Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2024

Η ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

 

Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει την παγκόσμια ύψωση του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Η γιορτή είναι αρχαιότατη και μια από τις Δεσποτικές γιορτές, τις γιορτές δηλαδή τις αφιερωμένες στο Δεσπότη Χριστό. Η γιορτή συνδέεται με μεγάλα ιστορικά γεγονότα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, γι’ αυτό έχει πανηγυρικό χαρακτήρα. Συγχρόνως όμως αναφέρεται στη σταύρωση και το θάνατο του Κυρίου, γι΄ αυτό και τιμάται με αυστηρή νηστεία, όπως η Μεγάλη Παρασκευή. Το Ευαγγέλιο, που διαβάζεται στη θεία Λειτουργία, είναι το ίδιο που διαβάζεται και τη Μεγ. Παρασκευή. Μέχρι πριν λίγα χρόνια η εορτή της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού ήταν ημέρα γενικής αργίας, αλλά μετά τον πόλεμο οι εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας, ενώ από έξη έγιναν πέντε, η εορτή του Σταυρού είναι εργάσιμη ημέρα.

Το 326, ένα χρόνο μετά την πρώτη οικουμενική Σύνοδο, η αγία Ελένη πήγε στα Ιεροσόλυμα, να προσκυνήσει τους αγίους τόπους και να ευχαριστήσει το Θεό, για τις νίκες και τις θριαμβευτικές επιτυχίες του παιδιού της και πρώτου χριστιανού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου. Τότε έκτισε διάφορους ναούς, όπως στο όρος των Ελαιών και στο σπήλαιο της Βηθλεέμ. Με διαταγή του Κωνσταντίνου ανέλαβε να κτίσει μεγάλο ναό στο λόφο του Γολγοθά, εκεί που σταυρώθηκε ο Ιησούς Χριστός. Εκεί, πριν από διακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Αδριανός, για να εμποδίσει τους χριστιανούς να προσκυνούν τον άγιο τόπο, είχε αναγείρει ναό αφιερωμένο στην Αφροδίτη. Η άγια Ελένη κατεδάφισε τον ειδωλολατρικό ναό, ξεκαθάρισε τον τόπο, εξακρίβωσε τη θέση που σταυρώθηκε ο Κύριος και βρήκε τον τίμιο Σταυρό.

Η είδηση ότι βρέθηκε ο τίμιος Σταυρός διαδόθηκε σ’ όλο τον τότε χριστιανικό κόσμο. Έτρεξαν λοιπόν όλοι, και μάλιστα οι πιστοί της Παλαιστίνης, για να προσκυνήσουν το τίμιο ξύλο. Όταν τελείωσε ο ναός της Αναστάσεως, που έκτισε η αγία Ελένη πάνω στο λόφο του Γολγοθά, στις 14 Σεπτεμβρίου του 336 έγιναν επίσημα και με κάθε λαμπρότητα τα εγκαίνια. Τότε ο Πατριάρχης των Ιεροσολύμων Μακάριος, επειδή το πλήθος του λαού ήταν πολύ, για να δουν όλοι και να προσκυνήσουν, ανέβηκε στον άμβωνα, που ήταν στη μέση του ναού και ύψωσε τον τίμιο Σταυρό. Οι πιστοί προσκυνούσαν, κάνοντας το σταυρό τους κι έλεγαν «Κύριε, ελέησον». Αυτή λοιπόν την ύψωση του τιμίου Σταυρού γιορτάζει σήμερα η Εκκλησία και υψώνει τον τίμιο Σταυρό στη μέση του ναού.

