Πέμπτη 28 Απριλίου 2022



ΙΕΡΑ  ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ  ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

 


Μυτιλήνη 7-4-2022

 
Αριθμ. πρωτ. 347


ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

 έπί τώ Αγίω Πάσχα

έλέω και χάριτι Θεού


Έπίσκοπος και Μητροπολίτης τής Αγιωτάτης Μητροπόλεως Μυτιλήνης, Έρεσσού καί Πλωμαρίου

πρός τόν Ιερόν Κλήρον τίς Μοναστικές Αδελφότητες καί τόν εύλογημένον λαόν τής Έπαρχίας μας

Τέκνα έν Κυρίω άγαπητά καί περιπόθητα,

Δοξολογία καί εύχαριστία άρμόζει έκ μέρους μας στόν Αναστάντα έκ νεκρών ι ι Κύριό μας, γιατί όδήγησε καί πάλι τά βήματά μας στήν T ' κλητή καί άγία ήμέρα , στή ' ' μία τών Σαββάτων , στή λαμπροφόρο Ανάσταση Του . Η Σταύρωση τού Χριστού καί ή Ανάστασή Του είναι οί δύο όψεις μιάς ένιαίας  πραγματικότητος, γιατί ό δρόμος γιά τό Πάσχα περνάει άπαραιτήτως μέσα άπό τό Σταυρό καί μέσα άπό τό Πάθος. Η Ανάσταση είναι ή χαρά πού ήλθε διά τού Σταυρού σέ όλο τόν κόσμο ' Είναι ή νίκη τού Χριστού έπάνω στό κράτος τού διαβόλου. Είναι ό θρίαμβος τής Έκκλησίας μας στίς σκοτεινές δυνάμεις τού άδου. Είναι ή σωτήριος άπάντηση τού Θεανθρώπου Ιησού Χριστού στόν αίώνιο έχθρό τού άνθρωπίνου γένους, δηλαδή τόν Έωσφόρο.

 Θανάτου έορτάζομεν νέκρωσιν καί είναι φυσικό νά πλημμυρίζει τήν ύπαρξή μας άνεκλάλητη καί άνείπωτη εύφροσύνη, άνάπαυση έσωτερική καί βαθυτάτη είρήνη. Ως γνωστόν τό άνθρώπινο γένος μετά τήν άνυπακοή τών πρωτοπλάστων στό θέλημα τού Θεού, άγκάλιασε τή ματαιότητα καί ένδύθηκε τούς δερμάτινους χιτώνες τής φθοράς καί τής θνητότητας, ζώντας πρώτα τόν πνευματικό θάνατο, πού είναι ή άπομάκρυνση καί ή διάζευξη τού άνθρώπου άπό τή Χάρη τού Θεού καί στή συνέχεια τόν σωματικό, ό όποϊος τελικά λειτούργησε ώς φιλανθρωπία καί εύεργεσία άπό τήν άγάπη τού Αγίου Τριαδικού Θεού , γιά νά μήν διαιωνίζεται τό κακό σύμφωνα μέ τήν πατερική σοφία καί σκέψη.

 Συντριβή , λοιπόν, τού θανάτου άπό τόν Αναστάντα Χριστό έχει όχι άπλά μεγάλη σημασία γιά τόν άνθρωπο , άλλά καθίσταται ύπαρξιακό καί καίριας σημασίας ζήτημα γιά έκεϊνον, γιατί τελικά τό μόνο κατ' ούσίαν πρόβλημα στή ζωή τού άνθρώπου είναι ό θάνατος, ώς άποτέλεσμα τής έλεύθερης άνθρώπινης έπιλογής νά έκφρασθεί άρνητικά έναντι τού Θείου θελήματος. Άλλωστε μάς τό λέγει ξεκάθαρα ό Απόστολος τών Έθνών Παύλος:

Μέσω ένός άνθρώπου μπήκε μέσα στόν κόσμο ή άμαρτία καί μέσω τής άμαρτίας ό θάνατος. Έτσι έξαπλώθηκε ό θάνατος σ' όλους τούς άνθρώπους , γιατί όλοι άμάρτησαν ( Ρωμ. 5, 12 ).

Ό θάνατος, ώς γέννημα τής άμαρτίας έχει σχέση μέ τό αύτεξούσιο τού άνθρώπου καί όχι μέ τή φύση του, διότι ό Θεός είναι Ποιητής καί Δημιουργός μόνο άγαθών πραγμάτων. Γιά κάθε είδους παραμόρφωση πού συμβαίνει στή ζωή τού άνθρώπου καί τής κοινωνίας δέν έχει εύθύνη ό Θεός , άλλά μόνον ό άνθρωπος. Άσχετα άν ό Θεός σεβόμενος τήν άνθρώπινη έλευθερία άνέχεται καί παραχωρεί άκόμη καί τίς πιό έμπαθε~ις άνθρώπινες έπιλογές.

Αποτελεί γεγονός άδιαμφισβήτητο ότι ή ζωή τού άνθρώπου είναι μία πορεία πρός τό θάνατο καί τόν τάφο. Τό νήπιο έξερχόμενο άπό τήν κοιλιά τής μητέρας του, πού είναι ένας τάφος, μεγαλώνει, γίνεται όλοκληρωμένος άνθρωπος, ένηλικιώνεται , γηράσκει καί καταλήγει πάλι σε έναν τάφο. Έπίσης ή άνθρώπινη ζωή, όσο άξιόλογη καί σημαντική καί άν είναι , καλύπτεται τελικά άπό τό πέπλο τού θανάτου. ' ' Πάντα ματαιότης τά άνθρώπινα όπως μάς λέγει χαρακτηριστικά ό ίερός ύμνωδός.

"Ομως, ή Ανάσταση τού Χριστού , πού σέ τελευταία άνάλυση δέν άνήκει στό Χριστό άλλά σέ όλη τήν άνθρωπότητα ', μάς λύτρωσε άπό τό θάνατο, συνδέοντας τό πρόσκαιρο μέ τό αίώνιο καί τό έφήμερο μέ τό άϊδιο, διότι αύτός είναι ό άναστημένος έν Χριστώ άνθρωπος. Χωρίς νά παύει νά είναι κτιστός γίνεται κατά χάριν άθάνατος καί αίώνιος. Ταυτόχρονα έπίγειος καί ούράνιος, φθαρτός καί άφθαρτος. Άγιος. Αύτό είναι τό μεγάλο δώρο τής Αναστάσεως, δηλαδή ή άγιότητα, πού προσφέρεται μέσα στήν Έκκλησία μας κυρίως μέ τά ίερά μυστήρια τού Βαπτίσματος καί τής Θείας Εύχαριστίας , καταθέτοντας άπό τήν πλευρά του ό άγωνιζόμενος πιστός τήν διά βίου άσκησή του .

