ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ∆ΗΜΗΤΡΙΑ∆ΟΣ
Κυριακή Θ΄ Λουκά –
Ο κατά Θεόν πλούτος
Σε εποχή βαθιάς οικονοµικής κρίσης, αγαπητοί µου
αδερφοί, σαν και αυτή στην οποία ζούµε,
το σηµερινό Ευαγγελικό ανάγνωσµα αποδεικνύεται ιδιαίτερα διδακτικό για όλους
µας, καθότι ο Κύριος δίδαξε την παραβολή του άφρονος πλουσίου. Η αφορµή, όµως,
για τη διδαχή αυτή υπήρξε η διχογνωµία δύο αδελφών πάνω σε κληρονοµικά
ζητήµατα, διαφορά η οποία διασώζεται από τον Ευαγγελιστή Λουκά λίγους στίχους
πριν την κατάθεση της παραβολής του άφρονος πλουσίου.
Ένας αδελφός πλησίασε το Χριστό και του είπε, «Κύριε σε
παρακαλώ, πείσε τον αδελφό µου να µοιράσει σωστά την περιουσία µας γιατί µε
αδικεί». Και ο Κύριος του είπε, «ποιος νοµίζεις ότι είµαι; Νοµίζεις ότι ήρθα
στον κόσµο αυτό για να κάνω το διαιτητή και το δικαστή ανάµεσά σας; Ένα πράγµα
θα σας πω. Να αποφεύγετε την πλεονεξία, καθ’ ότι η συσσώρευση πλούτου και
υλικών αγαθών αποτελεί τροχοπέδη για την κατάκτηση της αιώνιας ζωής». Και για
του λόγου το αληθές, για να επικυρώσει αυτήν την αλήθεια ο Χριστός, παρέθεσε
την παραβολή του άφρονος πλουσίου, που ακούσαµε στο Ευαγγελικό ανάγνωσµα.
Κάποια χρονιά, τα κτήµατα ενός πλουσίου γαιοκτήµονα,
καρποφόρησαν πλουσιοπάροχα και πληθωρικά, περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ο
άνθρωπος, όµως, αυτός, αντί να χαίρεται γι’ αυτήν την ευλογία, άρχισε να
αγχώνεται, να στεναχωριέται, να χάνει τον ύπνο του και να αναρωτιέται, «πού θα
χωρέσω όλα αυτά που απέκτησα, πού θα αποθηκεύσω όλους αυτούς τους καρπούς για
να µην τους κλέψουν οι κλέπτες και να µην τους χάσω από τη µια µέρα στην
άλλη;». Και σκέφτηκε, «θα γκρεµίσω τις αποθήκες µου, θα κτίσω µεγαλύτερες και
θα χωρέσω όλους τους καρπούς και τα γεννήµατά µου στις καινούργιες. Και µετά θα
πω στην ψυχή µου, ψυχή, τώρα µπορείς να αναπαυτείς. Φάγε, πιες, ευφραίνου,
έχεις πολλά αγαθά για όλη σου τη ζωή». Και τότε εµφανίζεται ο Θεός µπροστά του
και του λέει. «Ανόητε, αυτήν την νύχτα θα φύγεις από τη ζωή, θα πεθάνεις. Αυτά,
λοιπόν, που απέκτησες σε ποιόν θα πάνε; Τί θα απογίνουν»; Και συνεχίζει ο
Χριστός, «αυτά παθαίνει εκείνος ο οποίος θησαυρίζει για τον εαυτό του και δεν
πλουτίζει για τον Θεό». Αυτή ήταν η Ευαγγελική περικοπή που ακούσαµε σήµερα και
µας δίνει πολλές αφορµές για να πούµε πράγµατα σωτήρια για την ψυχή µας. Από
τις αφορµές αυτές θα σταθούµε σε τρία µόνο σηµεία.