Ύστερα από 280 περίπου χρόνια, το 614, οι Πέρσες κυρίευσαν τα Ιεροσόλυμα, έκαναν μεγάλες καταστροφές, πήραν αιχμάλωτο τον Πατριάρχη Ζαχαρία και μαζί τη μεγάλη ασημένια λειψανοθήκη, στην οποία η αγία Ελένη είχε φυλάξει τον τίμιο Σταυρό. Ο αυτοκράτορας Ηρά­κλειος, ύστερα από 14 χρόνια, έκανε εκστρατεία, έφτασε νικητής ως την πρωτεύουσα της Περσίας, ελευθέρωσε τους αιχμαλώτους χριστιανούς, πήρε τον τίμιο Σταυρό και τον Πατριάρχη Ζαχαρία και γύρισε στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί κατέβηκε στα Ιεροσόλυμα, έβγαλε το βασιλικό στέμμα και ανυπόδητος, σηκώνοντας το κιβώτιο με το τίμιο ξύλο το έφερε στο Γολγοθά. Εκεί, πάλι στις 14 Σεπτεμβρίου και στο ναό της Αναστάσεως, ο Πατριάρχης Ζαχαρίας ύψωσε στον άμβωνα τον Σταυρό κι ο λαός έψαλλε «Σώσον, Κύριε, τον λαόν σον…»,

Η ανεύρεση του τιμίου Σταύρου από την αγία Ελένη και η δεύτερη ύψωσή του στον άμβωνα από τον Πατριάρχη Ζαχαρία συνοδεύονται με δύο θαύματα. Το πρώτο θαύμα είναι η θεραπεία μιας ετοιμοθάνατης γυναίκας. Η αγία Ελένη βρήκε τρεις σταυρούς· οι άλλοι δύο ήσαν των δύο ληστών. Γεννήθηκε λοιπόν απορία ποιός ήταν ο Σταυρός του Κυρίου. Εκεί κοντά βέβαια βρέθηκε η επιγραφή του Πιλάτου «Ιησούς ο Ναζωραίος ο Βασιλεύς των Ιουδαίων», αλλά ο Πατριάρχης Μακάριος άγγιξε την ετοιμοθάνατη γυναίκα με το τίμιο Ξύλο κι η άρρωστη αμέσως έγινε καλά. Το δεύτερο θαύμα είναι ότι, ανεβαίνοντας με το τίμιο Ξύλο προς το Γολγοθά, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος σταμάτησε και δεν μπορούσε να προχωρήσει. Τότε ο Πατριάρχης Ζα­χαρίας του είπε κι έβγαλε το βασιλικό στέμμα και τα υποδήματά του. Κι αμέσως ξεκίνησε.

Η Εκκλησία, τιμά και προσκυνεί τιμητικά τα ιερά λείψανα των Αγίων και τα άμφια της υπεραγίας Θεοτόκου. Πολύ περισσότερο τον τίμιο Σταυρό του Κυρίου, που είναι «ο φύλαξ πάσης της οικουμένης, η ωραιότης της Εκ­κλησίας και πιστών το στήριγμα». Από τότε που η αγία Ελένη βρήκε τον τίμιο Σταυρό στα Ιεροσόλυμα, είναι μεγάλο απόκτημα και θησαυρός για κάθε πόλη και μοναστήρι, που μπορεί να έχει ένα ελάχιστο κομμάτι από το τίμιο Ξύλο.

«Χριστός ο αληθινός Θεός ημών… δυνάμει του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού… ελεήσαι και σώσαι ημάς». Αμήν.

Μητροπ. Σερβίων Και Κοζάνης +Διονυσίου, «Εικόνες Έμψυχοι»

ΠΗΓΗ http://www.diakonima.gr


Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για σταυρος ορθοδοξια«Ούτως υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ' έχη ζωήν αιώνιον» (Ιωάν. v'14)