Νά, γιατί , λοιπόν, ό σωματικός θάνατος είναι μόνο ένας μακρύς ύπνος μέχρι τήν κοινή άνάσταση καί παύει νά έχει τρομακτικές διαστάσεις μετά τή Σταύρωση καί τήν Ανάσταση τοϋ Χριστού μας. Τά πάντα πλέον στή ζωή μας καί στή κτίση φέρουν τό άρωμα καί κομίζουν τή σφαγίδα τής Αναστάσεως, γνωρίζοντας ότι τό νεκρό σώμα τού κάθε άνθρώπου πού κατατίθεται κάποια στιγμή στή γή θά τό άναστήσει όπωσδήποτε ό Κύριός μας στή Δευτέρα Παρουσία Του γιά νά εισέλθει έκ νέου ή ψυχή σ' αύτό καί τότε ό όλος άνθρωπος, ώς Ψυχοσωματική όντότητα , πού δέν θά έχει άνάγκη ύπνου, φαγητού καί ένδυμασίας, θά άπολαμβάνει αίωνίως ή τό Φώς τού Χριστού ή θά βιώνει αύτό ώς σκοτάδι, πού μακάρι νά μή συμβεί σέ κανέναν καί όπως έλεγε χαρακτηριστικά ό άγιος Παϊσιος : ' ' Ούτε ένα πουλί νά μήν πάει στήν κόλαση

Μπορεί ό θάνατος νά είναι Ί θρήνος καί όδύνη ΙΙ , άλλά ό Χριστός τό είπε ξεκάθαρα: Έγώ είμαι ή άνάσταση καί ή ζωή έκεϊνος πού πιστεύει σε έμένα, κι άν πεθάνει, θά ζήσει  ( Ιω. ΙΙ, 25-26 )

Αγαπητοί μου άδελφοί,

Μέσα στή ζοφερή καί σκοτεινή άπό κάθε άποψη άτμόσφαιρα τών ήμερών πού αύξάνεται έσχάτως μέ τόν άνακύΨαντα πόλεμο λίγο πάνω άπό έμάς, άς παρακαλέσουμε τόν Αναστάντα Κύριό μας νά τόν παύσει τάχιστα καί άς φωτίζει όλους μας, γιά νά συνετιζόμεθα, νά ταπεινωνόμεθα, νά άγαπάμε, νά συγχωρούμε , νά μετανοούμε συνεχώς καί νά κοινωνούμε τό Σώμα καί τό Αίμα τού Κυρίου μας, ώστε, όταν θά έλθει καί γιά έμάς ή ώρα τής έξόδου μας άπό αύτόν τόν κόσμο νά μεταβούμε ' ' άπό τό θάνατο στή ζωή ( Ιω. 5, 24 δηλαδή στόν δοξασμένο Χριστό.

Χριστός Άνέστη



Σάββατο 23 Απριλίου 2022

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ


(....) Σήμερον εορτάζομε την λαμπράν νίκην μας. Σήμερον ο Κύριος ημών έστησε το τρόπαιον κατά του θανάτου, κατέλυσε την τυραννία του διαβόλου και μας εχάρισε την οδόν της σωτηρίας δια της αναστάσεως. Όλοι χαίρομεν, σκιρτώμεν, αγαλλόμεθα. Αν και ο Κύριός μας Χριστός ενίκησε και έστησε το τρόπαιον, εν τούτοις κοινή είναι η ευφροσύνη και η χαρά μας.

Όλα τούτα τα έκαμε δια την ιδικήν μας σωτηρίαν και με τα ίδια μέσα που μας κατεπάλαισεν ο διάβολος, ακριβώς με τα ίδια τον ενίκησεν ο Χριστός. Έλαβε τα ίδια όπλα και τον κατεπολέμησε με αυτά. …

«Ποίος θα περιγράψει τας δυνάμεις του Κυρίου και θα κάνει να εισακουσθούν όλαι αι αινέσεις του;». Δια του θανάτου εγίναμεν αθάνατοι, ανέστημεν από την πτώσιν και από νικημένοι κατέστημεν νικηταί.

Αυτά είναι τα κατορθώματα του σταυρού, αυτή είναι η μεγίστη απόδειξις της αναστάσεως.

Σήμερον σκιρτούν οι άγγελοι και όλαι αι δυνάμεις του ουρανού αγάλλονται ευχαριστούμενοι δια την κοινήν σωτηρίαν του γένους των ανθρώπων. Αν δια την μετάνοιαν και ενός αμαρτωλού γίνεται χαρά εις τον ουρανόν και την γην, πολύ περισσότερον συμβαίνει τούτο δια την σωτηρίαν της οικουμένης.

Σήμερον ο Χριστός ηλευθέρωσε την ανθρωπίνην φύσιν από την τυραννία του διαβόλου και την επανέφερεν εις την προηγουμένην της ευγένειαν. Όταν λοιπόν ίδω την αρχικήν μου καταβολήν ούτω να νικά τον θάνατον, δεν φοβούμαι πλέον, δεν απεχθάνομαι τον πόλεμον, ούτε κάμπτομαι δια την αδυναμίαν μου, αλλά αισθάνομαι την θείαν δύναμιν σύμμαχόν μου εις το μέλλον. Εκείνος που θα κατανικήσει την τυραννίαν του θανάτου και θα μπορέσει να αχρηστεύσει την δύναμήν του, τι νομίζετε, δεν θα κάνει το παν δια τους συνανθρώπους του, των οποίων την μορφήν εδέχθη ο Χριστός να λάβει λόγω της μεγάλης του φιλανθρωπίας και να πολεμήσει υπό την ανθρωπίνην μορφήν τον διάβολον;

Σήμερον η σύναξις των αγγέλων και ο χορός όλων των ουρανίων δυνάμεων αγάλλονται δια την σωτηρίαν των ανθρώπων. Σκέψου, λοιπόν, αγαπητέ, το μέγεθος της χαράς, αφού και αι ουράνιαι δυνάμεις συνεορτάζουν με ημάς και χαίρουν επίσης δια τα ιδικά μας αγαθά. Αν και είναι ιδική μας η χάρις που μας παρεχώρησεν ο Χριστός, εν τούτοις είναι και ιδική των η ευχαρίστησις. Δια τούτο δεν εντρέπονται να συνεορτάζουν μαζί μας.

Όταν δεις όχι μόνον τους αγγέλους και την σύναξιν όλων των ουρανίων δυνάμεων, αλλά και αυτόν τον Κύριον των αγγέλων να συνεορτάζει μαζί μας, τι σου απομένει δια να ευφρανθείς; Λοιπόν, ας μη είναι κανείς κατηφής σήμερον λόγω πενίας. Η εορτή είναι πνευματική....

