Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2020

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ

 

Οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι

 arxaggeloi

  

Ἡ γιορτή τῶν ἁγίων Ἀρχαγγέλων, πού γιορτάζεται στίς 8 Νοεμβρίου, μᾶς δίνει τήν ἀφορμή νά σταθοῦμε στή σχετική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας γιά τίς «ἐπουράνιες» ἤ διαφορετικά τίς «Ἀγγελικές Δυνάμεις».

   Ἤδη στό Σύμβολο τῆς Πίστεώς μας ὁμολογοῦμε: «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα, ποιητήν οὐρανοῦ καί τῆς ὁρατῶν τε πάντων καί ἀοράτων...», καί διακηρύσσουμε τήν πίστη μας ὄχι μόνο στήν ὁρατή, ψηλαφητή, δημιουργία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί σ’ ἐκείνη πού δέν προσεγγίζεται μέ τίς αἰσθήσεις μας, δέν ψηλαφεῖται. Καί αὐτή εἶναι ἡ «ἀόρατη» δημιουργία. Οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι εἶναι ὑπάρξεις δημιουργημένες, καί ὑπάρχουν καί κινοῦνται στήν ἀόρατη δημιουργία τοῦ Θεοῦ. Ἡ ὀνομασία τους «Ἀσώματοι» δείχνει ἀκριβῶς αὐτή τήν μή αἰσθητή παρουσία τους. Μονάχα σέ ἔκτακτες περιπτώσεις ἔχουμε λάβει πεῖρα τῆς ὑπάρξεως καί τῶν ἐνεργημάτων τους.

   Ἡ διακήρυξη τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πού πραναφέραμε δέν εἶναι μιά γενικότητα, ἀλλά προέρχεται ἀπό βιβλικές ἀλλά καί πατερικές μαρτυρίες. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας στούς χριστιανούς τονίζει: «διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐκτίσθη τά πάντα, τά ἐν οὐρανοῖς καί τά ἐπί γῆς, τά ὁρατά καί τά ἀόρατα, εἴτε θρόνοι, εἴτε κυριότητες, εἴτε ἀρχαί, εἴτε ἐξουσίαι· τά πάντα δι’ αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν ἔκτισται· καί τά πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκε» (Κολ. 1, 16). Γιά τό χρόνο πού συμπτήχθηκε ἡ ἀόρατη δημιουργία, καί φυσικά ἡ δημιουργία τῶν Ἀγγέλων δέν εἶναι δυνατό νά προδιορισθεῖ χρονικά. Ξεφεύγει τή γνωστική μας δυνατότητα, ἀφοῦ ὁ χρόνος, ὅπως ἐμεῖς τόν ἀντιλαμβανόμαστε, εἶναι σέ συνάρτηση μέ τήν ὑλική κτίση.

   Στήν Παλαιά Διαθήκη δέν ἔχουμε σαφῆ καταγραφή τῆς δημιουργίας τῶν ἀγγελικῶν δημιουργημάτων τοῦ Θεοῦ, μόνο στό βιβλίο τοῦ Ἰώβ σημειώνεται, πώς ἡ δημιουργία τους ἔγινε πολύ πρίν ἀπό τόν ὑλικό κόσμο. Στόν Ἰώβ διαβάζουμε, πώς ὁ Θεός παρουσιάζεται «διά λαίλαπος καί νεφῶν» καί λέει: «ὅτε ἐγενήθησαν ἄστρα, ἤνεσάν με φωνῇ μεγάλῃ πάντες ἄγγελοί μου» (38, 7).

   Ἡ δημιουργία τῶν ἀγγέλων προϋπάρχει τῆς δημιουργίας τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, ἀλλά καί τοῦ ἀνθρώπου. Μοναδικό «κίνητρο» ἡ «ἐκ-στατική» ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὥστε λογικά κτιστά ὄντα νά μετέχουν στή μακαριότητά Του· «ἀνενδεής ὤν ἀεί, ἐποίησεν ἀγγέλους, ἀρχαγγέλους καί τάς ἄλλας τῶν ἀσωμάτων οὐσίας δι’ ἀγαθότητα μόνην», σημειώνει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.

   Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἀλλά καί ὁ ἱερός Δαμασκηνός διδάσκουν, ὅτι οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι εἶναι δημιουργημένα λογικά ὄντα ἀρχαιότερα τοῦ ὑλικοῦ κόσμου, εἶναι ὑπάρξεις προσωπικές δημιουργημένες ἀνάλογες πρός τόν ἄνθρωπο, «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ» μ’ ἕνα περιορισμό δέν ἔχουν ὑλικό σῶμα· εἶναι «κατά χάριν» ἀθάνατοι, ἔχουν φύση νοερά, ἀεικίνητη, αὐτεξούσια, ἀθάνατη. Οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι ὑπηρετοῦν τόν Θεό, ὄχι ὅτι ἔχει ὁ Θεός ἀνάγκη ἀπό κάποιες ὑπηρεσίες. Ὁ Θεός εἶναι ἀνενδεής. Ἡ ὑπηρεσία τους εἶναι καθαρά δοξολογική λειτουργική, ἀλλά καί τῆς ἐξαγγελίας ἀπό μέρους τοῦ Θεοῦ τῶν μεγάλων γεγονότων τῆς θείας Οἰκονομίας. Ἔτσι π.χ. στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ κομίζει τό μήνυμα τοῦ Θεοῦ. Στήν περίπτωση τῆς Γεννήσεως τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου πάλι ὁ Γαβριήλ γίνεται ὁ ἐξαγγελεύς τῆς βουλήσεως τοῦ Θεοῦ. Ἄγγελοι δοξολογοῦν κατά τή θεία Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Στήν Ἀνάσταση ὁ Ἄγγελος λέει στίς Μυροφόρες τό «οὐκ ἔστι ὧδε, ἀλλ’ ἠγέρθη» (Λουκ. 24, 6), ἀλλά καί στή θεία Ἀνάληψη σημειώνεται ἡ παρουσία τους (Πράξ. 1,10 κ. ἑξ). Ἀκόμη διαδραματίζουν βοηθητικό ρόλο στήν ὅλη προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπιτύχει τή λύτρωσή του καί νά γίνει μέτοχος τῆς ἄρρητης μεγαλειότητος τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό ἐπισημαίνει ὁ Παῦλος γράφοντας, ὅτι οἱ ἄγγελοι εἶναι «λειτουργικά πνεύματα, εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διά τούς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν» (Ἑβρ. 1, 14) ἤ ὅπως σημειώνει ὁ ὑμνογράφος «Οἱ ἄγγελοί σου, Χριστέ, τῷ θρόνῳ τῆς μεγαλωσύνης, ἐν φόβῳ παρεστῶτες, καί τῇ σῇ φωτοχυσίᾳ ἀεί λαμπόμενοι, ἐν τοῖς ὑψίστοις ὑμνωδοί σου καί τῆς βουλῆς σου λειτουργοί, ὑπό σοῦ ἐκπεμπόμενοι, νέμουσι φωτισμόν ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν».