Αν ισχύει η έκφραση «μία εικόνα χίλιες λέξεις», αυτό ισχύει με την εικόνα του Εσταυρωμένου. Την ίδια ώρα μπορούμε να πούμε ότι στην περίπτωση της εικόνας του Εσταυρωμένου, αυτή μπορεί να εκφραστεί κυριολεκτικά με μια μόνο λέξη, τη λέξη «αγάπη». Και τούτο, όχι γιατί αυτή η λέξη εκφράζει μόνο την ουσία του Θεού, αλλά γιατί εκφράζει και τις διαμέσου των αιώνων διαδοχικές ενέργειες του Θεού υπέρ του κόσμου και του ανθρώπου, με αποκορύφωμα τη σταυρική θυσία του Υιού του. Τη μεγάλη αυτή αλήθεια επιβεβαιώνει σήμερα ο ίδιος ο Κύριος λέγοντας «Ούτω γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν». Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε στο θάνατο τον Μονογενή του Υιό. Αυτή είναι η ύψιστη προσφορά του Θεού προς τον κόσμο. Μια προσφορά με διπλό στόχο, αλλά με την ίδια κατάληξη: «Ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται, αλλ' έχη ζωήν αιώνιον». Για να μη χαθεί όποιος πιστεύει σ' Αυτόν αλλά να έχει ζωή αιώνια. Και τούτο «γιατί ο Θεός δεν έστειλε τον Υιό του στον κόσμο για να καταδικάσει τον κόσμο, αλλά για να σωθεί ο κόσμος δι' αυτού».
Στόχος, λοιπόν, η σωτηρία του ανθρώπου. Η προσφερόμενη σωτηρία από τον Υιό του Θεού είναι γενική. Προσφέρεται χωρίς εξαίρεση σε όλους. Όμως η σωτηρία αυτή δεν ενεργεί αναγκαστικά. Ενώ θεωρείται ως απόλυτη αναγκαιότητα η σταύρωση, αφού κατά την έκφραση του Κυρίου «υψωθήναι δει τον Υιόν του ανθρώπου», εντούτοις, όταν αναφέρεται εις τον κόσμον δε χρησιμοποιεί το «δει», πρέπει, αλλά παρεμβάλλει την πίστη.
Η σωτηρία που προσφέρεται είναι πλήρης. Όμως για να ενεργοποιηθεί χρειάζεται η πίστη. Μάλιστα το αποτέλεσμα αυτής της πίστης παρουσιάζεται με διπλή μορφή. Πρώτον την αρνητική «ίνα μη απόληται», έτσι ώστε όποιος πιστεύει σ' αυτόν να μη χαθεί. Και δεύτερον τη θετική, «ίνα ... έχη ζωήν αιώνιον», για να ζήσει αιώνια. Αυτό είναι το πιο χαρμόσυνο μήνυμα που ήρθε από τον ουρανό και που υλοποιήθηκε με τη Σταύρωση του Υιού του Θεού, ενεργοποιείται σε διαμέσου των αιώνων μέσα από την πίστη από τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Τονίζει ο Απόστολος Παύλος ότι «πιστεύσαι γαρ δει τον προσερχόμενον τω Θεώ» (Εβρ. lα' 6). Γιατί αυτός που πλησιάζει το Θεό πρέπει να πιστεύει.
Στόχος των ενεργειών του Θεού είναι η σωτηρία του κόσμου. Δηλαδή του συνόλου της ανθρωπότητας, του συνόλου των όπου γης ανθρώπων, χωρίς διάκριση φυλετική, φύλου ή ηλικίας. Όλοι είναι ευπρόσδεκτοι δια μέσου των αιώνων, αρκεί μόνο να το θελήσουν και να ενεργοποιήσουν την προσφερόμενη δωρεά του Θεού μέσα από τη δική τους προσωπική πίστη.
Η δωρεά του Θεού είναι παρούσα, όπως και οι ευεργετικές ακτίνες του ήλιου. Αν ο άνθρωπος, μέσα από το σύννεφο των αμαρτιών και της απιστίας του, δεν μπορεί να γίνει δέκτης της δωρεάς του Θεού, την ευθύνη δεν τη φέρει ο Θεός, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος που επιμένει να εμποδίζει την προσφερόμενη δωρεά του Θεού.