Ας εορτάσωμεν, λοιπόν, την εορτήν της Αναστάσεως του Κυρίου. Ανέστη και μαζί του συνανέστησε την οικουμένην. Και αυτός μεν ανέστη θραύσας τα δεσμά του θανάτου, ημάς δε ανέστησε συντρίψας τας αλυσίδας των αμαρτιών μας. …

Το «Χριστός Ανέστη», αδελφοί μου, δονεί και πάλι την ατμόσφαιρα της Εκκλησίας, αφού στην ορθόδοξη Εκκλησία δεν υπάρχει μεγαλύτερη εορτή από την Ανάσταση του Κυρίου. Η Ανάσταση αποτελεί το επιστέγασμα όλων των άλλων εορτών, γιατί με αυτήν νικήθηκε ο «έσχατος εχθρός» του ανθρώπου, ο θάνατος. Εορτή εορτών και πανήγυρις πανηγύρεων ψάλλουμε στος Αναστάσιμο κανόνα. Με την Ανάστασή Του ο Κύριος έδειξε ότι προοπτική του ανθρώπου είναι η ζωή« ότι ο θάνατος είναι μέρος αυτής, αφού φάνηκε «η ζωή εν τάφω». « Έτσι η Ανάστασή του Κυρίου σηματοδοτεί και την ανάσταση τη δική μας. Ώστε «θάνατος ουκέτι κυριεύει», «Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, της αιωνίου, απαρχήν». Ότι πιο φυσικό λοιπόν να πανηγυρίζουμε και να διατρανώνουμε τη χαρά μας μπροστά στο μοναδικό αυτό και εκπληκτικό γεγονός, το οποίο ανέτρεψε στην κυριολεξία όλα τα δεδομένα και όλες τις σταθερές της ιστορικής πραγματικότητας!

Χαρείτε λοιπόν αδελφοί μου. Σημαία λευτεριάς κυματίζει στο κενό μνημείο. Ο Άδης «στένων βοά» και τρέμει σύγκορμος γιατί αλύπητα ποδοπατήθηκε. Τώρα οι νεκροπόλεις σε κοιμητήρια μεταβλήθηκαν και η χαρά βασιλεύει εκεί πέρα .Τώρα διαλύθηκε το σκοτάδι, το ψεύδος νικήθηκε, η κατάρα νεκρώθηκε, ο διάβολος κατατροπώθηκε. Τώρα τα πάντα γέμισαν Φως.

«Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη, και τα καταχθόνια, εορταζέτω γουν πάσα κτίσις, την Έγερσιν Χριστού, εν η εστερέωται».

«Τώρα, εξηγεί ο Αγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης, κατά την σημερινήν ημέραν της Αναστάσεως του Κυρίου δεν είναι άλλα μέρη του κόσμου πεφωτισμένα, και άλλα εσκοτισμένα, αλλά όλα ομού χωρίς καμίαν εξαίρεσιν είναι γεμάτα και πεπληρωμένα από το νοητόν φως του αναστάντος Δεσπότου, και υπέρ τον ήλιον εξαστράπτοντος, ο ουρανός , λέγω, και τα εν τω ουρανώ πάντα, η γη και τα εν τη γη πάντα, και τα σκοτεινόμορφα δε μέρη του άδου και αυτά σήμερον είναι φωτεινόμορφα. Δια τούτο ας μη εορτάζει μόνη η γη και τα εν τη γη, ουδέ μόνος ο ουρανός και τα εν τω ουρανώ, ουδέ μόνα τα καταχθόνια, αλλά όλη ομού η κτίσις, η ουράνιος, η επίγειος και η καταχθόνιος ας εορτάζει την Ανάστασιν του Χριστού, με το φως του οποίου εφωτίσθησαν, ελαμπρύνθησαν και τόσον ευεργετήθησαν…».

Γέμισε φως ο ουρανός, γέμισε φως η γη, γέμισαν φως τα υποκάτω της γης. Γέμισε φως η πλάση ολάκερη. Γέμισαν φως και οι καρδιές των ανθρώπων. Ο Χριστός το φως το αληθινό σκόρπισε απλόχερα το δικό Του το καθάριο το αμόλευτο φως, κι έλαμψε η οικουμένη.«Φως εκ φωτός έλαμψεν τω κόσμω…». Γι’ αυτό και ο Ι. Χρυσόστομος γεμάτος από ιερό ενθουσιασμό και θεία ευφροσύνη αναφωνεί:

«Σήμερον εν γη χαρά σήμερον εν ουρανώ χαρά…Νυν σκιρτώσιν Άγγελοι νυν χαίρουσι Αρχάγγελοι νυν(τα Χερουβίμ και τα Σεραφείμ μεθ’ ημών εορτάζει την παρούσαν εορτήν».

Αδελφοί μου!

Η Ανάσταση δεν έχει καμία σχέση με το χώρο της φαντασίας Είναι ένα γεγονός που διαδραματίσθηκε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, κι αυτό ιδιαίτερα τονίζεται από τους ιερούς Ευαγγελιστές. Παρά ταύτα όμως εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο. Ένα μυστήριο που βιώνεται από τα εκατομμύρια των πιστών εν παντί καρώ και τόπω. Ολόκληρη η ζωή της Εκκλησίας-κήρυγμα, λατρεία, θεολογία, ζωή των πιστών- όπως ορθά έχει λεχθεί, είναι μαρτυρία της Ανάστασης. Μία μαρτυρία που αφετηρία έχει τους αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες αυτού του συγκλονιστικού γεγονότος και φθάνει μέχρι τους σημερινούς πιστούς. Μάταια προσπαθούν τα σύννεφα να κρύψουν τον ήλιο. Μάταια νεόκοποι διαφωτιστές προβάλλονται ως αμφισβητίες του περίτρανου θαύματος. Αδύναμοι και εκστατικοί στέκονται μπροστά στον Πανάγιο Τάφο απ' τον όποιο ανατέλλει το ανέσπερο Φως.

Εορτών εορτή και πανήγυρις εστί πανηγύρεων, η λυτρωτική μέρα της Ανάστασης του Κυρίου μας. Με χαράς αλαλαγμούς εορτάζουμε το θαύμα των αιώνων. Εκ τον τάφου ωραίος δικαιοσύνης ημίν ελαμψεν ήλιος. Ας αντλήσουμε δυνάμεις κι ας πάρουμε φως.

«O αναστάσιμος ρυθμός, που συντονίζει την Oρθόδοξη λατρευτική ζωή, στηρίζει την ύπαρξή μας, ανανεώνει συνεχώς την ελπίδα μας, μας προσφέρει νέο δράμα και ενθουσιασμό για τη ζωή, διακατέχεται από την αιωνιότητα. Tο αναστάσιμο ήθος μεταμορφώνει το σκληρό πρόσωπο της καθημερινότητος. Mας βοηθεί να βλέπουμε μέσα και από τις πιο μελαγχολικές συνθήκες ένα Πάσχα, δηλαδή μια «διάβαση», ένα πέρασμα στο φως. H Aνάσταση έχει γίνει, έστω και ανεπίγνωστα, πηγή ανανεώσεως του κόσμου. Aνθρωποι που πίστεψαν στον αναστάντα Xριστό μπόρεσαν με τη δύναμή Tου να μεταμορφώσουν την έχθρα σε συμφιλίωση, το μίσος σε αγάπη, τον πόνο σε χαρά, την ταπείνωση σε θρίαμβο, την άνευ νοήματος καθημερινότητα σε δημιουργία. Mέσα στην ακτινοβολία της Aναστάσεως, όλοι και όλα μπορούν να μεταμορφώνονται και να πλημμυρίζουν φως.

