ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟΥ
Πολλοί, μελετώντας και αναλύοντας τη σημερινή μεταμοντέρνα εποχή μας και προσπαθώντας να την προσδιορίσουν, χρησιμοποιούν χαρακτηρισμούς και ονόματα όπως καταναλωτική, ατομοκεντρική, σκληρή, ανάλγητη και άλλους παρόμοιους επιθετικούς προσδιορισμούς.
Ακόμη προσθέτομε ένα ακόμη κύριο γνώρισμα αυτής της μετανεωτερικής εποχής, γνώρισμα χαρακτηριστικό, που αφορά τις σχέσεις ανθρώπου, συνανθρώπου. Είναι αφιλάνθρωπη και αφιλόξενη μια και η επικοινωνία, η αλληλεγγύη, η κοινωνία αγάπης μεταξύ των ανθρώπων αντιμετωπίζουν πλέον μεγάλη κρίση.
Το φαινόμενο αυτό, τραγικό για την τέως πλέον ορθόδοξη ελληνική κοινωνία, εξηγεί τη ρήξη του κοινωνικού ιστού, που προηγήθηκε στην παραδοσιακή κοινότητα. Οι συνέπειες της ρήξης εμφανίζονται στο πανθομολογούμενο άγχος, στις φοβίες, στη μοναξιά στην αβεβαιότητα του σημερινού ανθρώπου.
Αδελφοί μου!
Πλησιάζοντας στη Μ. Τεσσαρακοστή, ακούμε, κάθε χρόνο αυτές τις μέρες την ευαγγελική περικοπή της τελικής κρίσης. Κάθε χρόνο, αυτή η Κυριακή, η Κυριακή των Απόκρεω έρχεται σαν δίστομο μαχαίρι να διαρρήξει στη καρδιά μας την αυταρέσκεια, την αυτοϊκανοποίηση, τη πεποίθηση πως είμαστε κατά κάποιο τρόπο εντάξει με τον εαυτό μας και βέβαια με το Θεό. Έρχεται να μας υπενθυμίσει τις εσφαλμένες σχέσεις μας και τη διακοπή της επικοινωνίας του ενός με τον άλλον. Μας λέει ότι έχουμε διαγράψει από την καρδιά μας το «εμείς» και στην κενή πλέον αυτή θέση εγκαταστήσαμε το «εγώ».
Δεν υπάρχει άλλη ευαγγελική περικοπή πού να μπορεί να μας μεταδώσει ένα τόσο ζωτικής σημασίας μήνυμα: το ότι, δηλαδή, από κοινωνία προσώπων καταντήσαμε κοινωνία ατόμων, αν βέβαια μπορεί να χαρακτηριστεί σαν κοινωνία ο ατομοκεντρισμός και η απομόνωση. Δεν μπορούμε να συγκροτήσουμε κοινωνία, δεν μπορούμε πολύ περισσότερο να είμαστε χριστιανοί, κλεισμένοι στο καβούκι μας και αποκομμένοι απ’ το συνάνθρωπό μας.
Και αυτή η περικοπή τούτο θέλει να μας δείξει καθώς μας τοποθετεί στο τέλος της ιστορίας και φανερώνοντας μας τη στιγμή που ο Χριστός θα έρθει πάλι «κρίναι ζώντας και νεκρούς».
Ακούσαμε λοιπόν σήμερα τις τελευταίες ώρες του κόσμου μας· το τέλος των πάντων. Ο Χριστός, μας δίνει μία εικόνα: μας λέει πως θα συγκεντρωθούν όλοι οι άνθρωποι μπροστά του, τότε που θα έρθει για να κρίνει τον κόσμο. Απ' όσα ακούσαμε βγαίνει ένα συμπέρασμα: Όλοι θα κριθούμε απ' τη συμπεριφορά μας και τις σχέσεις μας με τους άλλους. Μάλιστα και είναι πολύ χαρακτηριστικό αυτό, δε μίλησε σε τρίτο πρόσωπο, δεν είπε: «Θα κοιτάξω να δω αν χορτάσατε τους πεινασμένους, αν ποτίσατε τους διψασμένους, αν ντύσατε τους γυμνούς. Μίλησε σε πρώτο πρόσωπο. Είπε στους μεν ότι: «Θα πάτε στον Παράδεισο, γιατί εγώ πείνασα και μου δώσατε να φάω, εγώ δίψασα και με ποτίσατε, εγώ ήμουν ξένος και με συμμαζέψατε , εγώ ήμουν στη φυλακή, εγώ ήμουν άρρωστος και ήρθατε να με δείτε... εγώ ό ίδιος». Με τα ίδια λόγια αναφέρεται και σ’ αυτούς που δε θα τους κρατήσει κοντά Του: «Σε μένα δε δώσατε να φάω, σε μένα δε δώσατε νερό, σε μένα δε δώσατε ρούχα όταν ήμουνα γυμνός. Έμενα, που ήμουν φυλακή και άρρωστος, δεν ήρθατε να δείτε». Και επεξηγώντας την απορία και των μεν και των δε όταν το ρωτούν - δίκαιοι και αμαρτωλοί: «Και πότε εμείς σε είδαμε και σου συμπεριφερθήκαμε έτσι;», εκείνος διευκρινίζει: «Μα δείξατε τέτοια συμπεριφορά στον κάθε άσημο αδελφό μου, τον αδελφό σας και συνάνθρωπό σας! Είναι ένα και το αυτό!
…Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται ξεκάθαρα. Όμως υπάρχει και μια άλλη πτυχή τού θέματος, πού ίσως καθόλου μα καθόλου δεν πάει ο νους μας.
Πόσο συχνά φέρνουμε το Ευαγγέλιο, την αγγελία του Χριστού, πόσο συχνά μιλάμε για το Χριστό, σε τόπους όπου δεν υπάρχει Χριστός; Πόσο συχνά κηρύττουμε εκεί όπου δεν υπάρχει γόνιμο έδαφος για μία ανταπόκριση; Αυτό πού κάνουμε είναι να κηρύττουμε στους ήδη γνώστες του Θεού κι όχι σ' εκείνους με τους οποίους ο Θεός ζητά να γνωριστεί. Και γι' αυτό ακριβώς το λόγο, επειδή ακριβώς προσφέρουμε τα πλούτη τού Ευαγγελίου σε όσους είναι ήδη καλοθρεμμένοι, επειδή προσφέρουμε το ποτήρι τής σωτηρίας σε όσους ήδη ξεδιψούν απ' αυτό, επειδή παρέχουμε καταφυγή και συντροφιά σε όσους ήδη ανήκουν, αρκετά συνειδητά, στην οικογένεια τού Θεού -γι' αυτόν ακριβώς το λόγο είναι που κινδυνεύουμε να δούμε τον εαυτό μας τοποθετημένο «εξ ευωνύμων» τού Χριστού.
'Αν θέλουμε να είμαστε τίμιοι απέναντι στην αγάπη τού Θεού για τον άνθρωπο και τον κόσμο Του, πρέπει να ξεχυθούμε στο κενό, στο ψύχος τής απουσίας τού Θεού και να φέρουμε εκεί το Ευαγγέλιο τού Χριστού, μακριά από τά όρια των δικών μας κοινοτήτων.
Κι έως ότου βάλουμε αρχή, θα επικρέμεται πάνω από τα κεφάλια η κρίση τής σημερινής περικοπής. Έως ότου βάλουμε αρχή, δεν θα έχουμε καν ξεκινήσει να δίνουμε σάρκα στην αγάπη τού Θεού… ( Τις σκέψεις αυτές αναφέρει στο βιβλίο του «Φως Χριστού», για την Κυριακή της Τελικής Κρίσης, ο π. Βασίλειος Όσμπορν, επίσκοπος Σεργκίεβο).
Αδελφοί μου!
Αναφερθήκαμε στην αρχή, στη μεγάλη κρίση που αντιμετωπίζει η κοινωνίας μας. Κρίση που αφορά τις σχέσεις των ανθρώπων, κρίση επικοινωνίας, κρίση αγάπης.
Τα λόγια του Χριστού που θα ακούσουμε στην Τελική Κρίση κατανοούνται σήμερα σαν απαίτηση για κοινωνική ευαισθησία και αλληλεγγύη, σαν άνοιγμα προς το συνάνθρωπο, σαν ρήξη του ατομισμού και επαναφορά μας στην κοινωνία προσώπων. Η κοινωνική πρόνοια και η αλληλεγγύη θεωρούνται πράγματα αυτονόητα. Ψωμί. νερό. ρούχα δεν επιτρέπεται ανά λείπουν από κανέναν. Λίγοι όμως το συνδέουν αυτό με τη δική τους προσωπική ευθύνη κι ευαισθησία. Οι περισσότεροι το αφήνουμε στα χέρια τού κράτους, της κοινωνίας, της Εκκλησίας, στα χέρια συλλόγων και φιλανθρωπικών οργανώσεων. Δύσκολα κατανοούμε την απόσταση πού χωρίζει αυτό πού όλοι θεωρούμε αυτονόητο να κάνουμε από αυτό πού πράγματι κάνουμε. Είμαστε ανυποψίαστοι και αισθανόμαστε αθώοι. Γι' αυτό και θα πούμε την ήμερα της Κρίσεως στο Χριστό: «Πότε σε είδαμε να έχεις ανάγκη και δεν σε υπηρετήσαμε;»
Γι’ αυτό αδελφοί μου!