   Οἱ ἄγγελοι σέ σχέση μέ τόν ἄνθρωπο εἶναι ἀσώματοι καί ἄϋλοι. Ὅμως τό ἄϋλό τους δέν μοιάζει μέ τό ἄϋλο τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄγγελος ἔχει σωματικότητα, πού ὅμως εἶναι αἰθέρια, «πυροειδής», ὅπως τή διδάσκει ἡ πατερική σκέψη, πολύ πιό λεπτή ἀπό τήν ὑλικότητα μας. Τό ἀγγελικό αὐτό σῶμα εἶναι «λεπτότερον» τῆς γνωστῆς ὕλης. Αὐτό πού ἀναφέρεται στό Εὐαγγέλιο, ὅτι οἱ ἄνθρωποι «ἐν τῇ ἀναστάσει... ὡς ἄγγελοι Θεοῦ εἰσι» (Ματθ. 22, 30), ἐνισχύουν τή θέση, ὅτι ἡ σωματικότητα τῶν ἀγγέλων ἔχει συγγένεια καί μέ τήν ὑλικότητα, ὄχι στήν παχυλή μεταπτωτική ἐμφάνιση. Βέβαια δέν πρέπει νά μᾶς παραξενεύει αὐτό, γιατί σύμφωνα μέ τή σύγχρονη Φυσική, τή μικροφυσική, τό πρόβλημα τῆς ὕλης εἶναι πολύ διαφορετικό καί ξένο ἀπό αὐτό πού οἱ αἰσθήσεις μας κατανοοῦν καί οἱ ὑλιστικές θεωρίες προσπάθησαν νά ἑρμηνεύσουν. Ἡ κβαντο-μηχανική ἔχει ἀνα-τρέψει τό λεγόμενο αἰτιοκρατικό οἰκοδόμημα, καί δείχνει, ὅτι μέσα στόν «μικρόκοσμο» τά ἴδια πράγματα παρουσιάζονται πότε σάν σωματίδια, πότε σάν ἠλεκτρομαγνητικά κύματα, ποιᾶς ὅμως οὐσίας;

   Φαίνεται τελικά ὅτι, αὐτό πού λέμε ὕλη, ἔχει περισσότερο πνευματικό στοιχεῖο ἀπ’ αὐτό, πού οἱ αἰσθήσεις μας ψηλαφοῦν.

   Ἕνα ἄλλο ἀξιοσημείωτο σημεῖο εἶναι καί τοῦτο, οἱ ἄγγελοι δέν δημιουργήθηκαν σέ κατάσταση, πού νά ἔχει προοπτική τῆς τελειώσεώς τους, ὅπως ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος καί προ-πτωτικά, ἀλλά πολύ περισσότερο μετα-πτωτικά τείνει σέ τελείωση. Οἱ Ἄγγελοι δημιουργήθηκαν ἀναλλοίωτοι. Τό στοιχεῖο αὐτό ἔχει σχέση μέ τή σύσταση καί κατασκευή τους, καί ὄχι μέ τήν προαίρεσή τους. Μόνο τό ἄκτιστο εἶναι ἀμετάβλητο καί ἀναλλοίωτο. Στούς ἀγγέλους δόθηκε ἡ δυνατότητα «μένειν καί προκόπτειν ἐν τῷ ἀγαθῷ» ἤ «ἐπί τό χεῖρον τρέπεσθαι». Σ’ αὐτή ἀκριβῶς τή δυνατότητα τοποθετεῖται καί ἡ πτώση τοῦ Ἑωσφόρου.

   Ὁ Ἑωσφόρος, μαζί μέ τήν ὁμάδα του, κινήθηκε ἀπό ἀλαζονεία, θέλησε δηλαδή νά ἐξισωθεῖ μέ τόν Θεό, «εἰς τόν οὐρανόν ἀναβήσομαι, ἐπάνω τῶν ἄστρων τοῦ οὐρανοῦ θήσω τόν θρόνον μου καθιῶ ἐν ὄρει ὑψηλῷ ἐπί τά ὄρη τά ὑψηλά πρός βορρᾶν, ἀναβήσομαι ἐπάνω τῶν νεφελῶν, ἔσομαι ὅμοιος τῷ ὑψίστῳ» (Ἡσ. 14, 13). Ἡ ἀλαζονική του ὅμως τόλμη τιμωρήθηκε, καί ὁ Ἑωσφόρος, μαζί μέ τήν ὁμάδα του, ξέπεσε τῆς θέσεώς του καί ἀπό ἄγγελος ἔγινε ὁ σατανᾶς, καί οἱ ἄγγελοι του διάβολοι. Τό τραγικό τό τόλμημά του, καί ἡ τρομακτική ἔκπτωσή του, «ἐθεώρουν τόν σατανᾶν ὡς ἀστραπήν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα» (Λουκ. 10, 18), ἔγινε παράδειγμα πρός ἀποφυγή.