«Xριστός ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας». Δύο κατ’ εξοχήν υπαρξιακά προβλήματα βασανίζουν τον άνθρωπο: «Tο πρώτο, ότι θα πεθάνει• το δεύτερο, πως θα ξαναζήσει». Kαι τα δύο βρίσκουν νόημα και λύση μέσα στο φως της Aναστάσεως του Xριστού, ο οποίος είναι ο Nικητής του θανάτου, η ζωή του κόσμου, η ανάσταση. Mέσα στην πίστη, στην παράδοση και τη λατρεία της Oρθοδοξίας βρίσκεται ένας τεράστιος αναστάσιμος δυναμισμός. H εμπιστοσύνη και η αγάπη μας στον αναστάντα Kύριο ας γεμίσουν το είναι μας για την κατανόηση και αντιμετώπιση των δύο μεγάλων υπαρξιακών ζητημάτων: του θανάτου και της ζωής. Mε το βλέμμα και τον νου προσηλωμένο στον αναστάντα Xριστό, ας αντιμετωπίσουμε (τον) κάθε μορφής θάνατο η τις εκπνοές θανάτου που εκπέμπουν η αμαρτία, ο φθόνος, η αδικία και ας γίνουμε αναστάσιμη πνοή στο περιβάλλον μας. Kαλό Πάσχα! Mε την Aνάσταση μέσα μας». (Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και Πάσης Αλβανίας κ. Αναστασίου).

Ελάτε, αδελφοί μου. Ελάτε όλοι στον ανοιχτό τάφο. "Ελάτε στον Αναστημένο Χριστό. Δεύτε λάβετε φως εκ του ανέσπερου Φωτός.

Παρασκευή 15 Απριλίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

Ευλογημένος ο Ερχόμενος





ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ


(Εκείνος που έχει θρόνο τον ουρανό και υποπόδιο τη γη, ο γυιός του Θεού και ο Λόγος του ο συναΐδιος, σήμερα τα­πεινώθηκε και ήρθε στη Βηθανία απάνω σ' ένα που­λάρι. Και τα παιδιά των Εβραίων τον υποδεχθήκανε φωνάζοντας: «Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος, ο βασιλιάς του Ισραήλ».

Οι πολέμαρχοι του κόσμου, σαν τελειώνανε τον πόλεμο και βάζανε κάτω τους οχ­τρούς τους, γυρίζανε δοξασμένοι και καθί­ζανε απάνω σε χρυσά αμάξια για να μπούνε στην πολιτεία τους. Μπροστά πηγαίνανε οι σάλπιγγες κι οι σημαίες κ' οι αντρειωμένοι στρατηγοί και πλήθος στρατιώτες σκεπα­σμένοι με σίδερα άγρια και βαστώντας φονικά άρματα γύρω σ' ένα αμάξι φορτωμένο με λογής λογής αρματωσιές και σπαθιά και κοντάρια παρμένα από το νικημένο έθνος.

Όλοι οι πολεμιστές ήτανε σαν άγρια θηρία σιδεροντυμένα, τα κεφάλια τους ήτανε κλει­δωμένα μέσα σε φοβερές περικεφαλαίες, τα χοντρά και μαλλιαρά χέρια τους ήτανε μα­τωμένα από τον πόλεμο, τα γερά ποδάρια τους περπατούσανε περήφανα και τεντωμέ­να, σαν του λιονταριού που ξέσκισε με τα νύχια του το ζαρκάδι και τανύζεται με μουγκρητά και φοβερίζει τον κόσμο. Ύστερα ερχότανε το χρυσό τ' αμάξι του πο­λεμάρχου, που καθότανε σ' ένα θρονί πλου­μισμένο μ' ακριβά πετράδια, περήφανος, ακατάδεχτος, φοβερός, που δεν μπορούσε να τον αντικρύσει μάτι δίχως να χαμηλώσει και βα­στούσε το τρομερό σκήπτρο του, που κάθε σάλεμά του ήτανε προσταγή, δίχως ν' ανοίξει τα στόμα του αυτός που το κρατούσε.

Άλο­γα ανήμερα, ήτανε ζεμένα σ' αυτά τ' αμάξι, με λουριά χρυσοκεντημένα με γαϊτάνια και περπατούσανε κι αυτά καμαρωτά και περή­φανα σαν τους ανθρώπους. Ένα κορίτσι έμορ­φο σαν νεράιδα, μεταξοντυμένο, βαστούσε ένα χρυσό στεφάνι απάνω από το κεφάλι του νικητή, κι άλλα κορίτσια κι αγόρια ρίχνανε λιβάνια κι άλλα μυρουδικά σε κάποια με­γάλα θυμιατήρια όμοια με μανουάλια.

Από πίσω έρχόντανε οι σκλάβοι άντρες και γυ­ναίκες κι όποιοι ήτανε άρρωστοι και λαβω­μένοι, τους σέρνανε και τους χτυπούσανε οι στρατιώτες. Όση δόξα είχανε αυτοί που πηγαίνανε μπροστά, άλλη τόση καταφρόνε­ση και δυστυχία είχανε όσοι ακολουθούσανε από πίσω. Αυτοί ήτανε δεμένοι με σκοινιά και μ' αλυσίδες, πολλοί πιστάγκωνα, κουρε­λιασμένοι, πληγιασμένοι, κίτρινοι σαν πεθα­μένοι από τα μαρτύρια κι από την αγρύ­πνια. Πολλοί ήτανε μισόγυμνοι κ' οι πλά­τες τους ήτανε μελανιασμένες από το βούνευρο. Ανάμεσά τους ήτανε γυναίκες, παρθέ­νες ντροπιασμένες, κλαμένες μανάδες με αθώα μωρά στην αγκαλιά τους, γρηές που βαστούσανε τα εγγόνια τους από το χέρι, όλες κατατρομαγμένες σαν τα αρνιά που τα πάνε στον μακελάρη. Γύρω ο κόσμος έκανε σαν τρελλός και φώναζε και δόξαζε τον νι­κητή κι από πολλά στόματα τρέχανε αφροί. Αλαλαγμός έβγαινε σαν καπνός απ' όλη την πολιτεία. Αυτή την παράταξη τη λέγανε «θρίαμβο».

Έναν τέτοιον θρίαμβο έκανε κι ο Χρι­στός σήμερα, ο άρχοντας της ειρήνης και της αγάπης. Μα, όπως τα άλλαξε όλα και τα έκανε ανάποδα απ’ ό,τι συνηθίζανε οι άνθρωποι, έτσι κι ο θρίαμβος που έκανε, ήτανε θρίαμβος της φτώχειας και της ταπεί­νωσης. Ο Ρωμαίος ύπατος ήτανε καθισμένος απάνω σε θρόνο και σε χρυσό αμάξι, μα ο Χριστός ήτανε καβαλικεμένος απάνω σ' ένα πουλάρι, σ' ένα γαϊδουρόπουλο, πούνε το πιο ταπεινό και καταφρονεμένο ανάμεσα στα ζώα.

