηγή αιωνιότητος και σωτηρίας.

Αγαπητοί Χριστιανοί!

Με την έναρξη του νέου εκκλησιαστικού έτους - πέρυσι τον μήνα Σεπτέμβριο - και την νέα κηρυκτική περίοδο της εκκλησίας μας, σκεφθήκαμε να ασχοληθούμε αντί άλλης ομιλίας, σχετικής με τα Αποστολικά και τα Ευαγγελικά αναγνώσματα, με κάποια πιο πρακτικά θέματα ,αρχής γενομένης από αυτό της Θ, Κοινωνίας, αφού είναι το κορυφαίο μυστήριο, η κορωνίδα και το επιστέγασμα της Εκκλησίας- αυτός ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Υπάρχει ανάγκη επανευαγγελισμού όλων μας. Διυλίζουμε τον κώνωπα και καταπίνουμε την κάμηλο σε πολλά θέματα. Αυτή όμως η τακτική στα θέματα της πίστεως, είναι επιζήμια και ψυχοκτόνος. Παραμένοντας στα μικρά και τα ανούσια και παραμερίζοντας τα βασικά και ουσιαστικά βλάπτουμε και τον εαυτό μας και όλους όσους περιμένουν από μας να είμαστε «το φως του κόσμου ».

Ξεκινήσαμε λοιπόν και, προσπαθήσαμε να τονίσουμε ότι μεγαλύτερο θαύμα από αυτό της Θείας Κοινωνίας ούτε υπήρξε, μα ούτε και θα υπάρξει. Είναι το ύψιστο Μυστήριο που αδυνατεί ο ανθρώπινος νους να κατανοήσει και η ανθρώπινη γλώσσα να περιγράψει. Ζωοποιό και φρικτό δώρημα για το οποίο σύγχρονος -μεγάλος- Άγιος μας, -ο Άγιος Νεκτάριος- γράφει. « Το παραδοθέν παρά του Κυρίου Μυστήριον, της Θ. Ευχαριστίας, είναι το ανώτερον όλων των Μυστηρίων. Είναι το θαυμασιότερον των θαυμάτων, όσα η δύναμις του Θεού εξετέλεσεν. Είναι το υψηλότερον εξ όσων η σοφία του Θεού επενόησεν. Είναι δε και το τιμιώτερον όλων των χαρισμάτων, όσα η αγάπη του Θεού εχαρίσατο τοις ανθρώποις. Διότι τούτο υπερέχει όλων των άλλων...διό και δικαίως το θαύμα των θαυμάτων και το μυστήριον τον Μυστηρίων δύναται να κληθεί και να θεωρηθεί ». (Νεκταρίου Πενταπόλεως. -Περί Μυστηρίων, σελ.56 ).

Τονίσαμε στη συνέχεια, ότι, « ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς», όπως ο ίδιος ο Κύριος τόνισε για τον εαυτό του, έχει καταντήσει μια αγνοημένη, μια ξεχασμένη, μια αποστερημένη τροφή. Ο διάβολος κοντά στις άλλες επιτυχίες του πέτυχε και το σπουδαιότερο. Κατάφερε να στερήσει από τους πιστούς την ουράνια τροφή. Έτσι λιμοκτονούντες, κυριολεκτικά, πνευματικώς, χάσαμε το νόημα της ζωής, χάσαμε την ελπίδα μας, κινδυνεύουμε να χάσουμε την αιωνιότητα.

Αναφέραμε κατόπιν τις «εν αμαρτίαις προφάσεις», τις ψευτοδικαιολογίες, τις εσφαλμένες αντιλήψεις, που συμβαίνει να έχουμε απέναντι στο μέγιστο αυτό Μυστήριο. Προφάσεις, προσχήματα, ευσεβοφάνεια, ιδέες που κάπου -- κάπου εγγίζουν τα όρια της αίρεσης, άλλοτε μας οδηγούν στη ανάξια και στην τυπική και μόνο προσέλευση και άλλοτε στην αδιαφορία και στην απομάκρυνση απ' το Ποτήριο της Ζωής. Ο διάβολος έχει καταφέρει να μας γεμίσει με απιστία και αμφιβολία ως προς τη σωτηρία μας ώσπου να οδηγηθούμε στον ψυχικό θάνατο.

Θα συνεχίσουμε. Θα προσπαθήσουμε και αυτή την περίοδο στα μέτρα των δυνατοτήτων μας, να σημειώνουμε κάποια βασικά πράγματα που συναντάμε στην πορεία μας μέσα στην Εκκλησία, σχετικά με τη Θ. Κοινωνία, τονίζοντας μέσα απ' την μακραίωνη Ορθόδοξη παράδοση μας , τους Πατέρες και την πείρα των αγίων μας, την ορθοπραξία, που τόσο έχουμε παραμελήσει.

Τονίζει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. «αναγκαί0ν μαθείν το θαύμα των Μυστηρίων, τι ποτέ εστί και διατί εδόθη, και τις ή ωφέλεια τον πράγματος». Αγαπητοί Χριστιανοί!