   Ὁ πρωτοστάτης ἀρχάγγελος Μιχαήλ, τό ὄνομα τοῦ ὁποίου θά πεῖ «τίς ὡς ὁ Θεός ἡμῶν»«ἰδών τόν ἀποστάτην πεσόντα, συνήγαγε τούς τῶν Ἀγγέλων χορούς, καί εἰπών, «Πρόσχωμεν!»ὕμνησε μετά φωνῆς τόν τῶν ὅλων Κύριον, ὡσανεί λέγων· ὅτι πρόσχωμεν ἡμεῖς οἱ κτιστοί γεγονότες, τί πεπόνθασιν οἱ μεθ’ ἡμῶν μέχρι τοῦ νῦν φωτός ὑπάρχοντες, καί νῦν γενόμενοι σκότος. Ἡ τοιαύτη οὖν συγκρότησις, ὠνομάσθη σύναξις τῶν Ἀγγέλων, τοὐτέστιν προσοχή καί ὁμόνοια καί ἕνωσις», καί γιορτάζεται ἐπετειακά ἀπό τήν ἁγία μας Ἐκκλησία μας 8 Νοεμβρίου.

   Ἡ πρώτη μάχη μέ τήν κακότητα τοῦ σατανᾶ κερδήθηκε μέσα ἀπό τήν ταπεινότητα τῶν Ἀγγελικῶν δυνάμεων. Ὅλοι οἱ Ἄγγελοι μετά τή δοκιμασία αὐτή σταθεροποιήθηκαν στήν ἀρετή, καί ἀνήκουν στό τμῆμα ἐκεῖνο τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔχει ἤδη σωθεῖ. Οἱ μάχες τῶν Ἀγγέλων συνεχίζονται, καί ἔχουν στόχο τήν προφύλαξη τῶν ἀνθρώπων. Τό βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως παρουσιάζει τόν Μιχαήλ νά μάχεται ἐναντίον τοῦ σατανᾶ στόν ἔσχατο πόλεμο καί τελικά νά τόν νικᾶ. «καί ἐγένετο πόλεμος ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ Μιχαήλ καί οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ τοῦ πολεμῆσαι μετά τοῦ δράκοντος καί ὁ δράκων ἐπολέμησε καί οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ καί οὐκ ἴσχυσεν, οὐδέ τόπος εὑρέθη αὐτῷ ἔτι ἐν τῷ οὐρανῷ»(12, 7- 8).

   Ἡ ὑπεροχή τῶν Ἀγγέλων σέ σχέση πρός τόν ἄνθρωπο μετά τήν πτώση του εἶναι σαφής, ὅμως μετά τήν Ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά φτάσει στή θέωση καί νά ξεπεράσει τή μακαριότητα τῶν Ἀγγέλων. Ἤδη μιά ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ἡ Κυρία Θεοτόκος, ὑπέρκειται ὅλων τῶν Ἀσωμάτων Δυνάμεων. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ «τιμιωτέρα τῶν χερουβίμ καί ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν σεραφείμ» (Ἀκολουθία Ὄρθρου Μεγάλης Παρασκευῆς, θ’ ὠδή).

   Τέλος νά σημειώσουμε, ὅτι ὁ ἀριθμός τους εἶναι πολύ μεγάλος, χωρίζεται σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη σέ τρεῖς τρίχορες ὁμάδες· α) Χερουβίμ, Σεραφείμ, Θρόνοι, β) Ἐξουσίες, Κυριότητες, Δυνάμεις, καί γ) Ἄγγελοι, Ἀρχάγγελοι, Ἀρχές. Διάκριση πού ἔχει νά κάνει περισσότερο μέ μιά λειτουργική τους ἰδιότητα.

πρωτοπρεσβύτερος

Κωνσταντῖνος Φιοράκης

Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος Ἐκάλης