Κι' ο ίδιος ήτανε ταπεινός, πράος, ήσυχος, φτωχοντυμένος, κατά την προφητεία που έλεγε: «Είπατε τη θυγατρί Σιών· Ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι πράος και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον, υιόν υποζυ­γίου». Το χέρι του δεν βαστούσε σκήπτρο, αλλά βλογούσε τον κόσμο. Από πόλεμο ερ­χότανε και κείνος, μα έναν πόλεμο πολύ δυσκολοκέρδιστον, πόλεμο καταπάνω στην κα­κία και στην ψευτιά και στην υποκρισία και στη φιλαργυρία. Και δεν πήγαινε να ξεκου­ραστεί απ’ αυτόν τον πόλεμο, αλλά πήγαινε ν' αρχίσει άλλον, πιο σκληρόν, και να στεφανωθεί μ' αγκαθένιο στεφάνι και να δαρθεί και να περιπαιχθεί και στο τέλος να καρφωθεί απάνω σ' ένα ξύλο σαν κακούρ­γος.

Δεν ήτανε τριγυρισμένος από αγριεμέ­νους υποταχτικούς, αλλά από άκακους ψα­ράδες, καταφρονεμένους σαν και κείνον. Κι ούτε έσερνε από πίσω του σκλάβους τυραννισμένους, αλλά ανθρώπους που τους ελευ­θέρωσε από τη σκλαβιά του διαβόλου και πεθαμένους που αναστηθήκανε από τη φωνή του. Σάλπιγγες και τούμπανα δεν φωνάζανε για να τον δοξάσουνε, αλλά παιδιά αθώα που συμβολίζανε την απλότητα που έχουνε οι χριστιανοί και που φωνάζανε «Ευλογη­μένος ο ερχόμενος» και κρατούσανε αντί για σημαίες και για μπαϊράκια κλαδιά πράσινα των δέντρων. Κλαδιά χλωρά και ρούχα στρώνανε χάμω για να πατήσει το γαϊ­δούρι και να περάσει. Κι αυτό το βλογημένο πήγαινε με σκυμμένο το κεφάλι, ταπεινό, ανήξερο, σηκώνοντας τον Χριστό που καθότανε πρωτύτερα απάνω στα τρομερά εξαφτέρουγα σεραφείμ που είναι από φωτιά. Δεν αξιώθηκε να τον σηκώσει κανένα χρυσό αμάξι, μητε άλογο άκριβοσελωμένο, μητε καμμιά κούνια που να τη βαστάνε αντρειω­μένοι βαστάζοι, αλλά τον σήκωνε το γαϊ­δούρι. Ποιο μάτι δεν δακρύζει άμα συλλο­γιστεί αυτό το μυστήριο!

Ο Χριστός ανα­ποδογύρισε όσα είχε για σωστά και για α­ληθινά ο αμαρτωλός ο άνθρωπος. Ποιος όμως είναι σε θέση να νοιώσει την ελευθερία που μας έφερε και να ακολουθήσει το που­λάρι με το σκοινένιο καπίστρι κι όχι τ' αφρισμένα τάλογα που χλιμιντράνε καμαρω­τά και να μη μπει στη Ρώμη με τα πολλά τα είδωλα, παρά να μπει μαζί με τον βασι­λιά της ειρήνης στην Απάνω Ιερουσαλήμ;

Πολλοί, που είναι σοβαροί άνθρωποι, θα πούνε πως δεν τα καταλαβαίνουνε αυτά και πως τα παιδιά παιδιακίζουνε κ' οι άντρες αντρειεύουνται. Τα ίδια λέγανε κ' οι αρχιε­ρείς κ' οι σπουδασμένοι. «Ιδόντες δε οι αρχιερείς και γραμματείς τα θαύματα α εποίησε και τους παίδας κράζοντας εν τω ιερώ και λέγοντας: Ωσαννά τω υιω Δαυίδ, ηγανάκτησαν και είπον αυτώ: Ακούεις τι ούτοι λέγουσιν; Ο δε Ιησούς λέγει αυτοίς: Ναι· ουδεποτε ανέγνωτε ότι «εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον;» Και καταλιπών αυτούς εξήλθεν έξω της πό­λεως». Οι αρχιερείς κ' οι γραμματείς διαβάσανε τον ψαλμό του Δαυίδ που έλεγε πως θα προϋπαντήσουνε τον Χριστό τα νήπια και δεν πιστέψανε ωστόσο σ' αυτόν που υμνολογούσανε. Αμή εμείς που διαβάσαμε στο σημερινό Ευαγγέλιο και τον ψαλμό κι αυτά που είπε ο Χριστός στους Εβραίους, δεν θα κριθούμε πιο αυστηρά αν δεν τον πιστέψου­με; Η ματαιότητα κ' η περηφάνεια μάς κάνουνε να μην καταδεχόμαστε να παμε μαζί με τη φτωχή συνοδεία του, ντρεπόμα­στε να ακολουθήσουμε ένα αρχηγό που πάει καβαλικεμένος απάνω σ' ένα γαϊδούρι. Τα ταπεινά, τα φτωχικά, δεν τα θέλουμε. Μα μπορεί να γίνει χριστιανός όποιος δεν α­γαπά αυτά που αγάπησε ο Χριστός;

Χθες, Σάββατο, ανάστησε έναν πεθαμένο άνθρωπο, τον Λάζαρο. Ποιος ήτανε αυτός ο Λάζαρος; Κανένας επίσημος άνθρωπος, κανένας τρα­νός; Ο Λάζαρος ήτανε φτωχός, χωριάτης, κι όπως λέγει το Ευαγγέλιο, ήτανε φίλος του Χριστού, που είχε φίλους όλους τους ανθρώπους. Έναν φίλο σημειώνει το Ευαγ­γέλιο πως είχε ο Χριστός στον κόσμο, κι αυτός ήτανε φτωχός κι αγράμματος. Μα ποιος από μας αγαπά αυτή την πλούσια φτώχια του Χριστού; Απ' όπου λείπει ο Χριστός, εκεί είναι η φτώχια η αληθινή, όπως απ’ όπου λείπει ο Χριστός λείπει κ' η ζωή η αληθινή και βασιλεύει ο θάνατος. Αυτό θα το καταλάβεις καλώτατα αν γυρί­σεις και δεις γύρω σου κι ακουμπήσεις το κεφάλι σου και συλλογιστείς. Πού είναι εκείνοι οι Ρωμαίοι κ' οι παντοδύναμοι αφέν­τες που κάνανε τους θριάμβους οπού ιστορήσαμε πρωτύτερα; Τι γινήκανε κι αυτοί κι οι μυριάδες που τους προσκυνούσανε και που γονατίζανε μπροστά τους σαν τα καλά­μια που τα γέρνει ο βοριάς; Ποιος τους φέρ­νει στον νου του εξόν κάποιοι που γράφουνε τα ιστορικά εκείνου του καιρού; Κορμιά, ψυχές, θρονιά, διαμαντόπετρες, άλογα, περηφάνειες, φοβέρες, φωνές, όλα πέσανε σ' έναν λάκκο και χαθήκανε και σβύσανε σαν να μη γινήκανε ποτές. Και τι απόμεινε από όλα τούτα στις καρδιές των ανθρώπων; Τί­ποτα κι ακόμα πιο λίγο από τίποτα.