Κατά συνέπεια, η κατάσταση του ανθρώπου και της ανθρωπότητας γίνεται δραματική. Γιατί, ενώ ως τώρα οι άνθρωποι αμάρταναν από άγνοια του νόμου του Θεού, τώρα αμαρτάνουν ενσυνείδητα. Τώρα η αμαρτία τους είναι σκέψη και πράξη ελεύθερης επιλογής. Το δράμα του ανθρώπου δεν είναι μόνο ότι δεν αναζήτησε το φως της σωτηρίας, αλλά το χειρότερο είναι ότι ενώ ήρθε το φως οι άνθρωποι αρνούνται να το δεχθούν. Αν ο Θεός αναζητούσε ευθύνες για τις αμαρτίες των ανθρώπων που έκαναν πριν τον ερχομό του Χριστού μπορεί να εδικαιολογούντο κάπως για την άρνησή τους. Όμως τώρα θέλει απλώς να τους φωτίσει κι αυτοί απορρίπτουν αυτό το φωτισμό.
Δικαιολογημένο λοιπόν, το παράπονο του Ιησού στη συνέχεια της ομιλίας του με το Νικόδημο: «Το φως ήρθε στον κόσμο, οι άνθρωποι όμως αγάπησαν περισσότερο το σκοτάδι παρά το φως, γιατί οι πράξεις τους ήταν πονηρές. Κάθε άνθρωπος που πράττει έργα φαύλα μισεί το φως και δεν έρχεται στο φως, γιατί φοβάται μήπως φανούν τα έργα του και κριθούν. Όποιος όμως κάνει πράξεις σύμφωνες με την αλήθεια του Θεού, αυτός έρχεται στο φως. Έτσι θα φανεί πως οι πράξεις του έχουν γίνει από υπακοή στο Θεό» (Ιωάν. γ' 19 - 21).
Ο ενάρετος άνθρωπος, σε αντίθεση με τον αμαρτωλό, ενεργεί μέσα στα πλαίσια του θελήματος του Θεού, κι αν κάποτε, από αδυναμία, απομακρυνθεί από το αγαθό, μόλις υποδειχθεί σ' αυτόν, ή ο ίδιος αντιληφθεί το λάθος, είναι έτοιμος να το διορθώσει. Συναισθάνεται ότι το φως είναι το κέντρο της ζωής του και όχι ο εαυτός του. Και αυτό το φως δεν είναι άλλο από το αναγνωρισμένο «φως του κόσμου», που είναι ο Χριστός. Μέσα από τη νέκρωση των παθών προσφέρεται στον καθένα από μας η δυνατότητα να ξεπερνά σταθερά τα μέτρα της «ανθρώπινης λογικής» κι εκεί που αυτή η λογική μας πρόσφερε προηγουμένως μια ζωή χωρίς νόημα και σκοπό, τώρα να μπορεί να μας προσφέρει μια ζωή που υπερβαίνει το θάνατο, κι αυτή δεν είναι άλλη από την αιώνια ζωή.
Αδελφοί μου, θαυμαστή η αποκάλυψη του Ιησού για την αναγκαιότητα της υψώσεώς του πάνω στο Σταυρό. Όμως, όταν η αναγκαιότητα έγινε πράξη και αυτή η πράξη ερμηνεύθηκε ως έργο της αγάπης του Θεού, τότε δεν άφησε σε μας καμιά δικαιολογία για να την υποτιμήσουμε, πολύ δε περισσότερο για να την απορρίψουμε. Γιατί είναι αγάπη ανιδιοτελής. Γιατί αυτή η αγάπη υπερίσχυσε της αμαρτίας των ανθρώπων και από εχθρούς μας κατέστησε φίλους με το Θεό, κατά την ίδια διαβεβαίωση του Κυρίου που μας τονίζει ότι: «Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού υπέρ των φίλων αυτού. Υμείς φίλοι μου εστέ» (Ιωάν. ιε' 13 -14).
Αδελφοί μου, ας υποκλιθούμε με σεβασμό σ' αυτήν την αγάπη του Κυρίου. Ας τον ευχαριστήσουμε θερμά. Όμως να μην ξεχνούμε ότι τα πιο πάνω συναισθήματα πρέπει να συνοδεύονται τόσο από την δική μας την πίστη, όσο και τα γνωρίσματα της δικής του αγάπης. Όσο εμείς δηλητηριάζουμε τη ζωή μας με το μίσος εναντίον των συνανθρώπων μας, σωτηρία δεν πρόκειται να γευτούμε, έστω κι αν κατασκηνώσουμε μόνιμα στην Εκκλησία. Η ευχαριστία στην αγάπη αυτή του Θεού μπορεί να εκφραστεί μόνο μέσα από τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, που είναι «η αγάπη, η χαρά, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη, η πραότητα, η εγκράτεια» (Γαλ. ε' 22 - 23). Αυτούς τους καρπούς ας αποκτήσουμε κι εμείς. Αμήν.
Θεόδωρος Αντωνιάδης