Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΤΟΡΩΝ - ΙΑ' ΛΟΥΚΑ










Bρισκόμαστε, ἀγαπητοί μου, στά προπύλαια τῆς μεγάλης γιορτῆς τῶν Χριστουγέννων. Τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ἔχει σχέσει μέ τό μεγάλο γεγονός, πού περιμένουμε. Μᾶς μίλησε γιά ἕνα μεγάλο, πλούσιο καί ξεχωριστό δεῖπνο. Γιά νά καταλάβουμε καλύτερα τί θέλει ὁ Κύριος νά μᾶς πεῖ, θά κάνουμε μία ὑπόθεση, θά ποῦμε ἕνα παράδειγμα.

Κάποιος γνωστός, φίλος ἤ συγγενής πάντρεψε τόν παιδί του καί στό τραπέζι, πού ἔκανε, κάλεσε πάρα πολλούς, ἀλλά δέν προσκάλεσε κάποιον ἀπό ἐμᾶς. Αὐτός ὁ ἄνθρωπος, τί λέτε, δέν θά στενοχωρηθεῖ; δέν θά θεωρήσει τόν ἑαυτό του περιφρονημένο καί προσβεβλημένο;
Τώρα ἄς πάρουμε τήν ἄλλη περίπτωση. Ὁ οἰκοδεσπότης κάλεσε πολλούς στό τραπέζι, μά δέν πῆγε κανένας. Δέν θά στενοχωρηθεῖ καί αὐτός; δέν θά ὀργισθεῖ; δέν θά τά βάλει μέ τούς καλεσμένους, πού ὅλοι τόν περιφρόνησαν;
Στήν πρώτη περίπτωση, κατά τήν ὁποία δέν μᾶς κάλεσε κάποιος ἄνθρωπος, εἶναι μικρό τό κακό, πολύ ἀσήμαντο, μηδαμινό. Δέν χρειάζεται στενοχώρια, οὔτε κἄν νά τό λάβουμε ὑπ᾿ ὄψη μας. Τό πρόβλημα εἶναι ἀλλοῦ, εἶναι στήν δεύτερη περίπτωση.
Μᾶς καλεῖ στό τραπέζι ὄχι ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, οὔτε ἕνας ἐπίσημος, κάποιος πλούσιος. Μᾶς καλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη τιμή ἀπό αὐτό. Καί μάλιστα δέν τό κάνει μία φορά μόνο, ἀλλά προσκαλεῖ καί ξαναπροσκαλεῖ. Μᾶς κάνει ἐντύπωση ἡ ἐπιμονή τοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς πείσει νά λάβουμε μέρος στό δεῖπνο Του, νά παρακαθήσουμε στό τραπέζι Του.
Τό βλέπουμε ὁλοκάθαρα στό εὐαγγέλιο. Ἔστειλε καί ξαναέστειλε τόν ὑπηρέτη του νά εἰδοποιήσει τούς καλεσμένους, ὅτι ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Τό σπίτι του, ἡ αἴθουσα δεξιώσεων τοῦ Χριστοῦ εἶναι μεγάλη καί εὐρύχωρη. Χωράει πολλούς. Ἐμεῖς γιατί προκλητικά ἀρνούμεθα τήν πρόσκληση καί δέν προσερχόμαστε νά παρακαθήσουμε, ἀδελφοί μου;
      Ὁ ἕνας προφασίσθηκε τό χωράφι του. Ἤθελε νά δεῖ πόσο καλό εἶναι. Τί σημαίνει αὐτό; Ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦταν φιλάργυρος. Ὁ ἄλλος ἦταν ζωέμπορος. Ἀγόρασε πέντε ζευγάρια βόδια καί ἤθελε νά τά δοκιμάσει. Μέ ἄλλα λόγια ἔβοσκε σάν αὐτά τά ζῶα στήν ζωή τῶν πέντε αἰσθήσεων. Ἦταν φιλήδονος. Ὁ τρίτος ἦταν νιόπαντρος καί εἶπε ἀδιάντροπα, ἐγώ πάω νά γλεντήσω μέ τήν γυναίκα μου, ἄφησέ με ἥσυχο. Αὐτός πάλι ἦταν φίλαυτος. Νά λοιπόν πού ἔχουν ἀπόλυτο δίκαιο οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν λένε, ὅτι οἱ ἁμαρτίες χωρίζονται σέ τρεῖς κατηγορίες, τῆς φιλαυτίας, τῆς φιληδονίας καί τῆς φιλαργυρίας καί αὐτές εἶναι πού μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Θεό.
Καί σήμερα ἀκοῦμε πολλές καί διάφορες δικαιολογίες ἀπό ἐκείνους, πού δέν θέλουν νά ἐκκλησιαστοῦν. Βλέπετε, δέν εἶπα, πού δέν μποροῦν νά ἐκκλησιαστοῦν, ἀλλά πού δέν θέλουν. Ἄν ἤθελαν θά εὕρισκαν τρόπο. Ὁ χρόνος ἔχει 52 Κυριακές. Πόσες Κυριακές εἶχαν ἐμπόδιο καί δυσκολία καί δέν κατώρθωσαν νά προσέλθουν στόν Ναό; Τί εἶναι ἐκεῖνο, πού θά μᾶς κρατήσει μακρυά ἀπό τήν Ἐκκλησία; Μόνο τά βαθειά γηρατειά καί ἡ σοβαρή ἀρρώστια. Τίποτε ἄλλο. Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι ὑπόλογοι καί ὑπόδικοι μπροστά στό Θεό.