Πλην ο άνθρωπος είναι άπιστος ακόμη και σ' αυτά που βλέπει και σ' αυτά που πιάνει με τα χέρια του και τραβά τον δρόμο που τραβή­ξανε και κείνοι και σέρνει με ευχαρίστηση το άρμα του Νέρωνα, γιατί είναι «νεύρον σιδηρούν ο τράχηλός του». Τ' αυτιά του εί­ναι σφαλιχτά σε Κείνον που λέγει: «Εγώ ειμί Θεός πρώτος και εις τα επερχόμενα εγώ ειμί. Εγώ βοσκήσω τα πρόβατά μου και εγώ αναπαύσω αυτά». Εκείνος που καθότανε απάνω στο γαϊδούρι, εκείνος είναι ζωντανός μέσα στις απλές ψυχές στον αιώνα κ' είναι για δαύτες θροφή, πηγή αθανασίας, χαρά και αγαλλίαση, κατά τον λόγο που λέ­γει : «Ευφρανθήσεται καρδία ζητούντων τον Κύριον». Ναι, όποιος ένοιωσε τη χαρά του Χριστού, είναι σαν τον πεθαμένο που αναστή­θηκε. Στον κόσμο υπάρχουνε πονεμένοι λογής λογής. Όσοι πονάνε στο κορμί και στην ψυχή κι ο πόνος τους καθαρίζει και τους πηγαίνει στον Θεό, αυτοί είναι οι αγα­πημένοι του Χριστού και περπατάνε στη στράτα του με το φως του το παρηγορη­τικό. Οι άλλοι υποφέρουνε άγονα. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος γράφει στους Κορινθίους: «Νυν χαίρω, ουχ ότι ελυπήθητε, αλλ' ότι ελυπήθητε κατά Θεόν, ίνα εν μηδενί ζημιωθήτε εξ ημών. Η γαρ κατά Θεόν λύπη μετάνοιαν εις σωτηρίαν αμεταμέλητον κατεργάζεται· η δε του κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται». Γι' αυτούς που ελπίζουνε στον Θεό, δεν μετάλλαξε ο Χριστός τον άγονον ίδρωτά τους σε ιδρώτα σωτηρίας, «ιδρώτα ιδρώτι», αλλά θρηνούνε και πονάνε παντοτινά σαν τους ειδωλολάτρες, σφαζόμενοι με τα μαχαίρι της μοίρας. Γι' αυτούς δεν άλλαξε ο Χριστός τον ιδρώτα της αγωνίας τους σε ιδρώτα της προσευχής και της ελπίδας. Όποιος δεν πιστεύει στον Χριστό και στο Ευαγγέλιο, είναι πεθαμένος, αφού δεν υπάρχει αληθινή ζωή μέσα του. Γιατί ζωή δεν θα πει να ανασαίνεις και να περπατάς και να τρως και να πίνεις, αλλά να νοιώθεις τη χάρη της αθανασίας. Τότε θα μπορείς να ψάλεις μαζί με τον υμνωδό τούτο το εξαίσιο απολυτίκιο:

«Την κοινήν ανάστασιν προ του σου πάθους πιστούμενος, εκ νεκρών ήγειρας τον Λάζαρον, Χριστέ ο Θεός. Όθεν και ημείς, ως οι παίδες, τα της νίκης σύμβολα φέροντες, σοι τω νικητή του θανάτου βοώμεν. Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυ­ρίου».



ΚΙΒΩΤΟΣ


ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΦΥΛΛΑΔΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΙΔΑΧΗΣ


ΕΤΟΣ Β’ ΜΑΡΤΙΟΣ 1953 ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 15

Δευτέρα 4 Απριλίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε ΝΗΣΤΕΙΩΝ

π. ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ

Ἰδού ἡ πέμπτη Κυριακή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Κυριακή [πού σφραγίζει τήν ἑβδομάδα] τῶν μεγάλων ἀγρυπνιῶν καί τῶν μεγάλων ἀσκήσεων, τήν ἑβδομάδα τῶν μεγάλων θρήνων καί ἀναστεναγμῶν, ἡ Κυριακή τῆς πιό μεγάλης μεταξύ τῶν ἁγίων γυναικῶν Ἁγίας, τῆς ὁσίας μητρός ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας...

Σαράντα ἑπτά χρόνια ἔκανε στήν ἔρημο, καί ὁ Κύριος τῆς ἔδωσε ἐκεῖνο πού σπάνια δίνει σέ κάποιον ἀπό τούς Ἁγίους. Χρόνια ὁλόκληρα δέν γεύθηκε ψωμί καί νερό. Στήν ἐρώτησι τοῦ ἀββᾶ Ζωσιμᾶ ἐκείνη ἀπάντησε: «Οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος» (Ματθ. δ΄ 4). Ὁ Κύριος τήν ἔτρεφε μέ ἕναν ἰδιαίτερο τρόπο καί τήν ὡδηγοῦσε στήν ἐρημητική ζωή, στούς ἐρημητικούς της ἀγῶνες.

Καί ποιό ἦταν τό ἀποτέλεσμα; Ἡ Ἁγία μετέτρεψε τήν κόλασί της σέ παράδεισο! Νίκησε τόν διάβολο καί ἀνέβηκε ψηλά στόν Θεό! Πῶς, μέ τί; Μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή, μέ νηστεία καί προσευχή! Διότι ἡ νηστεία, ἡ νηστεία μαζί μέ τήν προσευχή, εἶναι δύναμις πού νικᾶ τά πάντα. Ἕνας θαυμάσιος ὕμνος τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς λέγει: «ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Μέ τήν νηστεία μᾶς ἔδειξε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου... Δέν ὑπάρχει ἄλλο ὅπλο, δέν ὑπάρχει ἄλλο μέσον.

Νηστεία! Ἰδού τό μέσον γιά νά νικήσῃς τόν διάβολο, τόν κάθε διάβολο. Παράδειγμα νίκης, ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Τί θεία δύναμις ἡ νηστεία! Νηστεία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς τό σῶμα, νά σταυρώνῃς ὁ ἴδιος τόν ἑαυτό σου.

Ἐφ’ ὅσον ὑπάρχει σταυρός, ἡ νίκη εἶναι σίγουρη. Τό σῶμα τῆς πρώην πόρνης τῆς Ἀλεξανδρείας, τῆς Μαρίας, μέ τήν ἁμαρτία παραδόθηκε στήν δουλεία τοῦ διαβόλου. Ἀλλά ὅταν ἀγκάλιασε τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ὅταν πῆρε αὐτό τό ὅπλο στά χέρια της, νίκησε τόν διάβολο. Νηστεία εἶναι ἡ ἀνάστασις τῆς ψυχῆς ἐκ νεκρῶν. Ἡ νηστεία καί ἡ προσευχή ἀνοίγουν τά μάτια τοῦ ἀνθρώπου, ὥστε νά ἀντικρύσῃ καί νά καταλάβῃ πραγματικά τόν ἑαυτό του, νά ἰδῇ τόν ἑαυτό του. Βλέπει τότε ὅτι κάθε ἁμαρτία στήν ψυχή του εἶναι ὁ τάφος του, ὁ τάφος, ὁ θάνατός του. Καταλαβαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία μέσα στήν ψυχή του δέν κάνει τίποτε ἄλλο ἀπό τό νά μετατρέπῃ σέ πτώματα ὅλα ὅσα ἀνήκουν στήν ψυχή: τούς λογισμούς της, τά συναισθήματά της καί τίς διαθέσεις της· σειρά ἀπό τάφους. Καί τότε..., τότε ξεχύνεται θρηνητική κραυγή ἀπό τήν ψυχή: «Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσον με». Αὐτή εἶναι ἡ κραυγή μας κατά τήν ἁγία αὐτή ἑβδομάδα: Κύριε, προτοῦ χαθῶ τελείως, σῶσε με. Ἔτσι προσευχηθή¬καμε αὐτή τήν ἑβδομάδα στόν Κύριο, τέτοιες προσευχητικές ἀναβοήσεις μᾶς παρέ¬δωσε στόν Μεγάλο Κανόνα του ὁ μεγάλος ἅγιος πατήρ ἡμῶν Ἀνδρέας Κρήτης.

«Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Αὐτή ἡ κραυγή μᾶς ἀφορᾶ ὅλους, ὅλους ὅσους ἔχουμε ἁμαρτίες. Ποιός δέν ἔχει ἁμαρτίες; Εἶναι ἀδύνατον νά κυττάξῃς τόν ἑαυτό σου νά μή εὕρῃς κάπου, σέ κάποια γωνία τῆς ψυχῆς σου, νά μή ἐντοπίσῃς σέ κάποια ἄκρη της μία ξεχασμένη ἴσως ἁμαρτία. Καί... κάθε ἁμαρτία, γιά τήν ὁποία δέν ἔχεις μετανοήσει, εἶναι ὁ τάφος σου, εἶναι ὁ θάνατός σου. Καί ἐσύ, γιά νά μπορέσῃς νά σωθῇς καί νά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τόν τάφο σου, κρᾶζε μέ τίς προσευχητικές θρηνητικές κραυγές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».

Ἄς μή ξεγελᾶμε τόν ἑαυτό μας, ἀδελφοί, ἄς μή ἀπατώμεθα. Καί μία μόνο ἁμαρτία ἄν ἔμεινε στήν ψυχή σου, καί σύ δέν μετανοεῖς καί δέν τήν ἐξομολογεῖσαι ἀλλά τήν ἀνέχεσαι μέσα σου, αὐτή ἡ ἁμαρτία θά σέ ὁδηγήσῃ στό βασίλειο τῆς κολάσεως. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στόν παράδεισο τοῦ Θεοῦ. Γιά τήν ἁμαρτία δέν ὑπάρχει τόπος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Γιά νά ἀξιωθῇς τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, φρόντισε νά ἀποδιώξῃς ἀπό μέσα σου κάθε ἁμαρτία, νά ξεριζώσῃς ἀπό μέσα σου διά τῆς μετανοίας κάθε ἁμαρτία. Διότι, τίποτε δέν γλυτώνει ἀπό τήν μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου. Τέτοια δύναμι ἔδωσε ὁ Κύριος στήν Ἁγία Μετάνοια.

Κοίταξε! Ἀφοῦ ἡ μετάνοια μπόρεσε νά σώσῃ μία τόσο μεγάλη ἄσωτη γυναῖκα, ὅπως ἦταν κάποτε ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία, πῶς νά μή σώσῃ καί ἄλλους ἁμαρτωλούς, τόν κάθε ἁμαρτωλό, καί τόν πιό μεγάλο ἁμαρτωλό καί ἐγκληματία; Ναί, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι τό πεδίο τῆς μάχης, ἐπί τοῦ ὁποίου ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί μέ τήν νηστεία καί τήν προσευχή νικᾶμε τόν διάβολο, νικᾶμε ὅλες τίς ἁμαρτίες, νικᾶμε ὅλα τά πάθη καί ἐξασφαλίζουμε στόν ἑαυτό μας τήν ἀθανασία καί τήν αἰώνιο ζωή. Στήν ζωή τῶν ἁγίων καί ἀληθινῶν Χριστιανῶν ὑπάρχουν ἀναρίθμητα παραδείγματα πού δείχνουν ὅτι ὄντως μόνο μέ τήν προσευχή καί τήν νηστεία ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί νικᾶμε τούς δαίμονες, ὅλους ἐκείνους πού μᾶς βασανίζουν καί θέλουν νά μᾶς παρασύρουν στό βασίλειο τοῦ κακοῦ, στήν κόλασι. Αὐτή ἡ Ἁγία Νηστεία...! εἶναι νηστεία τῶν ἁγίων ἀρετῶν μας. Κάθε ἁγία ἀρετή ἀνασταίνει τήν ψυχή μου καί τήν ψυχή σου ἐκ τῶν νεκρῶν.

Προσευχή! Τί εἶναι ἡ προσευχή; Εἶναι ἡ μεγάλη ἀρετή πού σέ ἀνασταίνει καί μέ ἀνασταίνει. Σηκώθηκες μήπως γιά προσευχή, ἔκραξες πρός τόν Κύριο νά καθαρίσῃ τήν ψυχή σου ἀπό τίς ἁμαρτίες, ἀπό τό κάθε κακό, ἀπό κάθε πάθος; Τότε οἱ τάφοι σου καί οἱ τάφοι μου ἀνοίγουν καί οἱ νεκροί ἀνασταίνονται. Ὅ,τι εἶναι ἁμαρτωλό φεύγει, ὅ,τι σύρει πρός τό κακό ἐξαφανίζεται. Ἡ ἁγία προσευχή ἀνασταίνει τόν καθένα ἀπό μᾶς, ὅταν εἶναι εἰλικρινής, ὅταν φέρνει ὅλη τήν ψυχή στόν οὐρανό, ὅταν ἐσύ μέ φόβο καί τρόμο λέγῃς στόν Κύριο: Δές, δές τούς τάφους μου, ἀναρίθμητοι εἶναι οἱ τάφοι μου, Κύριε! Μέσα σέ κάθε ἕναν ἀπό αὐτούς τούς τάφους, νά’την ἡ ψυχή μου, νά’την νεκρή, μακρυά ἀπό Σένα, Κύριε! Εἰπέ λόγον καί ἀνάστησον πάντας τούς νεκρούς μου! Διότι, Σύ, Σύ, Κύριε, μᾶς ἔδωσες πολλές θεῖες δυνάμεις νά μᾶς ἀνασταίνουν διά τῆς ἁγίας Ἀναστάσεως, νά μᾶς ἀνασταίνουν ἀπό τόν τάφο τῆς ραθυμίας.

Ναί, μέ τήν ἁμαρτία, μέ τά πάθη μας, πεθαίνουμε ψυχικά. Ἡ ψυχή ἀποθνήσκει, ὅταν χωρίζεται ἀπό τόν Θεό. Ἡ ἁμαρτία εἶναι δύναμις πού χωρίζει τήν ψυχή ἀπό τόν Θεό. Καί ἐμεῖς, ὅταν ἀγαπᾶμε τήν ἁμαρτία, ὅταν ἀγαπᾶμε τίς ἁμαρτωλές ἡδονές, στήν πραγματικότητα ἀγαπᾶμε τόν θάνατό μας, ἀγαπᾶμε τούς τάφους, τούς δυσώδεις τάφους, μέσα στούς ὁποίους ἡ ψυχή μας ἀποσυντίθεται.