Το πρώτο είναι η διένεξη µεταξύ των αδερφών για κληρονοµικά
ζητήµατα. Βλέπετε, δεν είναι µόνο σηµερινή αυτή η κατάσταση. Κρατά από την
εποχή του Χριστού. Άρα, είναι διαχρονικό κακό η διένεξη, µεταξύ αδερφών, για τα
χρήµατα, για τα κτήµατα, για τα σπίτια, για τα οικόπεδα. Και είναι τόσο µεγάλος
αυτός ο πειρασµός, ώστε να γίνεται αφορµή διάσπασης της οικογενειακής συνοχής,
αφορµή να ορθώνονται τοίχοι ανάµεσα στους ανθρώπους και µάλιστα, στους
αδερφούς, αφορµή να οξύνονται τα πάθη, να προκαλούνται άσβεστα µίση, ακόµη δε,
να οδηγούνται οι άνθρωποι σε εγκλήµατα! Αδερφός να αφαιρεί τη ζωή αδερφού πάνω
στο πάθος για το ποιος θα έχει τα περισσότερα από την κληρονοµιά που άφησαν οι
γονείς. Αυτό συνιστά κατάντηµα για τον άνθρωπο. ∆εν υπάρχει µεγαλύτερη κατάρα
για µία οικογένεια να χωρίζεται, να διασπάται, να χύνεται αίµα αδελφικό και να
κυριαρχεί το µίσος µεταξύ των αδερφών για όλα αυτά τα οποία, όπως φάνηκε στην
σηµερινή Ευαγγελική διήγηση, αφήνουµε πίσω µας και δεν παίρνουµε τίποτα µαζί
µας στην αιώνια ζωή. Είναι ντροπή, αλλά και βλασφηµία κατά του ονόµατος του
Θεού, αδέρφια να στερούνται του µεγάλου δωρήµατος της αδερφικής αγάπης, το
οποίο είναι αγαθό ανεκτίµητης αξίας και να το ανταλλάσσουν µε τα ξυλοκέρατα της
ύλης και των εφήµερων οικονοµικών συµφερόντων.
Το δεύτερο σηµείο είναι η ανοησία του πλουσίου. Ο Χριστός
χαρακτηρίζει τον άνθρωπο αυτόν µε σκληρό τρόπο, τον ονοµάζει «άφρονα». Άφρων
είναι αυτός που δεν έχει φρόνηση, που δεν έχει σώας τας φρένας, ο ανόητος δηλ.,
αυτός που έχει τρελαθεί. Έτσι χαρακτηρίζει τον πλούσιο ο Χριστός. Γιατί, ο
πλούσιος δεν έκανε τίποτα άλλο από το να σκέφτεται πώς θα περάσει καλά σ’ αυτή
τη ζωή, πώς θ’ αποκτήσει περισσότερα αγαθά, πώς θα καρποφορήσει τους καρπούς
της γης του, πώς θα αποκτήσει περισσότερα χρήµατα. Τον χαρακτήρισε ανόητο,
γιατί ο άνθρωπος αυτός δε σκέφτηκε πως θα έρθει η ώρα και η στιγµή που θα φύγει
απ’ αυτή τη ζωή. ∆εν είχε ποτέ δηλ. στην καρδιά του, στο νου του αυτό που
ονοµάζουµε «µνήµη θανάτου», ότι δεν είµαστε αθάνατοι, αλλά περαστικοί και
κάποια στιγµή θα αφήσουµε αυτόν τον κόσµο για την αιωνιότητα κι όλα αυτά που
αποκτήσαµε θα τα αφήσουµε πίσω και δε θα πάρουµε τίποτα µαζί µας. Τον
χαρακτήρισε «ανόητο» γιατί, αντί να χαίρεται αυτά που ο Θεός πλουσιοπάροχα του
χάρισε, αυτά τα αποκτήµατα έγιναν για εκείνον αφορµή άγχους και στεναχώριας.
Ήταν άφρων αυτός ο άνθρωπος και ανόητος για τον Θεό, γιατί δεν έκανε τίποτα για
την άλλη ζωή η οποία είναι αιώνια και ατελεύτητη, αλλά έκανε τα πάντα γι’ αυτήν
την ζωή, η οποία είναι περιορισµένη και µε συγκεκριµένη χρονική κατάληξη.