Η συμπεριφορά μας αυτή τη μέρα της Κρίσεως θα μας βάλει προ μεγάλων εκπλήξεων. Για να μη συμβεί αυτό, όχι μόνο δεν πρέπει να περιμένουμε να μας χτυπήσουν την πόρτα, αλλά, αντίθετα, έχουμε υποχρέωση, εμείς οι ίδιοι ν’ ανοίξουμε τη πόρτα, να βγούμε έξω απ’ το ερμητικά κλεισμένο σπίτι μας, να ψάξουμε εμείς και να βρούμε αυτούς που επρόκειτο να μας χτυπήσουν τη πόρτα πριν καν χρειαστεί να ρθουν και να μας βρουν.. Και αν ακόμη τα δάκρυα τους δε φαίνονται, έχουμε εμείς υποχρέωση να τα ανακαλύψουμε και με πολλή προσοχή και διακριτικότητα να σταθούμε δίπλα τους.
Αν δε σηκώσουμε το σταυρό μας για να καλύψουμε την απόσταση πού χωρίζει αυτό που θέλουμε από αυτό που μπορούμε να κάνουμε, ποτέ δε θα μπορέσουμε να δούμε το Χριστό στα πρόσωπα των αδελφών μας.
Αγαπητοί αδελφοί, όπως είπαμε, ολόκληρο το Τριώδιο, ολόκληρη η Σαρακοστή είναι αφιερωμένη στο Πάθος του Χρίστου, στη γιορτή του Σταύρου του Χρίστου. Βρισκόμαστε ήδη στην προετοιμασία. Με την αρχή της νηστείας σε λίγες μέρες, θα μυούμε στο κύριο μέρος της Σαρακοστής. Και θα τελειώσουμε με την αποκορύφωση της Μεγάλης Εβδομάδας. Είθε ό Θεός, και μ' αυτή την ευκαιρία, της φετινής Σαρακοστής, να δώσει και σε μας τη χάρη του, για να καταλάβουμε κάτι απ' το μυστήριο του αδελφού μας, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε και το μυστήριο του Πάθους και του Σταυρού.
Ακόμη προσθέτομε ένα ακόμη κύριο γνώρισμα αυτής της μετανεωτερικής εποχής, γνώρισμα χαρακτηριστικό, που αφορά τις σχέσεις ανθρώπου, συνανθρώπου. Είναι αφιλάνθρωπη και αφιλόξενη μια και η επικοινωνία, η αλληλεγγύη, η κοινωνία αγάπης μεταξύ των ανθρώπων αντιμετωπίζουν πλέον μεγάλη κρίση.
Το φαινόμενο αυτό, τραγικό για την τέως πλέον ορθόδοξη ελληνική κοινωνία, εξηγεί τη ρήξη του κοινωνικού ιστού, που προηγήθηκε στην παραδοσιακή κοινότητα. Οι συνέπειες της ρήξης εμφανίζονται στο πανθομολογούμενο άγχος, στις φοβίες, στη μοναξιά στην αβεβαιότητα του σημερινού ανθρώπου.
Αδελφοί μου!
Πλησιάζοντας στη Μ. Τεσσαρακοστή, ακούμε, κάθε χρόνο αυτές τις μέρες την ευαγγελική περικοπή της τελικής κρίσης. Κάθε χρόνο, αυτή η Κυριακή, η Κυριακή των Απόκρεω έρχεται σαν δίστομο μαχαίρι να διαρρήξει στη καρδιά μας την αυταρέσκεια, την αυτοϊκανοποίηση, τη πεποίθηση πως είμαστε κατά κάποιο τρόπο εντάξει με τον εαυτό μας και βέβαια με το Θεό. Έρχεται να μας υπενθυμίσει τις εσφαλμένες σχέσεις μας και τη διακοπή της επικοινωνίας του ενός με τον άλλον. Μας λέει ότι έχουμε διαγράψει από την καρδιά μας το «εμείς» και στην κενή πλέον αυτή θέση εγκαταστήσαμε το «εγώ».