Ἀντίθετα, ὅταν ἀνανήψουμε, ὅταν μέ τόν κεραυνό τῆς μετανοίας χτυπήσουμε τήν καρδιά μας, τότε..., τότε οἱ νεκροί μας ἀνασταίνονται. Τότε ἡ ψυχή μας νικᾶ ὅλους τούς φονεῖς της, νικᾶ τόν κατεξοχήν δημιουργό ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν, τόν διάβολο, νικᾶ μέ τήν δύναμι τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Γι’ αὐτό, γιά μᾶς τούς Χριστιανούς δέν ὑπάρχει ἁμαρτία πιό ἰσχυρή ἀπό μᾶς. Νά εἶσαι βέβαιος ὅτι πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε ἁμαρτία πού σέ βασανίζει, πάντοτε εἶσαι δυνατώτερος ἀπό κάθε πάθος πού σέ βασανίζει. Πῶς; –ἐρωτᾶς. Μέ τήν μετάνοια! Καί τί εἶναι εὐκολώτερο ἀπό αὐτήν; Πάντοτε μπορεῖς μέσα σου, μέσα στήν ψυχή σου, νά κραυγάζῃς: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με». Ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ δέν θά σέ παραβλέψῃ. Θά ἀναστήσῃς τόν ἑαυτό σου ἀπό τούς νεκρούς καί θά ζῇς σ’ αὐτόν τόν κόσμο σάν κάποιος πού ἦρθε ἀπό ἐκεῖνον τόν κόσμο, πού ἀναστήθηκε καί ζῆ μία νέα ζωή, τήν ζωή τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου, πού ὑπάρχουν μέσα του ὅλες οἱ θεῖες δυνάμεις, ἔτσι ὥστε καμμία ἁμαρτία πλέον δέν μπορεῖ νά σέ φονεύσῃ. Ἴσως νά ξαναπέφτῃς, ἀλλά πλέον γνωρίζεις, γνωρίζεις τό ὅπλο, γνωρίζεις τήν δύναμι μέ τήν ὁποία ἀνασταίνεσαι ἐκ τῶν νεκρῶν. Ἄν πενήντα φορές τήν ἡμέρα ἁμαρτή¬σῃς, ἄν πενήντα φορές ντροπιασθῇς, ἄν πενήντα τάφους σκάψῃς σήμερα, μόνο φώναξε: «Κύριε, δός μου μετάνοια. Πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».

Ὁ Ἀγαθός Κύριος, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τήν ἀσθένεια καί ἀδυναμία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς καί τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως, εἶπε: Ἔλα, ἀδελφέ. Ἀκόμη κι ἄν ἑβδομηκοντάκις τήν ἡμέρα ἁμαρτήσῃς, πάλι ἔλα καί πές: ἥμαρτον (Ματθ. ιη΄, 21-22). Αὐτό ἐντέλλεται ὁ Κύριος σέ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, τούς ἀσθενεῖς καί ἀδυνάτους. Συγχωρεῖ τούς ἁμαρτωλούς. Γι’ αὐτό καί δήλωσε ὅτι χαρά μεγάλη γίνεται ἐν τῷ οὐρανῷ ἐπί ἐνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι ἐπί τῆς γῆς (πρβλ. Λουκ. ιε΄ 7). Ὅλος ὁ οὐράνιος κόσμος ἀτενίζει σέ σένα, ἀδελφέ καί ἀδελφή, πῶς ζῆς στήν γῆ. Πέφτεις στήν ἁμαρτία καί δέν μετανοεῖς; Νά, οἱ Ἄγγελοι κλαῖνε καί θλίβονται στόν Οὐρανό ἐξ αἰτίας σου. Μόλις ἀρχίσῃς νά μετανοῇς, νά, οἱ Ἄγγελοι στόν Οὐρανό χαίρονται, καί σάν οὐράνιοι ἀδελφοί σου χορεύουν...

Νά ἡ σημερινή μεγάλη ἁγία, ἡ Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Πόσο ἁμαρτωλή! Ἀπό αὐτήν ὁ Κύριος ἔκανε μία ἁγία ὕπαρξι σάν τά Χερουβίμ. Μέ τήν μετάνοια ἔγινε ἰσάγγελη, μέ τήν μετάνοια κατέστρεψε τήν κόλασι, στήν ὁποία βρισκόταν, καί ἀνέβηκε ὁλόκληρη στόν παράδεισο τοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει Χριστιανός ἀδύνατος σ’ αὐτόν τόν κόσμο, ἔστω κι ἄν τοῦ ἐπιτίθενται οἱ φρικωδέστερες ἁμαρτίες καί πειρασμοί αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Ἀρκεῖ μόνο ὁ Χριστιανός νά μή ξεχάσῃ τά μεγάλα του ὅπλα: τήν μετάνοια, τήν προσευχή, τήν νηστεία· νά ἐπιδοθῇ σέ κάποια εὐαγγελική ἄσκησι, σέ κάποια ἀρετή: εἴτε στήν προσευχή, εἴτε στήν νηστεία, εἴτε στήν εὐαγγελική ἀγάπη, εἴτε στήν εὐσπλαχνία. Ἄς θυμηθοῦμε τούς μεγάλους Ἁγίους τοῦ Θεοῦ, ἄς θυμηθοῦμε τήν ἑορταζομένη σήμερα μεγάλη Ἁγία, τήν ὁσία Μητέρα μας Μαρία τήν Αἰγυπτία, καί ἄς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Κύριος θά εἶναι εὔκαιρος βοηθός μας. Ἡ ἁγία Μαρία ἐβίωσε τόσο θαυμαστή βοήθεια ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί σώθηκε ἀπό τήν φοβερή της κόλασι, ἀπό τούς φοβερούς της δαίμονες. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος καί σήμερα καί πάντοτε μᾶς βοηθεῖ σέ ὅλες τίς εὐαγγελικές μας ἀρετές: στήν προσευχή, καί στήν νηστεία, καί στήν ἀγρυπνία, καί στήν ἀγάπη, καί στούς οἰκτιρμούς, καί στήν ὑπομονή, καί σέ κάθε ἄλλη ἀρετή. Εὔχομαι νά μᾶς βοηθῇ πάντα καί νά μᾶς καθοδηγῇ...

Γι’ αὐτό, ποτέ νά μήν ἀποκάμῃς στόν ἀγῶνα καί στόν πόλεμο μέ τίς ἁμαρτίες σου... Σέ ὅλες τίς δυσκολίες σου καί στίς πιό μεγάλες πτώσεις σου νά θυμᾶσαι τήν κραυγή αὐτῆς τῆς ἁγίας ἑβδομάδος, πού ἔχει τήν δύναμι νά σέ ἀναστήσῃ: «Κύριε, πρίν εἰς τέλος ἀπόλωμαι, σῶσόν με».

[Μετάφρασις ἀδελφῶν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους, ἀπό τό βιβλίο
PASHALNE BESEDE (Πασχαλινές Ὁμιλίες),
Βελιγράδι 1998]