Επιστολή Αποστόλου Παύλου – Προς Τίτο, Β'(2) 11-14 & Γ'(3) 4-7
και μας εκπαιδεύει, ώστε να αρνηθούμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες και να ζήσουμε σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς στον τωρινό αιώνα,
περιμένοντας τη μακάρια ελπίδα και την επιφάνεια της δόξας του μεγάλου Θεού και σωτήρα μας Ιησού Χριστού,
ο οποίος έδωσε τον εαυτό του για χάρη μας, για να μας λυτρώσει από κάθε ανομία και να καθαρίσει για τον εαυτό του ένα λαό περιούσιο, ζηλωτή καλών έργων.
μας έσωσε όχι από έργα που έγιναν με δικαιοσύνη τα οποία κάναμε εμείς, αλλά σύμφωνα με το δικό του έλεος μέσω λουτρού παλιγγενεσίας και ανακαίνισης Πνεύματος Αγίου,
το οποίο εξέχυσε πάνω μας πλούσια μέσω του Ιησού Χριστού του σωτήρα μας,
για να δικαιωθούμε με τη χάρη εκείνου και να γίνουμε κληρονόμοι σύμφωνα με την ελπίδα της αιώνιας ζωής.
Κατά Ματθαίον Γ'(3) 13-17
Αλλά ο Ιωάννης τον εμπόδιζε επίμονα λέγοντας: «Εγώ έχω ανάγκη από σένα να βαφτιστώ, κι εσύ έρχεσαι προς εμένα;»
Αποκρίθηκε τότε ο Ιησούς και είπε προς αυτόν: «Άφησε τώρα αυτά, γιατί έτσι πρέπει, για να εκπληρώσουμε όλη τη δικαιοσύνη». Τότε ο Ιωάννης τον αφήνει.
Και μόλις βαφτίστηκε ο Ιησούς, ευθύς ανέβηκε από το νερό. Και ιδού, ανοίχτηκαν σ’ αυτόν οι ουρανοί, και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει σαν περιστέρι και να έρχεται πάνω του.
Και ιδού, φωνή από τους ουρανούς που λέει: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίο ευαρεστήθηκα».
Η Βάπτισις του Χριστού
Τα τριάντα πρώτα χρόνια της επίγειας ζωής Του ο Χριστός παρέμεινε άγνωστος για τους περισσότερους ανθρώπους. Όταν άρχισε την δημόσια δράση, η πρώτη πράξη ήταν η βάπτισή Του από τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.
Ο Χριστός ως αναμάρτητος δεν είχε ανάγκη βαπτίσματος. Ήταν όμως πράξη υπακοής: Οὕτω πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην.[1] Με την βάπτισή Του ο Κύριος εγκαινίασε το Βάπτισμα της Εκκλησίας, και με την κάθοδό Του στα ύδατα του Ιορδάνου και την άνοδό Του από αυτά, προτύπωσε τον θάνατο και την ανάστασή Του. Γι’ αυτό κι εμείς με την βάπτισή μας συμμετέχουμε με μυστηριακό τρόπο στα πάθη και την ανάστασή Του.[2]
Η βάπτιση του Χριστού είναι μία θεοφάνεια, δηλαδή φανέρωση του Θεού. Η πρώτη σαφής φανέρωση του Τριαδικού Θεού: Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου, Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις. Ο Υιός του Θεού βαπτίζεται, ο Θεός Πατήρ μαρυτρεί: Οὗτος ἐστιν ὁ υἱός μου ὀ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα,[3] και το Άγιο Πνεύμα -με την μορφή περιστεράς- βεβαιώνει την πατρική φωνή.
Στην βάπτιση κάθε πιστού έχουμε μία επανάληψη της τριαδικής θεοφανείας. Ο βαπτιζόμενος με τριπλή κατάδυση και ανάδυση βαπτίζεται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, και ανεβαίνει αναγεννημένος και κατά Χάριν υιός του Θεού.
Όταν βαπτιζόταν ο Χριστός, άνοιξαν γι’ Αυτόν οι ουρανοί, και το Άγιο Πνεύμα στάθηκε επάνω Του. Παρόμοια και στην δική μας βάπτιση ανοίγουν οι ουρανοί, και ο Χριστός στέλνει το Άγιο Πνεύμα, «το οποίο μας καλεί στην ουράνια πατρίδα. Και δεν μας καλεί έτσι απλά, αλλά με την πιο μεγάλη τιμή. Διότι δεν μας έκανε Αγγέλους ή Αρχαγγέλους, αλλά μας ανέδειξε υιούς Θεού».[4]
[1] Ματθαίος 3, 15.
[2] Πρβλ. Ρωμαίους 6, 3-5.
[3] Απολυτίκιον της Εορτής των Θεοφανείων – Ματθαίος 3, 17.
[4] Ματθαίος 3, 16 – Ιερός Χρυσόστομος, Εις Ματθαίον 12, 3, PG 57, 206.
Ιερομόναχος Γρηγόριος, Η Ορθόδοξη Πίστη, Λατρεία και Ζωή, Σχεδίασμα ορθοδόξου κατηχήσεως, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, Άγιος Όρος, 2012