Δεν υπάρχει άλλη ευαγγελική περικοπή πού να μπορεί να μας μεταδώσει ένα τόσο ζωτικής σημασίας μήνυμα: το ότι, δηλαδή, από κοινωνία προσώπων καταντήσαμε κοινωνία ατόμων, αν βέβαια μπορεί να χαρακτηριστεί σαν κοινωνία ο ατομοκεντρισμός και η απομόνωση. Δεν μπορούμε να συγκροτήσουμε κοινωνία, δεν μπορούμε πολύ περισσότερο να είμαστε χριστιανοί, κλεισμένοι στο καβούκι μας και αποκομμένοι απ’ το συνάνθρωπό μας.
Και αυτή η περικοπή τούτο θέλει να μας δείξει καθώς μας τοποθετεί στο τέλος της ιστορίας και φανερώνοντας μας τη στιγμή που ο Χριστός θα έρθει πάλι «κρίναι ζώντας και νεκρούς».
Ακούσαμε λοιπόν σήμερα τις τελευταίες ώρες του κόσμου μας· το τέλος των πάντων. Ο Χριστός, μας δίνει μία εικόνα: μας λέει πως θα συγκεντρωθούν όλοι οι άνθρωποι μπροστά του, τότε που θα έρθει για να κρίνει τον κόσμο. Απ' όσα ακούσαμε βγαίνει ένα συμπέρασμα: Όλοι θα κριθούμε απ' τη συμπεριφορά μας και τις σχέσεις μας με τους άλλους. Μάλιστα και είναι πολύ χαρακτηριστικό αυτό, δε μίλησε σε τρίτο πρόσωπο, δεν είπε: «Θα κοιτάξω να δω αν χορτάσατε τους πεινασμένους, αν ποτίσατε τους διψασμένους, αν ντύσατε τους γυμνούς. Μίλησε σε πρώτο πρόσωπο. Είπε στους μεν ότι: «Θα πάτε στον Παράδεισο, γιατί εγώ πείνασα και μου δώσατε να φάω, εγώ δίψασα και με ποτίσατε, εγώ ήμουν ξένος και με συμμαζέψατε , εγώ ήμουν στη φυλακή, εγώ ήμουν άρρωστος και ήρθατε να με δείτε... εγώ ό ίδιος». Με τα ίδια λόγια αναφέρεται και σ’ αυτούς που δε θα τους κρατήσει κοντά Του: «Σε μένα δε δώσατε να φάω, σε μένα δε δώσατε νερό, σε μένα δε δώσατε ρούχα όταν ήμουνα γυμνός. Έμενα, που ήμουν φυλακή και άρρωστος, δεν ήρθατε να δείτε». Και επεξηγώντας την απορία και των μεν και των δε όταν το ρωτούν - δίκαιοι και αμαρτωλοί: «Και πότε εμείς σε είδαμε και σου συμπεριφερθήκαμε έτσι;», εκείνος διευκρινίζει: «Μα δείξατε τέτοια συμπεριφορά στον κάθε άσημο αδελφό μου, τον αδελφό σας και συνάνθρωπό σας! Είναι ένα και το αυτό!
…Όλα αυτά μπορεί να φαίνονται ξεκάθαρα. Όμως υπάρχει και μια άλλη πτυχή τού θέματος, πού ίσως καθόλου μα καθόλου δεν πάει ο νους μας.
Πόσο συχνά φέρνουμε το Ευαγγέλιο, την αγγελία του Χριστού, πόσο συχνά μιλάμε για το Χριστό, σε τόπους όπου δεν υπάρχει Χριστός; Πόσο συχνά κηρύττουμε εκεί όπου δεν υπάρχει γόνιμο έδαφος για μία ανταπόκριση; Αυτό πού κάνουμε είναι να κηρύττουμε στους ήδη γνώστες του Θεού κι όχι σ' εκείνους με τους οποίους ο Θεός ζητά να γνωριστεί. Και γι' αυτό ακριβώς το λόγο, επειδή ακριβώς προσφέρουμε τα πλούτη τού Ευαγγελίου σε όσους είναι ήδη καλοθρεμμένοι, επειδή προσφέρουμε το ποτήρι τής σωτηρίας σε όσους ήδη ξεδιψούν απ' αυτό, επειδή παρέχουμε καταφυγή και συντροφιά σε όσους ήδη ανήκουν, αρκετά συνειδητά, στην οικογένεια τού Θεού -γι' αυτόν ακριβώς το λόγο είναι που κινδυνεύουμε να δούμε τον εαυτό μας τοποθετημένο «εξ ευωνύμων» τού Χριστού.