Τέλος και σκοπός κάθε Θείας Λειτουργίας είναι η Θεία Κοινωνία. Όλα στη Θ. Λειτουργία εκεί οδηγούν. Ότι γίνεται σε κάθε Θεία Λειτουργία, γίνεται για να φθάσουμε στο: «Μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Και προσερχόμαστε, για να κοινωνήσουμε το σώμα και το αίμα του Κυρίου μας, για να ενωθούμε μ' Αυτόν, για να γίνουμε «σύσσωμοι» και «σύναιμοι» με τον ίδιο το Θεό. Αλλά για να γευθούμε αυτήν την θεία ένωση, για να ενωθούμε με το Θεό, πρέπει η ψυχή μας να μπορέσει να δεχτεί, να αντέξει αυτήν την ένωση. Να είναι σε κατάσταση που επιδέχεται κάτι τέτοιο. Αυτό βέβαια θα γίνει, όταν η ψυχή μας είναι ανοιχτή στο Θεό, όταν η καρδιά μας χτυπά στο ρυθμό της αγάπης γι' Αυτόν, όταν ο προσωπικός μας αγώνας είναι καταλυτικός στην αμαρτία. Διαφορετικά, όταν κανείς κοινωνάει - έστω και καθημερινά - όμως όχι από λαχτάρα, αλλά απλά και μόνο από συνήθεια, "γιατί είναι Χριστούγεννα, γιατί είναι Πάσχα, έτσι απλά και μόνο για τον τύπο και για το «θεαθήναυ», αυτό δεν είναι κοινωνία.

Το τονίζουμε και το ξανατονίζουμε. Δεν αρκεί μια τυπική νηστεία μερικών ημερών και τίποτε παραπάνω. Ούτε ακόμη και μια τυπική εξομολόγηση -στην οποία μάλιστα ποτέ δεν φταίμε εμείς αλλά, πάντα οι άλλοι-, μας κάνουν Άξιους για τη Θ. Κοινωνία. Αναγκαίο είναι η πραγματική αγάπη μας για το Χριστό, Άμα γίνεται αυτό, αν καρδιοχτυπάς για το Χριστό, αν υποφέρεις για την αμαρτία σου και θέλεις να απαλλαγείς απ' αυτήν, αν λαχταράς τη Θεία Κοινωνία, και θέλεις να γίνεις ένα με το Θεό, τότε να πηγαίνεις να κοινωνάς.

Με τη Θεία Κοινωνία, έρχεται μέσα σου ο Χριστός γίνεσαι «Χριστόφορος» και «Θεοφόρος». Αυτός σου δίνει τη χάρη και τη δύναμη Του, να συνεχίσεις τον αγώνα σου και να πετύχεις σ' αυτόν. Αυτός σε οδηγεί σε δρόμους σωτηρίας. Εκεί είναι η αιωνιότητα.

Δυστυχώς όμως! Πολλοί από μας έχουμε μια μαγική έννοια απέναντι στη θρησκεία. Μας λείπει η καρδιακή συμμετοχή σ' αυτήν. Μας λείπει η κατ' εξοχήν γνώση. Προλήψεις, δεισιδαιμονίες, ακόμα και ειδωλολατρικές ενίοτε ιδέες, έχουν ταυτιστεί με την πίστη μας κι εμείς ούτε τη θέληση, ούτε την τόλμη, ούτε και το κουράγιο έχουμε να τις πετάξουμε μακριά μας. Ζούμε το Θεό επιδερμικά και χωρίς συναίσθηση. Γι αυτό και αυτό το μεγαλύτερο Μυστήριο, το κατ' εξοχήν Μυστήριο, το μοναδικό και ανεπανάληπτο, το καλύψαμε με σκοτείνια και πλάνη. Γι αυτό και δεν νοιώθουμε τη γλύκα στη ψυχή μας απ' τη βρώση του ουράνιου άρτου.

Λοιπόν!

v    Όταν κοινωνούμε, πρέπει να κοινωνούμε:

v    Από πόθο να μετάσχουμε στο τραπέζι του Χρίστου.

v    Με φόβο Θεού, ευλάβεια και σεβασμό στο Μυστήριο.

v     Με πίστη βαθιά σ' αυτό που κάνουμε.

v    Με αγάπη σε φίλους και εχθρούς.

 

Μ' αυτά λοιπόν θα ασχοληθούμε, αγαπητοί Χριστιανοί, στις επόμενες ομιλίες και σ' αυτά θα προσπαθήσουμε να καταθέσουμε την ορθόδοξη θέση. Πρέπει να πάψει επιτέλους ο πολύτιμος θησαυρός, που απ' τον ίδιο τον Κύριο μας παρεδόθη σε μας, να είναι ένας αγνοημένος θησαυρός, και εμείς όλοι με βαθύτερη κατάνυξη και συναίσθηση να προσερχόμαστε καινά ενωνόμαστε μ' Αυτόν.