Υπάρχει και το τρίτο σηµείο στο οποίο αξίζει να σταθούµε:
«Αυτά παθαίνει», λέει ο Χριστός, «αυτός που πλουτίζει για τον εαυτό του και δεν
πλουτίζει για το Θεό». Ποιος είναι ο κατά Θεόν πλούτος, για τον οποίο οµιλεί ο
Κύριος; Ποιος είναι ο πλούσιος κατά Θεόν; Λέγει ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας
ότι «πλούσιος δεν είναι όποιος κατέχει, αλλά όποιος µεταδίδει. Και αυτή η
µετάδοση, η προσφορά, αποκαλύπτει τον µακάριο άνθρωπο, όχι η κατοχή των υλικών
αγαθών»[1].
Ο πλούσιος κατά Θεόν, είναι αυτός ο οποίος αυτά που έχει δεν τα κρατάει για τον
εαυτό του, αλλά τα µοιράζεται, τα προσφέρει µε αγάπη στους ανθρώπους. ∆εν
αδιαφορεί για τα προβλήµατα και την αδυναµία των συνανθρώπων του, αλλά στρέφει
το βλέµµα της αγάπης του γύρω και βλέπει, ποιος έχει ανάγκη, ποιος δεν έχει τα
στοιχειώδη σ’ αυτή τη ζωή, ποιος είναι δυστυχισµένος, ποιος είναι άρρωστος;
Ποιος δεν µπορεί να ζήσει τα παιδιά του; ποιος είναι άνεργος, έχει χάσει τη
δουλειά του και το έδαφος κάτω από τα πόδια του; Αυτός είναι ο πλούσιος
άνθρωπος⋅ εκείνος που,
είτε από το υστέρηµα, είτε από το περίσσευµά του, ξέρει να κάνει πλουσίους και
όλους τους άλλους µαζί µε τον εαυτό του και έτσι χαίρεται και αναπαύεται ο
ίδιος και ευαρεστεί το Θεό µε την έξοδο της αγάπης από τον εαυτό του, για να
κερδίσουν µε την αγάπη του όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Πλούσιος κατά Θεόν είναι
εκείνος ο οποίος εργάζεται µε τον τρόπο αυτόν µέσα στην κοινωνία,
εξασφαλίζοντας την ενότητα και την κοινωνική ισορροπία και δικαιοσύνη. Αλλά
πλούσιος κατά Θεόν, κυρίως και πρωτίστως, είναι εκείνος ο οποίος µέσα στην ψυχή
του εργάζεται τον κόσµο των αρετών. Αυτός ο οποίος ζει κατά Χριστόν. Αυτός ο
οποίος κάνει πνευµατική ζωή. Αυτός ο οποίος προσέρχεται τακτικά στα ιερά
Μυστήρια της Εκκλησίας µας. Αυτός που εκκλησιάζεται, εξοµολογείται, κοινωνεί
του Σώµατος και του Αίµατος του Χριστού. Αυτός είναι πλούσιος κατά Θεόν, γιατί
ενώ µπορεί να µην έχει υλικά αγαθά, µπορεί οι τσέπες του να µην είναι γεµάτες
από χρήµατα, εντούτοις η καρδιά του είναι γεµάτη από την παρουσία του Θεού. Και
όταν η καρδιά µας είναι γεµάτη από την παρουσία του Θεού, τότε είµαστε οι πιο
πλούσιοι άνθρωποι στον κόσµο αυτόν.
Να, λοιπόν, αγαπητοί µου, ποιο είναι το µήνυµα της σηµερινής
Ευαγγελικής περικοπής. Να γίνουµε πλούσιοι! Αλλά όχι µε τον τρόπο που εµείς
νοµίζουµε. Να γίνουµε πλούσιοι πλουτίζοντας τους άλλους ανθρώπους, παρηγορώντας
τους συνανθρώπους µας, σε µια εποχή εσχάτης ανάγκης, εσχάτης ένδειας, οξυµένων
κοινωνικών προβληµάτων και κοινωνικών ανισοτήτων. Εδώ θα φανεί ποιος είναι
πραγµατικός Χριστιανός. Εδώ θα φανεί ποιος είναι πραγµατικά αδελφός προς
αδελφόν, ποιος είναι ο αληθινά πλούσιος. Εκείνος που έχει γεµίσει τη ζωή του
από τη Χάρη του Θεού και γίνεται αφορµή χαράς
και ευτυχίας και για τους άλλους ανθρώπους. Αµήν!
Αρχιµ. Ε.Ο.