'Αν θέλουμε να είμαστε τίμιοι απέναντι στην αγάπη τού Θεού για τον άνθρωπο και τον κόσμο Του, πρέπει να ξεχυθούμε στο κενό, στο ψύχος τής απουσίας τού Θεού και να φέρουμε εκεί το Ευαγγέλιο τού Χριστού, μακριά από τά όρια των δικών μας κοινοτήτων.
Κι έως ότου βάλουμε αρχή, θα επικρέμεται πάνω από τα κεφάλια η κρίση τής σημερινής περικοπής. Έως ότου βάλουμε αρχή, δεν θα έχουμε καν ξεκινήσει να δίνουμε σάρκα στην αγάπη τού Θεού… ( Τις σκέψεις αυτές αναφέρει στο βιβλίο του «Φως Χριστού», για την Κυριακή της Τελικής Κρίσης, ο π. Βασίλειος Όσμπορν, επίσκοπος Σεργκίεβο).
Αδελφοί μου!
Αναφερθήκαμε στην αρχή, στη μεγάλη κρίση που αντιμετωπίζει η κοινωνίας μας. Κρίση που αφορά τις σχέσεις των ανθρώπων, κρίση επικοινωνίας, κρίση αγάπης.
Τα λόγια του Χριστού που θα ακούσουμε στην Τελική Κρίση κατανοούνται σήμερα σαν απαίτηση για κοινωνική ευαισθησία και αλληλεγγύη, σαν άνοιγμα προς το συνάνθρωπο, σαν ρήξη του ατομισμού και επαναφορά μας στην κοινωνία προσώπων. Η κοινωνική πρόνοια και η αλληλεγγύη θεωρούνται πράγματα αυτονόητα. Ψωμί. νερό. ρούχα δεν επιτρέπεται ανά λείπουν από κανέναν. Λίγοι όμως το συνδέουν αυτό με τη δική τους προσωπική ευθύνη κι ευαισθησία. Οι περισσότεροι το αφήνουμε στα χέρια τού κράτους, της κοινωνίας, της Εκκλησίας, στα χέρια συλλόγων και φιλανθρωπικών οργανώσεων. Δύσκολα κατανοούμε την απόσταση πού χωρίζει αυτό πού όλοι θεωρούμε αυτονόητο να κάνουμε από αυτό πού πράγματι κάνουμε. Είμαστε ανυποψίαστοι και αισθανόμαστε αθώοι. Γι' αυτό και θα πούμε την ήμερα της Κρίσεως στο Χριστό: «Πότε σε είδαμε να έχεις ανάγκη και δεν σε υπηρετήσαμε;»
Γι’ αυτό αδελφοί μου!
Η συμπεριφορά μας αυτή τη μέρα της Κρίσεως θα μας βάλει προ μεγάλων εκπλήξεων. Για να μη συμβεί αυτό, όχι μόνο δεν πρέπει να περιμένουμε να μας χτυπήσουν την πόρτα, αλλά, αντίθετα, έχουμε υποχρέωση, εμείς οι ίδιοι ν’ ανοίξουμε τη πόρτα, να βγούμε έξω απ’ το ερμητικά κλεισμένο σπίτι μας, να ψάξουμε εμείς και να βρούμε αυτούς που επρόκειτο να μας χτυπήσουν τη πόρτα πριν καν χρειαστεί να ρθουν και να μας βρουν.. Και αν ακόμη τα δάκρυα τους δε φαίνονται, έχουμε εμείς υποχρέωση να τα ανακαλύψουμε και με πολλή προσοχή και διακριτικότητα να σταθούμε δίπλα τους.
Αν δε σηκώσουμε το σταυρό μας για να καλύψουμε την απόσταση πού χωρίζει αυτό που θέλουμε από αυτό που μπορούμε να κάνουμε, ποτέ δε θα μπορέσουμε να δούμε το Χριστό στα πρόσωπα των αδελφών μας.
Αγαπητοί αδελφοί, όπως είπαμε, ολόκληρο το Τριώδιο, ολόκληρη η Σαρακοστή είναι αφιερωμένη στο Πάθος του Χρίστου, στη γιορτή του Σταύρου του Χρίστου. Βρισκόμαστε ήδη στην προετοιμασία. Με την αρχή της νηστείας σε λίγες μέρες, θα μυούμε στο κύριο μέρος της Σαρακοστής. Και θα τελειώσουμε με την αποκορύφωση της Μεγάλης Εβδομάδας. Είθε ό Θεός, και μ' αυτή την ευκαιρία, της φετινής Σαρακοστής, να δώσει και σε μας τη χάρη του, για να καταλάβουμε κάτι απ' το μυστήριο του αδελφού μας, για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε και το μυστήριο του Πάθους και του Σταυρού.