Βλέπουμε κάποιες φορές ἄδειους τούς Ναούς καί μᾶς πιάνει στενοχώρια. Αὐτό εἶναι μεγάλο λάθος. Ὁ Ναός ποτέ δέν εἶναι ἄδειος, οὔτε καί ὅταν δέν τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία. Ἄν ἐμεῖς ἀδειάζουμε τίς Ἐκκλησίες, ἄν ἐμεῖς δέν προσερχώμαστε, δέν μᾶς ἔχει ἀνάγκη ὁ Θεός, γι᾿ αὐτό καί δέν χρειάζεται νά ἐρχώμαστε μέ τό ζόρι. Οἱ Ἐκκλησίες εἶναι πάντοτε γεμᾶτες, εἶναι γεμᾶτες ἀπό ἀγγέλους. Ἄν δέν ἐκκλησιαζώμαστε, κακό μόνο στόν ἑαυτό μας  κάνουμε. Δέν ἔχει ἀνάγκη ὁ ἥλιος ἀπό τά δέντρα. Τά δέντρα ἔχουν ἀνάγκη τόν ἥλιο. Ἔτσι κι᾿ ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη τόν Θεό καί τήν πίστη μας, γιατί αὐτά τά δύο θά μᾶς σώσουν. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πολύ μικρά, ἀνούσια καί μάταια.
Ἀλλά λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ποιούς νά κλάψω; αὐτούς πού ἀπουσιάζουν ἀπό τό Ναό ἤ αὐτούς πού ἐκκλησιάζονται; Ἄλλοι συνομιλοῦν μεταξύ τους, ἄλλοι ξύνονται καί χασμουριοῦνται, ἄλλοι σκέφτονται τίς ἐργασίες τους, ἄλλοι βιάζονται νά φύγουν, σάν νά τούς εἶχαν σέ καταναγκαστικά ἔργα καί ἄς ἦρθαν πρός τό τέλος τῆς θείας Λειτουργίας. Μάλιστα κάποιοι φεύγουν πρίν ἀπό τό τέλος, πρίν ἀπό τό δι᾿ εὐχῶν. Αὐτοί μοιάζουν τόν Ἰούδα, πού ἔφυγε βιαστικά, πρίν τελειώσει ὁ Μυστικός Δεῖπνος.
Μά καί ἀπό τούς τόσους πού παραμένουν μέχρι τό τέλος, ποιοί, πόσοι κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστυρίων; Σ᾿ ἕνα τραπέζι πηγαίνουμε γιά νά φᾶμε, ὄχι γιά νά δοῦμε ἁπλῶς τό φαγητό ἤ μόνο νά τό μυρίσουμε καί νά φύγουμε. Ἔτσι καί πάλι προσβάλλουμε αὐτόν, πού μᾶς κάλεσε. Τό εἴπαμε ἀμέτρητες φορές καί πάλι θά τό ποῦμε. Στή θεία Λειτουργία δέν ἐρχόμαστε μόνο γιά νά προσευχηθοῦμε. Ἄν καί δέν γνωρίζω πόσο γίνεται καί αὐτό τό ἐλάχιστο. Ἐρχόμαστε γιά νά κοινωνήσουμε. Ἄν δέν ἦταν νά κοινωνήσουμε, δέν θά τελούσαμε τήν θεία Λειτουργία. Θά κάμναμε μόνο τόν ὄρθρο καί θά φεύγαμε. Αὐτοί πού δέν κοινωνοῦν, φεύγουν πρίν τήν ἀπόλυση καί δέν παίρνουν οὔτε ἀντίδωρο, τότε γιά ποιό λόγο ἔρχονται στήν Ἐκκλησία;
    Στό ἱερώτερο σημεῖο, πού εἶναι ὁ καθαγιασμός τῶν Τιμίων Δώρων, ἐπαναλαμβάνουμε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ: Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες... Καί λίγο ἀργότερα: Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε. Ποιοί νά προσέλθουν; Πέντε ἀπ᾿ ἐδῶ καί ἕξι ἀπό ἐκεῖ; Ὄχι, ὅλοι. Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συμποσίου τῆς πίστεως. Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες.

 Ἀγαπητοί μου, Ὅποιος καταφρονεῖ κάτι, θά καταφρονηθεῖ ἀπό αὐτό. Καί ὅποιος περιφρονεῖ τόν Θεό, θά περιφρονηθεῖ ἀπό Αὐτόν. Ἄν γυρίσουμε τήν πλάτη μας στό Χριστό, ὑπογράφουμε τήν καταδίκη μας. Θά ἔρθει καιρός, πού θά χτυπᾶμε τήν θύρα τοῦ ἐλέους Του καί δέν θά μᾶς ἀνοίγει. Μᾶς τό εἶπε σήμερα ξεκάθαρα καί τό εἴδαμε νά γίνεται στήν παραβολή τῶν δέκα παρθένων. Ἄς Τόν ἀκούσουμε σ᾿ αὐτήν τήν ζωή, γιά νά ἀκούσει κι᾿ Ἐκεῖνος τήν ἱκεσία μας καί νά μᾶς δεχτεῖ στόν οὐρανό, στή Βασιλεία Του. Ἀμήν.